ΣΧΟΛΙΟ "ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟΥ": ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΜΕ, ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ, ΜΙΑ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΕΝΟΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΑΔΕΛΦΟΥ ΣΕ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ, ΧΑΡΙΝ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ.
Στην αντιαιρετική ιστοσελίδα ΟΟΔΕ και στον σύνδεσμο http://www.oodegr.com/oode/oikoymen/synpros1.htm με τίτλο "Η διαθρησκευτική προσευχή τής Ασσίζης και η σχέση τής Εκκλησίας με τις αιρέσεις" παρατίθεται ένα κείμενο γραμμένο από κάποιον οικουμενιστή κληρικό του Φαναρίου στο οποίο υποστηρίζεται η γραμμή του Πατριαρχείου στις συμπροσευχές και συνεορτασμούς με αιρετικούς.
Επειδή το θέμα ξεφεύγει από μια απλή παράβαση κανόνων καθώς οι συμπροσευχές δεν γίνονται εν κρυπτώ αλλά διαφημίζονται και μάλιστα θεωρούνται αναγκαίες κατά τον πατριάρχη Βαρθολομαίο (όπως αναφέρει στην διδακτορική του διατριβή) πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στο θέμα.
Οι υπεύθυνοι της κατά τα άλλα αντιαιρετικής αυτής ιστοσελίδας δεν απήντησαν εδώ και δύο περίπου χρόνια στο περιεχόμενο του κειμένου και ναι μεν σε άλλα σημεία γράφουν κατά του οικουμενισμού αλλά στην προκειμένη περίπτωση αφήνουν το συγκεκριμένο κείμενο ασχολίαστο , με αποτέλεσμα να μολύνει ορθόδοξες ψυχές και να οπλίζει με βέλη την φαρέτρα των οικουμενιστών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά το 2005 μοναχοί του Αγίου Όρους διαμαρτυρήθηκαν στον Πατριάρχη για το θέμα των συμπροσευχών και αυτός τους απήντησε αυστηρά χρησιμοποιώντας κάποια από τα επιχειρήματα του εν λόγω κειμένου...
Ακολουθεί λοιπόν η απάντηση σε όλα τα σημεία του κειμένου.
«Πρό πάντων φυλάσσεσθε, ώ επίσκοποι, τάς δεινάς καί χαλεπάς καί αθεμίτους αιρέσεις, φεύγοντες αυτάς ώσπερ πύρ φλέγον τούς αυτώ πλησιάζοντας»
«Διόπερ χρή τόν πιστόν φεύγειν τάς συνόδους τών ασεβών Ελλήνων καί Ιουδαίων καί τών λοιπών αιρετικών, ίνα μή τώ συσχολάζειν αυτοίς, παγίδας λάβωμεν ταίς εαυτών ψυχαίς, όπως μή συναναστρεφόμενοι ταίς εορταίς αυτών, αίτινες επί τιμή τών δαιμόνων επιτελούνται, κοινωνήσωμεν αυτοίς καί τής ασεβείας.»
Αποστολ. Διαταγές (Βιβλιο 6ο και 2ο αντιστ.)
ΟΙ ΣΥΜΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΜΕ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΘΡΗΣΚΟΥΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΕ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ
1. Καθησυχασμός και διγλωσσία
2. Ελλειψη εκκλησιολογικών επιχειρημάτων και συνέπειας προς την Αποστολική Παράδοση
3. Οι δυνατοί δύνανται να συμπροσεύχονται;
4. Εις μάτην εκοπίαζαν οι Άγιοι Πατέρες;
5. Παρερμηνεία παλαιότερων περιπτώσεων και παραλληλισμός με τις συμπροσευχές των τελευταίων ετών
6. Οι οδυνηρές συνέπειες των συμπροσευχών για την Ορθοδοξία
1. Καθησυχασμός και διγλωσσία
Mε λύπη παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια μια διαρκή προσπάθεια εφησυχασμού και καθησυχασμού των ορθοδόξων χριστιανών, από διάφορους οικουμενιστικούς κύκλους. Μπροστά σε μια κατάσταση πρωτόγνωρη για τα ορθόδοξα ήθη , που περιλαμβάνει από συμπροσευχές και αυνεορτασμούς με ετεροδόξους μέχρι μικτούς γάμους και αναγνωρίσεις της Αποστολικής διαδοχής άρα και των μυστηρίων εκείνων, δημιουργούνται εύλογες ανησυχίες αρκετών πιστών για αυτά που συμβαίνουν.
Προβάλλονται λοιπόν διάφορες δικαιολογίες που επιτείνουν την σύγχυση στους λιγότερο κατατοπισμένους και κλονίζουν ως ένα σημείο ακόμη και κάποιους περισσότερο μελετημένους.
Είναι μία κατάσταση που αν στη χώρα μας δεν είναι τόσο γνωστή στους πολλούς, έξω και ειδικά στις εκκλησίες που υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, είναι πλέον μία κατάσταση παγιωμένη που επεκτείνεται ανεπιστρεπτί.
Στα πλαίσια αυτού του καθησυχασμού εντάσσεται και το συγκεκριμένο κείμενο με το οποίο θα ασχοληθούμε. Εχει συνταχθεί από κληρικό του Πατριαρχείου και είναι εμφανής η προσπάθεια να υποβιβαστεί στα μάτια των αναγνωστών η σοβαρότητα της συμπροσευχής με τους αιρετικούς. (Στο εξής θα αναφέρεται ως ΠΚ –Πατριαρχικό Κείμενο).
Ο λόγος της υποβάθμισης του θέματος είναι ότι οι συμπροσευχές με ετεροδόξους αποτελούν πλέον κοινότατο γεγονός και συνηθισμένη πρακτική για το Φανάρι.
Ας αναλογιστούμε απλά ότι κάθε χρόνο στις θρονικές εορτές τόσο στην Κων/πολη όσο και στη Ρώμη παρευρίσκονται ανελλιπώς αντιπροσωπείες από τις δύο πλευρές εκατέρωθεν. Καθιερωμένα γεγονότα αποτελούν επίσης οι κατ έτος εβδομάδες προσευχής κατά τα κελεύσματα του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, οι συνάξεις τύπου Ασσίζης αλλά και έκτακτα γεγονότα όπως κοινές επιμνημόσυνες δεήσεις π.χ. για τα θύματα πολέμων ή τρομοκρατικών χτυπημάτων κ.α.
