Σε συνέχεια της χθεσινής ανάρτησης του Ιστολογίου μας (εδώ), δημοσιεύουμε τα ακόλουθα έγγραφα. Πρόκειται για την κλήση της Ι.Μ.Θ προς τον π. Θεόδωρο Ζήση για το επισκοπικό δικαστήριο με τις αβάσιμες και απαράδεκτες κατηγορίες εναντίον του και την απάντηση του πατρός Θεοδώρου στην κλήση αυτήν. Τα έγγραφα μας τα κοινοποίησε ο π. Θεόδωρος, με την παράκληση της δημοσίευσης.
Απάντηση του πατρός Θεοδώρου Ζήση
Πρωτοπρεσβύτερος
Θεόδωρος ΖήσηςὉμότιμος Καθηγητὴς
Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
18ο χλμ. Θεσσαλονίκης-Περαίας
570 19 Ν. Ἐπιβάται
ΤΗΛ.: 23920.24865 FAX: 23920.27402
Ἐν Θεσσαλονίκῃ τῇ 26ῃ Σεπτεμβρίου 2017
Πανοσιολογιώτατον Ἀρχιμανδρίτην
π. Στέφανον Τόλιον
Ἀναπληρωτὴν Πρόεδρον
τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Δικαστηρίου
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης
Ἐνταῦθα
Ἔλαβα χθές (25.09.2017) τὸ συνταχθὲν πρὸ δέκα ἡμερῶν (15.09.2017), μὲ ἀριθμὸ πρωτοκόλλου 2, δικαστικὸ διωκτικὸ ἔγγραφο, ποὺ ὑπογράφετε σεῖς ὡς ἀναπληρωτὴς πρόεδρος τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Δικαστηρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, διὰ τοῦ ὁποίου μὲ καλεῖτε νὰ παραστῶ «ἐνώπιον τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Δικαστηρίου τὴν Πέμπτην 28ην Σεπτεμβρίου 2017, περὶ ὥραν 12.00 μ. ἐν τοῖς Γραφείοις τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Βογατσικοῦ 7 καὶ ἐν τῷ Γραφείῳ τῆς Πρωτοσυγκελλίας, ὄροφος 1ος, γραφεῖον ἀριθμ. 6, ἵνα δικασθῶ διὰ τὰ εἰς ἃ ὑπέπεσα κανονικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ παραπτώματα τὰ ὑπὸ τῶν θείων καὶ ἱερῶν κανόνων καὶ τῶν κειμένων νόμων προβλεπόμενα».
Ὅπως εἶχα σημειώσει στὴν ἀπὸ 14-03-2017 ἀπάντησή μου στὰ διωκτικὰ δικαστικὰ ἔγγραφα τῆς Μητροπόλεως «ἡ παραπομπή μου στὸ ἐπισκοπικὸ δικαστήριο εἶναι παντελῶς μετέωρη καὶ ἀδικαιολόγητη καὶ ἀπὸ τὸ θεῖο καὶ ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο δίκαιο, οἱ δὲ κατηγορίες καὶ τὰ ἐκκλησιαστικὰ παραπτώματα τὰ ὁποῖα μοῦ προσάπτονται βρίσκονται μόνο στὴν ἐμπαθῆ φαντασία καὶ στὴν θεολογικὴ ἀγραμματοσύνη τῶν διωκτῶν μου, κατάλληλο περιτύλιγμα τοῦ μοναδικοῦ τους στόχου, νὰ φιμώσουν τὸν λόγο μου καὶ νὰ διαλύσουν τὴν παράταξη τῶν Ὀρθοδόξων». Στὴν ἴδια ἀπάντηση ἀναιροῦσα λεπτομερῶς ὅλες τὶς εἰς βάρος μου κατηγορίες, α) τοῦ σχίσματος β) τῆς ἀπείθειας καὶ καταφρόνησης τῆς οἰκείας ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς γ) τοῦ σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν δ) τῆς ἐξύβρισης καὶ συκοφαντίας καί ε) τῆς Φατρίας, καὶ ἀπεδείκνυα ὅτι ὁ μόνος λόγος τῆς δίωξής μου εἶναι ἡ διακοπὴ μνημονεύσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ μητροπολίτου γιὰ βασικὸ θέμα πίστεως, γιὰ τὴν ἀποδοχὴ δηλαδὴ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μέσῳ τῆς ἀποδοχῆς τῶν ἀποφάσεων τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης. Γι᾽ αὐτὸ ἄλλωστε καὶ ἡ δίωξή μου ἀσκήθηκε μετὰ τὴν διακοπὴ μνημοσύνου.
