Σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων:
ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΕΡΟΙ ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΑΠΙΚΟΥΣ
Στὴν πρὸς «Δυτικοῖς» ἐπιστολή του ὁ Μ. Βασίλειος, γράφει:
«Λοιπόν, τὸ μὲν θρασὺ καὶ ἀναίσχυντον τμῆμα τῆς αἱρέσεως τῶν Ἀρειανῶν, ἀφοῦ φανερῶς ἀπεκόπη ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, παραμένει εἰς τὴν πλάνην του, ἀλλ’ ὀλίγον μᾶς βλάπτει, διότι ἡ ἀσέβειά των εἶναι φανερὰ εἰς ὅλους.
Ὅσοι ὅμως εἶναι ἐνδεδυμένοι μὲ δέρμα προβάτου καὶ ἐμφανίζουν ἐξωτερικόν (βίον) ἥμερον καὶ πρᾶον, ἐνῶ ἐσωτερικῶς κατασπαράσσουν ἀνηλεῶς τὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, μάλιστα διότι ἔχουν ἀρχικῶς προέλθει ἀπὸ ἡμᾶς, εὐκόλως προξενοῦν βλάβην εἰς τοὺς ἁπλουστέρους, αὐτοί (κυρίως) εἶναι ἐπικίνδυνοι καὶ δύσκολοι εἰς τὸ νὰ προφυλαχθῇ κανεὶς ἀπὸ αὐτούς: (Οἱ δὲ τὴν δορὰν τοῦ προβάτου περιβεβλημένοι καὶ τὴν ἐπιφάνειαν ἥμερον προβαλλόμενοι καὶ πραεῖαν, ἔνδοθεν δὲ σπαράσσοντες ἀφειδῶς τὰ Χριστοῦ ποίμνια καὶ διὰ τὸ ἐξ ἡμῶν ὡρμῆσθαι εὐκόλως ἐμβάλλοντες βλάβην τοῖς ἁπλουστέροις, οὗτοί εἰσιν οἱ χαλεποὶ καὶ δυσφύλακτοι).
» Αὐτοί (ἀκριβῶς), ζητοῦμεν ἀπὸ τὴν τελειότητά σας, νὰ γνωστοποιηθοῦν δημοσίως εἰς ὅλας τὰς Ἐκκλησίας τῆς Ἀνατολῆς, ὥστε ἤ, ἂν ὀρθοποδήσουν (εἰς τὴν ἀλήθειαν), νὰ ἀνήκουν εἰλικρινῶς μαζί μας, ἤ, ἐὰν παραμείνουν διεστραμμένοι, νὰ διατηροῦν μεταξύ των μόνον τὴν βλάβην, χωρὶς νὰ δύνανται ἐξ αἰτίας τῆς ἀπροφυλάκτου ἐπικοινωνίας (μαζί των) νὰ μεταδίδουν τὴν ἀσθένειάν των εἰς ὅσους τοὺς πλησιάζουν.
» Εἶναι ὅμως ἀνάγκη νὰ μνημονεύσωμεν αὐτοὺς ὀνομαστικῶς, ὥστε καὶ σεῖς οἱ ἴδιοι νὰ γνωρίσετε ποῖοι κάμνουν ταραχὰς μεταξύ μας, ἀλλὰ καὶ νὰ κάμετε τοῦτο φανερὸν εἰς τὰς Ἐκκλησίας σας. Διότι ὁ ἰδικός μας βεβαίως λόγος φαίνεται εἰς τοὺς πολλοὺς ὕποπτος, ὅτι δῆθεν ἕνεκα μερικῶν προσωπικῶν διαφορῶν προτιμῶμεν νὰ δεικνύωμεν ἀπέναντί των στάσιν μικρόψυχον (καὶ φιλόνικον)».
(Μ. Βασιλείου, Τοῖς Δυτικοῖς, ἐπιστ. σξγ΄, Ἐκδ. «Ὠφελίμου Βιβλίου», (μτφρ. Μπιλάλη Νικόδημου, μοναχοῦ ἁγιορείτου, ὅπ. παρ., κεφ. 2, σελ. 124-125).
Καὶ σὲ ἄλλη ἐπιστολὴ γράφει ὁ Μ. Βασίλειος μὲ τὸ ἴδιο πνεῦμα:
«Τὰ μὲν οὖν παρὰ τῶν Ἀρειανῶν (σ.σ. σήμερα Παπικῶν) ἔκπαλαι κατὰ τῆς Ἐκκλησίας σκευωρούμενα, εἰ καὶ πολλὰ καὶ μεγάλα καὶ κατὰ πᾶσαν διαβεβοημένα τὴν οἰκουμένην, ἀλλ' οὖν φορητὰ ἡμῖν ἐστι διὰ τὸ παρὰ φανερῶν ἐχθρῶν καὶ πολεμίων τοῦ λόγου τῆς ἀληθείας γίνεσθαι· οὓς ὅταν μὴ ποιήσωσι τὰ συνήθη, θαυμάζομεν, οὐχ ὅταν μέγα τι καὶ νεανικὸν κατὰ τῆς εὐσεβείας τολμήσωσι. Λυπεῖ δὲ ἡμᾶς καὶ ταράσσει τὰ παρὰ τῶν ὁμοψύχων καὶ ὁμοδόξων γινόμενα» (Μ. Βασιλείου, Πρὸς Πέτρον Ἐπίσκοπον Ἀλεξανδρείας, ἐπιστ. σξϚ΄, κεφ. 1, στιχ. 12-20, σελ. 136).
Ἡ μετάφραση (Μπιλάλη Νικοδήμου, ἁγιορείτου μοναχοῦ):
«Ὅσα λοιπὸν ἀφ’ ἑνὸς δολιεύονται οἱ Ἀρειανοὶ ἀνέκαθεν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, μολονότι εἶναι πολλὰ καὶ μεγάλα καὶ διατυμπανισμένα εἰς ὅλην τὴν Οἰκουμένην, παρὰ ταῦτα μᾶς εἶναι ὑποφερτά, λόγῳ τοῦ ὅτι γίνονται ἀπὸ φανεροὺς ἐχθροὺς καὶ πολεμίους τοῦ λόγου τῆς ἀληθείας. Μάλιστα τοὺς θαυμάζομεν, ὅταν δὲν κάνουν ὅ,τι συνηθίζουν καὶ ὄχι ὅταν τολμήσουν κάτι σοβαρὸν καὶ θρασὺ ἐναντίον τῆς εὐσεβοῦς πίστεως. Ἀφ’ ἑτέρου ὅμως μᾶς λυποῦν καὶ μᾶς ταράσσουν ὅσα γίνονται ἀπὸ τοὺς ὁμοψύχους καὶ ὁμοδόξους»
(Ἀπὸ τὸ βιβλίο "Ἡ Πατερικὴ στάση στοὺς Θεολογικοὺς Διαλόγους", Σημάτη Παναγιώτη