Στο Π.Κ. υπάρχει μια καταφανέστατη διγλωσσία. Αρχικά υπάρχει η θέση ότι όλα αυτά που γίνονται μέσα σε ναούς με κάθε επισημότητα ή σε διάφορα συνέδρια, δεν είναι ουσιαστικά συμπροσευχές. Αυτό από μόνο του υποδηλώνει καθαρά πως ο συντάκτης του Π.Κ. γνωρίζει το παράνομο των συμπροσευχών γι αυτό και προσπαθεί να αναιρέσει την ύπαρξή τους.
Κατόπιν όμως εμφανίζεται και η άλλη θέση : Παραδέχεται ξεκάθαρα πως οι επίσκοποι συμπροσεύχονται με αιρετικούς , όμως προσπαθεί να τους δικαιώσει λέγοντας πως και παλιότερα συνέβαιναν αυτά.
Αν δεν γίνονται συμπροσευχές τότε η υποστήριξη της δεύτερης θέσης είναι εντελώς περιττή.
Αν πάλι γίνονται συμπροσευχές τότε προς τί τα επιχειρήματα υπέρ της πρώτης θέσης; Η σύγκρουση των δύο παραπάνω θέσεων είναι ένα δείγμα μόνο από τα πολλά άτοπα στα οποία έχει οδηγήσει η αποδοχή οικουμενιστικών θεωριών.
Ο συντάκτης του Π.Κ. θα ήταν ειλικρινέστερος αν, αντί να προσπαθεί να δείξει είτε ότι δεν υπάρχουν συμπροσευχές, είτε ότι δεν είναι κακό να γίνονται, εναρμονιζότανε τουλάχιστον με την άποψη του Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου,ο οποίος απερίφραστα τάχθηκε υπέρ των συμπροσευχών και μάλιστα καταδικάζει τους ανωτέρω Ιερούς Κανόνες που του στέκονται εμπόδιο : «Δέν δύνανται νά εφαρμοσθουν σήμερον καί πρέπει νά τροποποιηθουν αι διατάξεις αι κανονίζουσαι τάς σχέσεις των 'Ορθοδόξων Χριστιανων πρός τούς ετεροδόξους καί ετεροθρήσκους. Δέν δύναται η Εκκλησία νά έχη διατάξεις απαγορευούσας τήν είσοδον εις τούς ναούς των ετεροδόξων καί τήν μετ' αυτων συμπροσευχήν . . .» (1)
2. Ελλειψη εκκλησιολογικών επιχειρημάτων και συνέπειας προς την Αποστολική Παράδοση
Aυτό που απουσιάζει παντελώς από το ΠΚ είναι η επίσημη θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως αυτή έχει εκφραστεί δια των Οικουμενικών Συνόδων. Για την Εκκλησία όπου γίνεται Σύνοδος Ορθοδόξων Επισκόπων , εκεί «μιλά» το Αγιο Πνεύμα. Και όσο και αν ψάξει κανείς στο βάθος της Εκκλησιαστικής Ιστορίας δεν θα μπορέσει να βρεί αποφάσεις που να εισηγούνται ελευθερία συμπροσευχών με αιρετικούς , έστω και κατ οικονομίαν.
Αν βρεθούν λοιπόν περιπτώσεις που να συνέβησαν συμπροσευχές , αυτές οπωσδήποτε θα έγιναν κατά παράβαση των κανονικών διατάξεων και μόνο ως τέτοιες μπορούν να εκληφθούν. Αντίθετα στο ΠΚ γίνεται προσπάθεια να εξοβελιστεί η κανονικότητα και να τοποθετηθεί η παρανομία στη θέση της. Ετσι οι συγκεκριμένοι Πατριαρχικοί κύκλοι, ξεφεύγουν πολύ πιο πέρα από μια παράβαση κανόνων και εισηγούνται την αθέτησή τους!
Δεν είναι δυνατόν να πάρουμε περιπτώσεις κατά τις οποίες για λόγους «ανωτέρας βίας» έγινε άκρα οικονομία, ούτως ώστε να μην επέλθουν μεγαλύτερα δεινά στην Εκκλησία και να εφαρμόζουμε αυτή την στάση οποτεδήποτε θέλουμε.
Ειδικά μάλιστα στην σημερινή εποχή που όχι μόνο λόγοι ανωτέρας βίας απουσιάζουν , αλλά και είναι η κατεξοχήν εποχή της ελεύθερης διακίνησης ιδεών, ο λόγος της Ορθόδοξης Εκκλησίας θα έπρεπε να εμφανίζεται κρυστάλλινος και χωρίς συμβιβασμούς αφού αυτός ο λόγος είναι η Μία και μοναδική πηγή ζωής.
Ας θυμηθούμε τους Αποστόλους που πλήρωσαν με τη ζωή τους το κήρυγμα του Ευαγγελίου τότε που ο Χριστιανισμός βρισκόταν στο στόχαστρο των ειδωλολατρών ηγεμόνων. Ποτέ δεν προσπάθησαν να προσεγγίσουν τον κόσμο με «διπλωματικές» κινήσεις ανάμιξης του ψεύδους με την αλήθεια, όπως γίνεται σήμερα.
Μπορούμε να φανταστούμε τους αγίους Αποστόλους να συμπροσεύχονται με τους ιερείς των ειδώλων για το καλό της ανθρωπότητας; Mόνο και μόνο η σκέψη αυτή δείχνει ασέβεια.
Η εκκλησιαστική ιστορία αναφέρει χαρακτηριστικά (2) πώς ο Αγιος Ιωάννης ο Θεολόγος , ο μαθητής της αγάπης, δεν θέλησε να μπεί στα λουτρά της Εφέσου, επειδή μέσα βρισκόταν ένας από τους πρώτους αιρετικούς της εποχής, ο Κήρινθος. Σύμφωνα με τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Αγιο Νεκτάριο (3)αυτή «ήταν μία ΕΜΠΡΑΚΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ του Αποστόλου προς τους αρτίως πιστεύσαντας Εφεσίους , όπου τους εδίδασκε να προσέχουν και να φυλλάτονται πάση δυνάμει Κήρινθον τον απατεώνα...».
Υπάρχει ο κίνδυνος λοιπόν , εξ αντιδιαστολής, να εκλάβουμε τις σημερινές οικουμενιστικές συμπροσευχές και συνεορτασμούς ως μία αντίστοιχη «έμπρακτη διδασκαλία», στο να θεωρούμε τους διάφορους αιρετικούς ως χριστιανούς , όμοιους με τους Ορθοδόξους.
