Πολύ όμορφο το κείμενο (έγραψε και μας το έστειλε αποτειχισμένος αδερφός).
Ξεχωρίσαμε 6-7 παραγράφους που μας άρεσαν και παραθέτουμε στην αρχή, και ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο:
Διαβάζοντας κάποιος την Εκκλησιαστική Ιστορία ανά τους αιώνες, εύκολα βλέπει πως τις περισσότερες φορές οι κάθε λογιών αλλοιώσεις και οι Αιρέσεις αναφύονταν από Πατριάρχες, Επισκόπους, Ιερείς ή και ενίοτε Μοναχούς.
Με λίγα λόγια από εκείνους όλους που είχαν υποχρέωση να διαφυλάξουν ακέραια και αμόλυντη την παραδεδομένη –εξ αποκαλύψεως– Πίστη. (...)
Ίσως οι άνθρωποι αυτοί δεν προσέγγισαν με τον ανάλογο φόβο Θεού τα θέματα της Πίστεως και αμελώντας ουσιαστικώς τα πραγματικά καθήκοντά τους, πέσανε στην παγίδα της υπερηφάνειας που τους παρέχει το όποιο αξίωμά τους.
Μου έλεγαν, λοιπόν, ότι δεν γίνεται να διακοπεί το μνημόσυνο του (έκαστου οικείου) Επισκόπου, διότι Εκκλησία χωρίς Επίσκοπο δεν υπάρχει.(...)
Όχι, αδέλφια μου, δεν είναι αληθινοί αυτοί οι λόγοι. Δεν είναι λόγοι ορθόδοξοι, είναι λόγοι αιρετικοί. Καθαρά-ξεκάθαρα πράγματα! Εκκλησία χωρίς Επίσκοπο, (όταν δηλ. ο Επίσκοπος εκπέσει και κηρύσσει απροκάλυπτα και δημοσίως “γυμνή τη κεφαλή επ’ Εκκλησίας αίρεση”), υπάρχει. Εκκλησία χωρίς Χριστό δεν υπάρχει!
Υπήρξαν και μερικοί άνθρωποι οι οποίοι μου ανέφεραν ότι το να φύγω από την Εκκλησία είναι λιποταξία. Πως εκείνοι μένουν και θα παραμένουν εκεί και αν χρειαστεί θα πεθάνουν, μα δε θα εγκαταλείψουν…
Και αναρωτιέμαι πως μπορώ να τους δώσω να καταλάβουν πως Εκκλησία δεν είναι τα κτήρια, ούτε τα θυμιατήρια και τα κανδήλια!
Αδελφέ/-ή μου, από τη στιγμή που παίρνεις αυτή τη μέγιστη και τόσο σοβαρή απόφαση να αποτειχιστείς, σημαίνει πως θα περπατήσεις τον δρόμο του μαρτυρίου και το μαρτύριο δεν μπορεί –εξ ορισμού– να συνυπάρχει με το «βόλεμα»!
(...) Δηλαδή δεν μπορεί από τη μια να αποτειχίζεσαι και από την άλλη να ζητάς (απαιτείς) να έχεις δίπλα σου έναν Ιερέα και έναν Ι. Ναό, δήθεν για να μη χάνεις και τη λειτουργική σου «βόλεψη»! Ε, όχι αδελφέ/-ή αυτό, όπως και να το κάνουμε, ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ!
Εάν έχεις στην περιοχή σου κάποιον Ιερέα ήδη αποτειχισμένο, να δοξάζεις τον Άγιο Τριαδικό Θεό και να «στέκεσαι» δίπλα του όσο τον έχεις κοντά σου.
Εάν από την άλλη δεν υπάρχει κάποιος κοντά σου, τότε να δοξάζεις διπλά τον Άγιο Τριαδικό Θεό, διότι το μαρτύριό σου είναι, σαφώς, μεγαλύτερο και αν το δεχθείς και –συν Θεώ– το σηκώσεις αγόγγυστα, τότε θα είναι και μεγαλύτερο το ουράνιο και αμάραντο στεφάνι σου από τον Μισθαποδότη και Δικαιοκρίτη Χριστό μας.
Γνωρίζοντας πολύ καλά πως ο Αντίδικος Διάβολος κτυπάει πάντα και μόνο την α/Αλήθεια, δεν μου κάνει εντύπωση που κάποιοι αν και προχώρησαν σε Αποτείχιση, έχουν ξεφύγει από τους Ι. Κανόνες και αυτό είναι καθόλα αναμενόμενο, διότι το θέμα είναι για ποιο λόγο κάνουμε την Αποτείχιση.