Σύμφωνα ὅμως μὲ τὸν 15ο κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου (861), ἐπὶ Μ. Φωτίου, ἡ διακοπὴ μνημοσύνου τοῦ ἐπισκόπου δὲν εἶναι κανονικὸ παράπτωμα, ἀλλὰ ἐπαινετὴ ἐνέργεια καὶ πράξη: «Οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς Ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται».
Ὁ μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, καὶ σεῖς οἱ περὶ αὐτόν, ἀντὶ νὰ κατανοήσετε τὸ ἄδικο καὶ παντελῶς ἀθεμελίωτο τῆς δίωξής μου καὶ νὰ ἀναπαύσετε τὶς συνειδήσεις χιλιάδων Ὀρθοδόξων πιστῶν ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῆς Θεσσαλονίκης, ἐμμένετε στὴν ἀδικία καὶ στὴν καταφρόνηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῶν Ἱερῶν Δογμάτων τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ μὲ καλεῖτε νὰ παραστῶ ὡς κατηγορούμενος σὲ μία παρῳδία δίκης, ὅπου δικαστὲς καὶ κατήγοροι εἶναι τὰ ἴδια πρόσωπα, μὲ προειλημμένη τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφαση, τὴν ὁποία θὰ νομιμοποιήσω μὲ τὴν παρουσία μου.
Μὴν περιμένετε λοιπὸν νὰ ἐμφανισθῶ ὡς κατηγορούμενος μπροστὰ στὸ ἐπισκοπικό σας «δικαστήριο», διότι δὲν θὰ εἶναι δίκαιο καὶ ἀμερόληπτο δικαστήριο ἀλλὰ ἐχθρικὸ καταδικαστήριο, ποὺ ἐνεργεῖ ἀντίθετα πρὸς τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ μὲ βάση ἕνα ἀπηρχαιωμένο, ἀντισυνταγματικὸ καὶ μεσαιωνικὸ νόμο (5383/1932), ποὺ εὐνοεῖ τὴν δεσποτοκρατία καὶ τὴν τυραννία τῶν ἐπισκόπων εἰς βάρος τῶν ἄλλων κληρικῶν, διότι κατὰ παγκόσμια δικαστικὴ πρωτοτυπία ὁ πρόεδρος τοῦ δικαστηρίου, ὁ ἐπίσκοπος, ἢ ὁ ἀναπληρωτής του, ὅπως ἐσεῖς, εἶναι συγχρόνως καὶ κατήγορος, τὰ δὲ λοιπὰ μέλη, ὁριζόμενα ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο, στεροῦνται ψήφου. Ἐπαναλαμβάνω αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ποὺ ἀρνήθηκε νὰ παραστεῖ ὡς κατηγορούμενος στὴν διαβόητη «Ἐπὶ δρῦν» σύνοδο: «συνειδότες ὅτι οὐ πρὸς δικαστὴν ἀφικνούμεθα (ἦ γὰρ μυριάκις ἂν παρεγενόμεθα), ἀλλὰ πρὸς ἐχθρὸν καὶ πολέμιον» (PG 47, 9).
Προχωρῆστε λοιπὸν σὲ ἐρημοδικία καὶ ἀνακοινῶστε γρήγορα τὴν καταδικαστική σας ἀπόφαση, ἡ ὁποία θὰ σκανδαλίσει καὶ θὰ πικράνει μεγάλο μέρος τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Εὔχομαι, ἔστω καὶ τὴν τελευταία στιγμή, νὰ σᾶς φωτίσει ὁ Θεὸς νὰ δεῖτε τὴν ἀλήθεια.
Γι᾽ αὐτὸ συμπληρωματικὰ πρὸς ὅσες μαρτυρίες κάποιων προσώπων συμπεριέλαβα στὸ βιβλίο μου «Ἡ διακονία μου στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Ἀντωνίου Θεσσαλονίκης», τὸ ὁποῖο σᾶς ἀπέστειλα ἤδη, συναποστέλλω συνημμένως ἐπιστολὲς δύο διακεκριμένων ἐπιστημόνων, ἑνὸς ἀνωτάτου δικαστικοῦ μὲ ἐντελῶς διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν δική σας γνώμη, καὶ ἑνὸς ἀνωτάτου ἰατροῦ, καθηγητοῦ τῆς Ἰατρικῆς, μὲ θεραπευτικὴ διάγνωση γιὰ τὴν ἀσθένεια τῆς «πνευματικῆς ἀποπτώσεως».
Μὲ τὴν πρσήκουσα χαρὰ καὶ λύπη
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
α) Ἐπιστολὴ κ. Βασιλείου Νικοπούλου, Ἐπιτίμου Προέδρου τοῦ Ἀρείου Πάγου
β) Ἐπιστολὴ κ. Ἰωάννου Κουντουρᾶ, Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ Ἰατρικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.