Οπωσδήποτε αν άκουγε ο συντάκτης του ΠΚ το παραπάνω περιστατικό με τον Αγιο Ιωάννη, και μη γνωρίζοντας σε ποιούς αναφέρεται, θα πίστευε ότι πρόκειται περί ενός παλαιοημερολογίτη ή κάποιου αμαθή και απλοϊκού ιερέα , γεμάτον από άκριτο ζήλο και κενόν αγάπης . Και όμως , ήταν ο μαθητής της Αγάπης, της πραγματικής χριστιανικής Αγάπης που μας άφησε και παρόμοια ΓΡΑΠΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ : «Ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ού φέρει, μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν, και χαίρειν αυτώ μη λέγετε, ο γαρ λέγων αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς».(4)
Oπωσδήποτε τέτοια λόγια δεν τολμούν να τα προφέρουν οι εργάτες του Οικουμενισμού και το μόνο που ψελλίζουν είναι ότι οι «αμαθείς» διαβάζουν κάποιους κανόνες αδυνατώντας να τους κατανοήσουν.
Βάζουμε λοιπόν στο πλάι το Πηδάλιο αυτό που κατά τον Αγιο Νικόδημο αποτελεί την δεύτερη Γραφή μετά την Αγία Γραφή. Ποιο είναι λοιπόν το νόημα των παραπάνω λόγων του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου , κατά τον σεβαστό συντάκτη του Π.Κ.; Ποιό είναι επίσης το νόημα κάποιων άλλων λόγων του Αποστόλου Παύλου όπως το « ΜΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΕΙΤΕ τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους, μάλλον δε και ελέγχετε»(5) , ή το «Μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; τις δε ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΦΩΤΙ ΠΡΟΣ ΣΚΟΤΟΣ; τις δε συμφώνησις Χριστού προς Βελίαλ; ή τις ΜΕΡΙΣ ΠΙΣΤΩ ΜΕΤΑ ΑΠΙΣΤΟΥ;»(6) καθώς και «διό εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε, λέγει Κύριος, και ακαθάρτου μη άπτεσθε, καγώ εισδέξομαι υμάς»(7) .
Δυστυχώς συν τοις άλλοις , καταβάλλεται μια έντεχνη προσπάθεια ψυχολογικού επηρεασμού των αναγνωστών, με το να εμφανίζονται οι λιγοστές φωνές αντίδρασης και διαμαρτυρίας, ως θέσεις των παλαιοημερολογιτών και σε καμία περίπτωση ως θέσεις της Εκκλησίας.
Ομως μια δεοντολογική θεώρηση του ζητήματος νομίζουμε πως θα έπρεπε να περιλαμβάνει οπωσδήποτε τους σχετικούς κανόνες και την αντίστοιχη ερμηνεία από Πατέρες της Εκκλησίας.
Σύμφωνα λοιπόν με τους Αποστολικούς κανόνες 10ο , 45ο και 65ο :
«Ει τις ακοινωνήτω, κάν εν οίκω συνεύξηται ούτος αφοριζέσθω»,
«Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος μόνον , αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς ως κληρικοίς ενεργήσαι τί, καθαιρήσθω» και «Ει τις κληρικός ή λαϊκός εισέλθοι , εις συναγωγήν Ιουδαίων ή αιρετικών , προσεύξασθαι, και καθαιρείσθω και αφοριζέσθω».
Αυτά λένε οι ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ για όλες τις γενιές των ανθρώπων. Και ως γνωστό οι Απόστολοι έγραψαν αυτά που έγραψαν χάριν ψυχικής σωτηρίας των πιστών χριστιανών , με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος και μεταφέροντας την «ιδίοις όμμασιν» μαρτυρία της ζωής και του κηρύγματος του Θεανθρώπου.
Και για να μην αναφέρουμε προσωπικές κρίσεις , διαβάζουμε την ερμηνεία του Αγίου Νικόδημου του Αγιορείτη πάνω στους κανόνες αυτούς και σε μερικούς ακόμη , συνολικά :
«...Όποιος με τους αφωρισμένους συμπροσεύχηται (καθώς τοιούτοι είναι οι αιρετικοί) , πρέπει να συναφορίζηται και αυτός κατά τον ι' των αυτών Αποστόλων...Ο δε ξέ Αποστολικός λέγει, ότι όποιος έμβη εις συναγωγήν αιρετικών δια να προσευχηθή, Κληρικός μεν ων, ας καθαίρηται, Λαϊκός δε, ας αφορίζηται. Η δε εν Λαοδικεία, κατά μεν τον ς αυτής, δεν συγχωρεί να εμβαίνουν οί αιρετικοί εις την έκκλησίαν, κατά δε τον λβ δεν πρέπει, λέγει να λαμβάνη τινάς τάς παρά των αιρετικών ευλογίας, η οποίαις είναι αλογίαις, και όχι ευλογίαις, άλλ ουδέ πρεπει να συμπροσεύχηταί τινας με αιρετικούς ή σχισματικούς κατά τον λγ της αυτής. Ο δέ λδ αναθεματίζει τους αφήνοντας τους μάρτυρας του Χριστού καί πορευομένους εις τους ψευδομάρτυρας των αίρετικών. Ο δε θ' Τιμοθέου δεν συγχωρεί να στέκωνται παρόντες αιρετικοί εν τω καιρώ της θείας λειτουργίας, ΕΞΩ ΜΟΝΟΝ ΑΝ ΥΠΟΣΧΩΝΤΑΙ ΝΑ ΜΕΤΑΝΟΗΣΟΥΝ, ΚΑΙ ΝΑ ΑΦΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΙΡΕΣΙΝ. Aλλά και ο Ο' της εν Λαοδικεία αφορίζει τους Χριστιανούς όπου πηγαίνουν εις τα κοιμητήρια, ή μαρτύρια των αιρετικών δια να προσευχηθούν, ή χάριν ιατρείας των ασθενών αυτών. Aλλ ΟΥΤΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΥΝΕΟΡΤΑΖΗ ΚΑΝΕΙΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ, ούτε νά δέχηται τα παρ αυτών πεμπόμενα εις αυτόν δώρα της εορτής των, κατά τον λζ της αυτής εν Λαοδικεία» (8).
Καταδικάζονται ακριβώς όλα αυτά που συμβαίνουν δυστυχώς σήμερα.
Παρατηρούμε εδώ μια σαφή απαγόρευση της κοινωνίας με τους αιρετικούς από το επίπεδο της απλής προσευχής μέχρι του συνεορτασμού. Για όλους υπάρχει εξίσου απαγόρευση έστω και απλής συν-ευχής.
3. Οι δυνατοί δύνανται να συμπροσεύχονται;
Η αυστηρότητα των κανόνων κατά πρώτο λόγο στρέφεται κατά των κληρικών και κατόπιν κατά των λαϊκών.
Αυτό το τονίζουμε γιατί στο ΠΚ αναπτύχθηκε η καινοφανής θεωρία ότι οι «δυνατοί» όπως «οι αρχιερείς μας», έχουν δικαίωμα να συμπροσεύχονται και δεν επιτιμά αυτούς ο κανόνας . Φυσικά το ποιοί είναι δυνατοί στην πίστη είναι κάτι τελείως σχετικό και οπωσδήποτε δεν παρέχουν τα εχέγγυα της πίστης ούτε τα πτυχία, ούτε τα μεταπτυχιακά πάνω στη Θεολογία και μάλιστα στα Πανεπιστήμια της Κεντροδυτικής Ευρώπης ή της Αμερικής.
Αλλά και πάλι όλοι γνωρίζουν πώς ούτε κάτι τέτοιο τηρείται ποτέ (δηλ. το να συμπροσεύχονται μόνο οι «δυνατοί») , γιατί για παράδειγμα στην εορτή του Αγίου Ανδρέα και σε πολλές άλλες στο Φανάρι πάντοτε σχεδόν συμμετέχουν Καθολικοί Καρδινάλιοι ή Αγγλικανοί κληρικοί ή Μονοφυσίτες κ.α. . Το ποίμνιο όμως ΠΟΤΕ δεν απομακρύνεται προκειμένου να συμπροσευχηθούν οι «δυνατοί» μόνο, αλλά αντίθετα παραμένει και εθίζεται στην παρουσία αιρετικών μέσα στις εκκλησίες. Πολλές φορές μάλιστα, δέχεται και τις «ευλογίες» κάποιων από αυτούς τους αιρετικούς δηλαδή τις «αλογίες».
Καταφανώς αντίθετη είναι και η γνώμη του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτη για το αν συγχωρούνται αυτά να γίνονται κατ οικονομία από τους «δυνατούς» επισκόπους και αυτό φαίνεται σε διάφορες επιστολές του. Οπως για παράδειγμα στην περίπτωση που κάποιοι παρασύρθηκαν απο τους αιρετικούς και έψαλλαν μαζί τους , γράφει πως αν μετανοήσουν και είναι λαικοί, γίνονται αμέσως δεκτοί , αν όμως είναι ιερωμένοι μόνο μετά από κατάλληλο επιτίμιο . « Δει γάρ διαφορότητα είναι δια το της ιερωσύνης αξίωμα»(9) αναφέρει χαρακτηριστικά.
4. Εις μάτην εκοπίαζαν οι Άγιοι Πατέρες;
Το πρώτο πράγμα που προσπαθεί το Π.Κ. να μας πείσει είναι ότι δεν νοείται ως συμπροσευχή η τοπική συνύπαρξη και η ταυτόχρονη προσευχή κάποιων ανθρώπων , παρά μόνο αν συνοδεύεται από «τη θέληση προσευχής μέ ηνωμένες πνευματικά θελήσεις καί δυνάμεις ψυχικές». Και καταλήγει μετά από διάφορους ακροβατισμούς άσχετους προς το θέμα , λέγοντας ότι «στόν ίδιο τόπο μπορεί ο ένας νά παρακαλεί τό αληθινό Θεό καί ο άλλος τόν ψεύτικο. Αυτό δεν ειναι συμπροσευχή».
Καταρχήν πρέπει να πούμε ότι ουδόλως πειθόμαστε σε τέτοιου είδους διαβεβαιώσεις.
Στην πράξη έχει αποδειχτεί περίτρανα ότι έχουν γίνει ολόκληρες τελετές με πολύ, μα πολύ συγκεκριμένο πρόγραμμα, στο οποίο οι κληρικοί και οι χορωδίες του ενός δόγματος εναλλάσσονται με του άλλου, διαβάζοντας , συμψάλλοντας και υμνώντας τον Θεό. Είναι γνωστά άλλωστε τα συλλείτουργα των Πατριαρχών Δημητρίου και Βαρθολομαίου στην Ιταλία με τον πάπα. Το 1995 μάλιστα μεταδόθηκε όλη η τελετή από την κρατική τηλεόραση και δεν χωρούν αμφιβολίες για παρερμηνεία.
Δεν είναι δυνατόν να θέλει να γίνει πιστευτός ένας άνθρωπος που ισχυρίζεται ότι την ώρα που απαγγέλουν δύο άνθρωποι το «Πάτερ ημών» για παράδειγμα, είναι δυνατόν να μην συμπροσεύχονται. Τέτοιο γεγονός έλαβε χώρα και στην Αθήνα με τον πάπα και τον αρχιεπ. Αθηνών Χριστόδουλο κατά τη διάρκεια της γνωστής επίσκεψης.
Αν θελήσουμε παρόλα αυτά να γίνουμε αφελείς και να παραδεχτούμε ότι θα μπορούσε να είναι κι έτσι , τότε δημιουργούνται αυτομάτως δύο ενστάσεις.
Α) Γιατί γίνονται τελικά όλες αυτές οι συνάξεις τύπου Ασσίζης;
Αφού σκοπός όλων ήταν (σύμφωνα με τα λεγόμενά τους τουλάχιστον) η προσευχή για την ειρήνη του κόσμου, δεν θα μπορούσαν να προσευχηθούν χωριστά στον τόπο του ο καθένας; Aλλωστε η Ορθόδοξη Εκκλησία προσεύχεται σε κάθε λειτουργία για όλο τον κόσμο. Αρα η ταυτόχρονη και στον ιδιο τόπο προσευχή, τι σκοπό μπορεί να εξυπηρετεί ;
Mοιάζει να μην έχει κανένα νόημα και φαντάζουν μάλλον ανόητοι όλοι εκείνοι που προσήλθαν από πολύ μακριά σε έναν τόπο κοινό, για να προσευχηθούν ...χωριστά. Δηλαδή να παρευρίσκονται σωματικά ενώ το πνεύμα τους αρνείται τάχα να παραβρεθεί για λόγους συνείδησης!
Β) Εστω λοιπόν ότι δεχόμαστε πώς αν ένας Ορθόδοξος προσεύχεται σε έναν τόπο στον Αληθινό Θεό, και την ίδια ώρα , στον ίδιο τόπο , προσεύχεται παράλληλα ένας αιρετικός ή αλλόθρησκος στον δικό του Θεό, τότε αφού δεν απευθύνονται στο ίδιο Πρόσωπο , δεν θεωρείται συμπροσευχή το γεγονός αυτό. Δεν υπάρχουν οι απαιτούμενες «ηνωμένες πνευματικά θελήσεις».
Τότε όμως όλοι οι σχετικοί κανόνες περί συμπροσευχών, χάνουν τελείως το νόημα ύπαρξής τους. Γιατί με βάση το Π.Κ. αφού οι ορθόδοξοι προσεύχονται πάντα στον αληθινό Θεό και οι υπόλοιποι όχι , άρα ποτέ δεν θα μπορούσε να υπάρξει συμπροσευχή μεταξύ ετεροδόξων και ετεροθρήσκων. Η λέξη συμπροσευχή λοιπόν νοείται μόνο μεταξύ ορθοδόξων και δεν θα μπορούσε ποτέ να πάρει αρνητική χροιά.
Και βγαίνει αβίαστα το ερώτημα, γιατί κοπίαζαν τότε οι Αγιοι Πατέρες συντάσσοντας τους προαναφερθέντες απαγορευτικούς περί συμπροσευχών κανόνες;
Τέλος η παραδοχή ότι οι επίσκοποι που συμμετέχουν στις διάφορες τελετές προσεύχονται στον Αληθινό Θεό και είναι εν γνώσει του γεγονότος ότι οι συμπροσευχόμενοί τους αιρετικοί ή αλλόθρησκοι απευθύνονται στο πουθενά, συνιστά χειρότερο αδίκημα απο την οποιαδήποτε παραβίαση κανόνων. Κι αυτό διότι ουσιαστικά αδιαφορούν για την απώλεια των συνανθρώπων τους και κατά κάποιο τρόπο τους περιπαίζουν αφού οι ίδιοι είναι γνώστες της Αλήθειας, αδιαφορώντας για την πλάνη του κατά κυριολεξίαν διπλανού τους. Αυτό δεν βαρύνει τόσο έναν οιονδήποτε ορθόδοξο χριστιανό όσο εκείνους, τους διαδόχους των πρώτων Αποστόλων προς τους οποίους απευθύνεται κατεξοχήν το «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη».
5. Παρερμηνεία παλαιότερων περιπτώσεων και παραλληλισμός με τις συμπροσευχές των τελευταίων ετών
Διατυπώνονται στο Π.Κ. απορίες περί του Αγίου Κωνσταντίνου , περί των κατηχουμένων και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις και τίθεται το ερώτημα «πως τότε επιτρέπονταν οι συμπροσευχές;».
Καταρχήν ας αντιστρέψουμε το ερώτημα :
Είναι δυνατόν, αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι (που πολλούς σήμερα τους τιμάμε ως αγίους) από την μία να αναθεματίζουν και να αποκόπτουν από την Εκκλησία τους διάφορους αιρετικούς και από την άλλη να τους δέχονται και να συμπροσεύχονται μαζί τους , ενώ οι ίδιοι έχουν ορίσει τους κανόνες περί απαγόρευσης των συμπροσευχών; Δεν θα ήταν πολύ παράλογο και αντιφατικό αυτό εκ μέρους των Αγίων;
Η απάντηση στο παραπλανητικό ερώτημα βρίσκεται στο νόημα της λέξης «κατηχούμενος» που όπως λέει ο προαναφερθείς Αγιος Νικόδημος , κατηχούμενοι είναι αυτοί οι καλοπροαίρετοι που αναζητούν την αλήθεια και «ΥΠΟΣΧΩΝΤΑΙ ΝΑ ΜΕΤΑΝΟΗΣΟΥΝ, ΚΑΙ ΝΑ ΑΦΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΙΡΕΣΙΝ». Σ αυτούς μόνο επιτρέπεται «να στέκωνται παρόντες εν τω καιρώ της θείας λειτουργίας πλήν και τότε πάλιν δεν πρέπει να αφήνωνται μέσα εις τον ναόν, αλλά να στέκωνται έξω με τους Κατηχουμένους. Ει δε τοιουτοτρόπως δεν υπόσχονται, ουδέ με τους Κατηχουμένους συγχωρούνται να στέκουν, αλλά να αποδιώκωνται κατά τον Βαλσαμώνα» (10).
Τι καλύτερη διαβεβαίωση λοιπόν παρείχε επί του προκειμένου ο Μέγας Κωνσταντίνος όταν συγκάλεσε Οικουμενική Σύνοδο για να καταπολεμήσει την αίρεση του Αρειανισμού και πολλά άλλα προς δόξα της Εκκλησίας;
Καμία ομοιότητα δεν παρουσιάζεται μεταξύ του Μεγάλου Κωνσταντίνου που ταπείνωσε κυριολεκτικά την ειδωλολατρία και τις αιρέσεις που λυμαίνονταν το σώμα της Εκκλησίας και των αιρετικών που παραμένουν αμετανόητοι στις άπειρες προσκλήσεις των ορθοδόξων για επιστροφή.
Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τους Ρώσους στους οποίους , για την αγωνιώδη αναζήτηση της Αλήθειας, οφειλόταν εκ μέρους της Εκκλησίας να τους επιτρέψει να λάβουν θέση κατηχουμένου στο ναό. Αλλωστε η θέση των κατηχουμένων είναι σε ειδικό τόπο και όχι στον κυρίως ναό. Χωριστά δηλαδή από τους πιστούς.
Για τον προφήτη Ηλία τα πράγματα είναι απλά . Δεν συμπροσευχήθηκε με κανέναν. Μόνος του προσευχήθηκε δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία γι αυτό. Με τα πρόσωπα συμπροσευχόμαστε όχι με τον τόπο.
Αναφέρεται στο Π.Κ. ότι οι ετερόδοξοι γίνονται δεκτοί με χρίσμα και αυτό αυτό αποδεικνύει τάχα πολλά. Το μόνο που αποδεικνύεται όμως είναι ότι υπάρχει μεγάλο πρόβλημα σήμερα, καθώς αυτή είναι μία πρακτική των νεωτεριστών και σε καμία περίπτωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας , η οποία κατά την επιστροφή των ετεροδόξων τους βαπτίζει!
Η εγκατάλειψη του βαπτίσματος είναι απόρροια μιας Νέας «θεολογίας» η οποία αποκαλύπτεται εν μέρει στο Π.Κ. και σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχουν αιρετικοί κατ ουσίαν αλλά απλά χριστιανοί με διαφορετικές απόψεις. Αναφέρεται χαρακτηριστικά σε ένα άλλο σημείο :
«Λοιπόν τόν ερώτησαν οι μοναχοί τού Σινά εάν πρέπει νά δίδουν αντίδωρο είς τους παρακολουθούντας την θείαν λειτουργίαν εις τήν μονήν, Λατίνους (Παπικούς) καί Αρμενίους (μονοφυσίτας), δηλαδη μέ τήν νοοτροπίαν τών παλαιοημερολογιτών «αιρετικούς»..»κλπ.
Δηλαδή οι παπικοί και οι μονοφυσίτες είναι αιρετικοί μόνο κατά τους παλαιοημερολογίτες ; Δέν είναι καταδικασμένοι αιρετικοί από την Εκκλησία εδώ και τόσους αιώνες;
Ξεχνάει ο συγγραφέας του κειμένου τα φοβερά αναθέματα που διαβάζονται κατά ποικίλων αιρετικών την Κυριακή της Ορθοδοξίας;
Εκεί όμως που πραγματικά η διαστροφή είναι οφθαλμοφανής και στον πιο ανυποψίαστο άνθρωπο είναι στο σημείο που αναφέρεται στον Αγιο Ιωάννη της Κλίμακος : «Ολοι γνωριζομε καί τιμάμε σάν άγιο τόν άγιο Ιωάννη τής Κλίμακος, που έζησε τόν 6ον μ.Χ. αιώνα. Γράφει λοιπόν αυτός στόν λόγο του πρός τόν ποιμένα που είναι στό τέλος τής Κλίμακος (σέ μετάφραση της Ιεράς μονής Παρακλήτου) 65. Οι αδύνατοι ας μη συντρώγουν μέ αιρετικούς, όπως έχει ορισθεί από τους ιερούς κανόνας. Όσοι όμως με τη χάρι του Κυρίου είναι δυνατοί, εάν προσκαλώνται μέ εμπιστοσύνη καί καλή προαίρεσι από αυτούς, καί θέλουν νά υπάγουν, ας πηγαίνουν πρός δόξαν Κυρίου».
Ο Αγιος όπως φαίνεται δίνει την άδειά του στους δυνατούς , αν θέλουν να συμφάγουν με αιρετικούς.
Προσέξτε λοιπόν πως μετά (παρ)ερμηνεύονται τα παραπάνω : «Γι' αυτό καί οι αρχιερείς μας που είναι δυνατοί, όπως λέει ο Αγιος Ιωάννης τής Κλίμακος καί δεν φοβούνται νά παρασυρθούν από αυτούς , μιλάνε μαζύ τους, τούς επισκέπτονται, κάθονται στό τραπέζι μαζύ τους, ΚΑΝΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥΣ ΠΡΟ ΤΟΥ ΦΑΓΗΤΟΥ, ΤΟΥΣ ΔΕΧΟΝΤΑΙ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ (ΧΩΡΙΣ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ). ΑΚΟΜΗ ΠΗΓΑΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΤΟΥΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΣΤΙΣ ΓΙΟΡΤΕΣ ΤΟΥΣ...»
Ενώ δηλαδή ο Αγιος λέει ότι οι δυνατοί μπορούν μέχρι και να συμφάγουν , ο συντάκτης του Π.Κ. το προχώρησε μέχρι τις συμπροσευχές στο τραπέζι αλλά και στις δύο εκκλησίες (ορθόδοξη και αιρετική)!!!
Αλλά ας πάρει μία απάντηση από τον ίδιο Αγιο :
«ΤΗΝ ΑΚΕΡΑΙΑ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΤΑ ΕΥΣΕΒΗ ΔΟΓΜΑΤΑ ΑΣ ΑΦΗΣΕΙΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΟΛΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΣΤΑ ΤΕΚΝΑ ΣΟΥ, ώστε όχι μόνο τα τέκνα σου , αλλά και τους εγγονούς σου ΝΑ ΟΔΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΔΙΑ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» (11).
Οι ποιμένες μας πριν από όλα ΟΦΕΙΛΟΥΝ να μας αφήνουν κληρονομιά την ορθή πίστη και τα ευσεβή δόγματα. Και μόνο δια της Ορθοδοξίας οδηγείται κανείς στον Κύριο δηλαδή σώζεται. Αντίθετα, οι Οικουμενιστές, προτάσσουν την αγάπη και την ενότητα, ενώ για τα δόγματα ούτε κουβέντα. Με αυτά να μην ασχολείται κανείς .
Με το θέμα ασχολήθηκε και ο μεγάλος άγιος και ομολογητής Θεόδωρος ο Στουδίτης. Στην επιστολή του προς τον μοναχό Μεθόδιο και προς απάντηση της ερώτησης εκείνου για το αν πρέπει να δεχόμαστε σε συνεστίαση και ψαλμωδία - όχι βέβαια αιρετικούς γιατί αυτό ήταν απολύτως ξεκάθαρο ,αλλά – εκείνους που δέχονται αδιάφορα οποιονδήποτε και συμπροσεύχονται και τρώνε μαζί του, η απάντηση είναι καταπέλτης προς τους σημερινούς οικουμενιστές :
«Του αποστόλου λέγοντος, στέλλεσθαι υμάς από παντός αδελφού ατάκτως περιπατούντος καί μή κατά τήν παράδοσιν ήν παρέλαβον παρ' ημών, πώς ουχί καί αφ' εαυτών τό καλόν κρίνετε; ει μέν ούν απόσχοιντο τής εφαμάρτου συνηθείας καταδεχόμενοί τε καί επιτιμίαν τήν προσήκουσαν, δεκτέοι. επιτηρητέον δέ, τίνες εισίν ούς φήτε τυχόντας, άρα αιρετικοί ή προδήλως κατεγνωσμένοι επί τού βίου; περί τών τοιούτων γάρ φησίν ο απόστολος″ εάν τις αδελφός ονομαζόμενος πόρνος ή πλεονέκτης ή ειδωλολάτρης καί τά εξής, τώ τοιούτω μηδέ συνεσθίειν»(12) .
Δηλαδή μας υπενθυμίζει τη ρήση του Αποστόλου να αποφεύγουμε κάθε αδελφό που κάνει άτακτη ζωή , μη σύμφωνη με την παράδοση. Συστήνει δηλαδή στον μοναχό να αποφεύγει αυτούς που συμπροσεύχονται με τον οποιονδήποτε , πόσο μάλλον θα προσθέταμε, εκείνους που συμπροσεύχονται συνειδητά με αιρετικούς π.χ. παπικούς , μονοφυσίτες, αγγλικανούς κλπ. Τους δεχόμαστε μόνο μετά από συνειδητή μετάνοια και επιτίμιο. Και συμπληρώνει ότι αν οι άλλοι είναι αιρετικοί ή έχουν φανερές αμαρτίες –πόρνοι ,ειδωλολάτρες, πλεονέκτες – πρέπει να αποφεύγουμε και το να συντρώμε μαζί τους κατα την παραγγελία του Αποστόλου.
Στην περίπτωση τώρα του Γεννάδιου του Σχολάριου που επέτρεψε στους Σιναίτες μοναχούς να δίνουν μέχρι και αντίδωρο στους αιρετικούς Λατίνους και στους Αρμένιους (μονοφυσίτες) πρέπει να παρατηρήσουμε ότι πρόκειται για μια αμφιλεγόμενη θέση , η οποία κρίνεται υπό το επιεικέστερο βλέμμα ως ακραία οικονομία. Τούτο μάλιστα όπως αναφέρει έπρατταν και άλλοι Πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως. Εδώ πρέπει να θυμηθούμε πως ούτε και ο Μέγας Βασίλειος
έλεγε για κάποιο καιρό το Αγιο Πνεύμα Θεό φανερά , φοβούμενος τους αιρετικούς πνευματομάχους να μην διώξουν την Εκκλησία της Καισαρείας και προκληθεί μεγαλύτερο κακό.
Είναι αυτό στο οποίο αναφερθήκαμε αρχικά πως κάποιες φορές λόγοι ανωτέρας βίας και αποσοβήσεως διωγμών ανάγκαζαν τους ιεράρχες να κάνουν υποχωρήσεις. Πάντοτε όμως προσωρινά . Κάτι που την εποχή εκείνη με τον εξ Ανατολών κίνδυνο και έπειτα με τον ζυγό των Αγαρηνών , οδηγούσε , τους ιεράρχες να χαρίζονται στους αιρετικούς αφήνοντας τους στη Θεία Λειτουργία.
Ας δούμε όμως και την γνώμη επί του σημείου αυτού ενός άλλου μεγάλου διδασκάλου του Νεόφυτου του Καυσοκαλυβίτου. Στο «Περί των εν Ορθοδόξοις συνεκκλησιαζομένοις Αρμενίων» αναφέρει ότι « ταύτα μεν ...τα του Γενναδίου ...ΟΥΔΕΝ ΕΝ ΑΥΤΟΙΣ ΥΓΙΕΣ». Και στη συνέχεια, αναλυτικότερα «ει γάρ οι αιρετικοί εισί και ασεβείς και άπιστοι ...οι δε άπιστοι εισί κύνες και κατά τον Γεννάδιον, τα τοις κυσί μη διδόμενα άγια πως τότε τοις απίστοις αιρετικοίς μεταδοτέα; Αγιαστικόν γάρ και το κατακλαστόν και αι της συνάξεως ευχαί τε και ψαλμωδίαι , ων ο τοις πιστοίς συναγόμενος αιρετικός επικοινωνεί των μεν τη ακροάσει, του δε τη μεταλήψει.»(13) Που σημαίνει «Διότι αν οι αιρετικοί είναι και ασεβείς και άπιστοι , οι δε άπιστοι είναι κύνες σύμφωνα και με τον Γεννάδιο, τότε πως μπορεί τα άγια τα οποία δεν μεταδίδονται στους κύνες , να μεταδοθούν στους άπιστους αιρετικούς; Διότι αγιαστικό είναι και το αντίδωρο και της συνάξεως οι ευχές και ψαλμωδίες μέσω των οποίων, ο αιρετικός που συγκεντρώνεται με τους πιστούς επικοινωνεί μαζί τους δια της ακροάσεως (των ευχών) και δια της μεταδόσεως (του αντιδώρου)».
Και αν δεν μπορεί κανείς να εννοήσει την αυστηρότητα των κανόνων στο θέμα της επικοινωνίας με τους αιρετικούς ο Νεόφυτος εξηγεί, λέγοντας πως με τον τρόπο αυτό γίνεται έμμεση παραδοχή , πως και εκείνοι είναι χριστιανοί άρα « ει και οι ετερόδοξοι και απλώς οι ομωνύμως λεγόμενοι χριστιανοί , χριστιανοί εισί και αυτοί , έστιν άρα ουχ ,ώσπερ είς Κύριος , ούτω και μία η εις αυτόν πίστις, αλλά πολλαί αι εις τον ένα Κύριον πίστεις, και μεμέρισται ο Χριστός».
Δηλαδή «αν και οι ετερόδοξοι και αυτοί που απλά αποκαλούνται χριστιανοί , είναι όντως χριστιανοί και αυτοί, δεν ισχύει ότι , όπως ένας είναι ο Κύριος έτσι και μία η προς Αυτόν πίστη, αλλά πολλές οι πίστεις προς τον έναν Κύριο, άρα διαιρείται ο Χριστός».
Σε μέγιστα άτοπα οδηγούμαστε λοιπόν με τις παράνομες επικοινωνίες , άτοπα όχι επιφανειακά , αλλά επί της ουσίας της Θεολογίας.
Και βέβαια επιτακτικό έρχεται το ερώτημα , αν κάποτε έγιναν παραχωρήσεις για τους λόγους που προαναφέραμε , σήμερα όμως ποιά είναι η ανάγκη τέτοιας οικονομίας; Καμία απολύτως.
Και πως είναι δυνατόν να αποκαλούνται ως «αδελφοί μας» οι ποικίλοι αιρετικοί να συνεορτάζουμε στους ναούς τους και στους ναούς μας την ώρα που δεν έχουν κάνει βήμα πίσω στις κακοδοξίες τους;
Το χειρότερο είναι ότι όλα αυτά δεν είναι απλές στιγμιαίες εκδηλώσεις εν θερμώ, αλλά συνειδητές και προσεγμένες κινήσεις όπως φαίνεται απο την άρση των αναθεμάτων κατά των Λατίνων (1965) ή από την αναγνώριση των μυστηρίων και της Αποστολικής διαδοχής των ίδιων αιρετικών στο Ballamand (1993) και στη Ρώμη (1995) αλλά και από πλήθος παρόμοιες ενέργειες που ξεφεύγουν από το σκοπό του παρόντος κειμένου.
6. Οι οδυνηρές συνέπειες των συμπροσευχών για την Ορθοδοξία
Η συναναστροφή με τους αιρετικούς και η κοινωνία μαζί τους ,οι συμπροσευχές ,οι μικτοί γάμοι κλπ. αποβαίνουν επιζήμια πρώτα για εκείνους, και έπειτα για το ορθόδοξο πλήρωμα.
Οπωσδήποτε δεν είναι κατακριτέα μια επαφή σε επίπεδο απλής κοινωνικής εκδηλώσεως, είναι όμως όταν φτάνει σε επίπεδο συν-προσευχής.
Απλή διάκριση χρειάζεται για να εννοήσουμε την διαφορά των δύο ειδών σχέσεων. Η πρώτη σχέση , η απλή κοινωνική σχέση οφείλει να εμπεριέχει την άδολη αγάπη προς τον πλησίον, ανεξαρτήτως του ποιός είναι . Η δεύτερη, η πνευματική , απαιτεί απομάκρυνση διότι «η δε οδός των ασεβών πλανήσει αυτούς»(14).
Γράφεται στο Π.Κ. «Τό συμπέρασμα είναι ότι οι ιεροί κανόνες που απαγορεύουν τήν συμπροσευχή ορθοδόξων μέ αιρετικούς, έχουν σκοπό νά προφυλάξουν τούς απλούς χριστιανούς από τό νά ταυτίσουν ορθοδοξία καί αίρεση. Όταν τέτοιος φόβος δεν υπάρχει η τοπική συνύπαρξη στό χώρο προσευχής ορθοδόξων καί αιρετικών δεν απαγορεύεται»
Η απάντηση έρχεται από τον Αγιο Νικόδημο:
«Οί ορθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει να αποστρέφωνται τους αιρετικούς, και τάς τών αιρετικών τελετάς. Μάλλον δε αυτοί, οι αιρετικοί δηλ. πρέπει να ελέγχωνται και να νουθετώνται οπό τους Επισκόπους και Πρεσβυτέρους, μήπως ήθελαν καταλάβουν και επιστρέφουν από την πλάνην των. Δια τούτο ό παρών Κανών διορίζει ότι, όποιος Επίσκοπος, ή Πρεσβύτερος ήθελεν άποδεχθεί ως ορθόν και άληθινόν το βάπτισμα των αιρετικών ή την παρ' αυτών προσαγομένην θυσίαν, ό τοιούτος, προστάζομεν να καθαιρεθή. Επειδή ποίαν συμφωνίαν έχει ό Χριστός με τον διάβoλον; ή ποίαν μερίδα έχει ο πιστός με τον άπιστον; Διότι εκείνοι όπου δέχονται τα παρά των αιρετικών, ή τα όμοια φρονήματα έκείνων έχουσι και αυτοί, ή το όλιγώτερον δεν έχουσι προθυμίαν να ελευθερώνουν αυτούς από την κακοδοξίαν των. ΟΙ ΓΑΡ ΣΥΝΕΥΔΟΚΟΥΝΤΕΣ ΕΙΣ ΤΑΣ ΕΧΕΙΝΩΝ ΤΕΛΕΤΑΣ , ΠΩΣ ΔΥΝΑΝΤΑΙ ΝΑ ΕΛΕΓΞΟΥΣΙΝ ΑΥΤΟΥΣ ΔΙΑ ΝΑ ΠΑΡΑΙΤΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΚΟΔΟΞΟΝ ΚΑΙ ΠΕΠΛΑΝΗΜΕΝΗΝ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΙΝ;»(15)
Ακόμα δηλαδή και αν δεν υπήρχε για τους πιστούς, ο φόβος ταύτισης Ορθοδοξίας και αίρεσης (με ποιόν υπερφυσικό τρόπο έχει άραγε επιτευχθεί αυτό σήμερα;) και πάλι είναι εφάμαρτες οι συμπροσευχές και κάθε άλλη πνευματική σχέση με τους αιρετικούς, γιατί πολύ απλά , κατά τον άγιο, αφήνονται όλοι εκείνοι αβοήθητοι και εγκαταλελειμένοι στην πλάνη τους οδεύοντας προς την απώλεια.
Κατα τις συχνές συμπροσευχές του Πατριάρχη Βαρθολομαίου με αιρετικούς ουδέποτε λαμβάνονται μέτρα ώστε να αποφευχθεί από τους απλούς πιστούς η ταύτιση ορθοδοξίας – αίρεσης . Οπως φαίνεται καθαρά δεν συμπροσεύχονται μόνο οι « δυνατοί»
Αν λοιπόν ο συγκεκριμένος Αγιος καταλήγει στο παραπάνω συμπέρασμα, πως αυτοί όλοι επιμένουν να ακολουθούν ακριβώς αντίθετες πρακτικές (αντορθόδοξες) , οι οποίες σε τελική ανάλυση δεν έχουν φέρει τόσα χρόνια την ριζική ή έστω μερική μεταστροφή των αιρετικών στην Ορθοδοξία;
Αντίθετα όλοι παρατηρούν σήμερα μία άμβλυνση του ορθόδοξου φρονήματος και μία εξίσωση ορθοδοξίας και υπολοίπων δογμάτων όχι μόνο σε επίπεδο «κεφαλών» αλλά και κάτω στον απλό κόσμο. Με μία απλή ερώτηση στον κύκλο των γνωστών του ο καθένας μας , εύκολα διαπιστώνει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ορθοδόξων χριστιανών σήμερα, δεν βρίσκει καμία διαφορά ανάμεσα στην Ορθοδοξία και στα άλλα δόγματα.
Αυτοί δυστυχώς είναι οι καρποί της Οικουμενιστικής σποράς του 20ου αιώνα.
Ι.Δ.Κ.
[1] Βαρθολομαίου 'Αρχοντώνη, Περί τήν Κωδικοποίησιν των 'Ιερων Κανόνων καί των Κανονικων Διατάξεων εν τη 'Ορθοδόξω 'Εκκλησία, 'Ανάλεκτα Βλατάδων, 'Αριθ. 6, Πατριαρχικόν 'Ίδρυμα Πατερικων Μελετων, Θεσσαλονίκη 1970, σ. 73.
[2] Αγ.Ειρηναίου βιβλ.Γ,κεφ.Γ
[3] Περί Ανεξιθρησκείας , σελ.19
[4] Β' Ιωάν. 9-11
[5] Εφεσ. ε' 11
[6] Β' Κορ. στ' 14-15
[7] Β' Κορ. στ' 17
[8] Πηδάλιο σελ. 51, ερμηνεία και συμφωνία στον με' αποστ. κανόνα
[9] Επιστολή 552
[10] Πηδάλιο σελ.670 , ερμηνεία στον θ' Τιμοθέου
[11] Λόγος εις τον Ποιμένα , 97
[12] Επιστολή 549
[13] Επιτομή Ιερών Κανόνων φύλλο 158Α (ανέκδοτο)
[14] Παροιμ. ιβ' 26
[15] Πηδάλιο σελ.51-54, ερμηνεία στον μστ΄κανόνα
(ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΙΧΕ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΕΙ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΑ ΕΔΩ: http://clubs.pathfinder.gr/antioikoumene/593029 )