Πολλοί ξεκίνησαν με αγνές προθέσεις και αγάπη προς τον Κύριο, όμως στην πορεία δεν πρόσεξαν και σκλήρυναν την καρδιά τους. Έτσι μέσα τους άρχισε να στενεύει ο χώρος της αγάπης και σιγά-σιγά να καταλαμβάνεται από εγωισμό η ψυχή τους.
Δυστυχώς ο εγωισμός εξαπλώνεται μέσα στον άνθρωπο όπως κάποια μολυσματική ασθένεια και έχει την ικανότητα να τον αλλάξει πλήρως.
Αυτός είναι και ο λόγος που κάποιοι, κυρίως ρασοφόροι (σχηματοφόροι), αν και αποτειχίστηκαν, άρχισαν να ερμηνεύουν όπως εκείνοι πιστεύουν (κατά το δοκούν) τους διάφορους Ι. Κανόνες της Εκκλησίας και να προσπαθούν να επιβάλλουν ετσιθεληματικά τη γνώμη τους στους υπόλοιπους αποτειχισμένους.
Εδώ, βεβαίως, να τονισθεί πως και εμείς οι λαϊκοί φέρουμε μεγάλη ευθύνη για αυτή τους την πτώση, πρώτον διότι έχουμε την κακώς εννοούμενη συνήθεια να θέλουμε να γίνουμε οπαδοί κάποιου ανθρώπου, με αποτέλεσμα να μαζευόμαστε γύρω από αυτούς τους ρασοφόρους και να τους «θεοποιούμε», και δεύτερον, επειδή είμαστε χριστιανοί μόνο κατ’ όνομα (τύποις), δε θέλουμε να νιώσουμε πως χάνουμε κάτι με την Αποτείχιση, εν προκειμένω τα Μυστήρια της Εκκλησίας, και ασκούμε πίεση σε αυτούς που ανέλαβαν το ρόλο των «οδηγών» να μας βρούνε μία λύση –εδώ και τώρα– που θα μας βολεύει.
Όχι, αδέλφια μου, δεν είναι αληθινοί αυτοί οι λόγοι. Δεν είναι λόγοι ορθόδοξοι, είναι λόγοι αιρετικοί. Καθαρά-ξεκάθαρα πράγματα! Εκκλησία χωρίς Επίσκοπο, (όταν δηλ. ο Επίσκοπος εκπέσει και κηρύσσει απροκάλυπτα και δημοσίως “γυμνή τη κεφαλή επ’ Εκκλησίας αίρεση”), υπάρχει. Εκκλησία χωρίς Χριστό δεν υπάρχει!
Υπήρξαν και μερικοί άνθρωποι οι οποίοι μου ανέφεραν ότι το να φύγω από την Εκκλησία είναι λιποταξία. Πως εκείνοι μένουν και θα παραμένουν εκεί και αν χρειαστεί θα πεθάνουν, μα δε θα εγκαταλείψουν…
Και αναρωτιέμαι πως μπορώ να τους δώσω να καταλάβουν πως Εκκλησία δεν είναι τα κτήρια, ούτε τα θυμιατήρια και τα κανδήλια!
Αδελφέ/-ή μου, από τη στιγμή που παίρνεις αυτή τη μέγιστη και τόσο σοβαρή απόφαση να αποτειχιστείς, σημαίνει πως θα περπατήσεις τον δρόμο του μαρτυρίου και το μαρτύριο δεν μπορεί –εξ ορισμού– να συνυπάρχει με το «βόλεμα»!
(...) Δηλαδή δεν μπορεί από τη μια να αποτειχίζεσαι και από την άλλη να ζητάς (απαιτείς) να έχεις δίπλα σου έναν Ιερέα και έναν Ι. Ναό, δήθεν για να μη χάνεις και τη λειτουργική σου «βόλεψη»! Ε, όχι αδελφέ/-ή αυτό, όπως και να το κάνουμε, ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ!
Εάν έχεις στην περιοχή σου κάποιον Ιερέα ήδη αποτειχισμένο, να δοξάζεις τον Άγιο Τριαδικό Θεό και να «στέκεσαι» δίπλα του όσο τον έχεις κοντά σου.
Εάν από την άλλη δεν υπάρχει κάποιος κοντά σου, τότε να δοξάζεις διπλά τον Άγιο Τριαδικό Θεό, διότι το μαρτύριό σου είναι, σαφώς, μεγαλύτερο και αν το δεχθείς και –συν Θεώ– το σηκώσεις αγόγγυστα, τότε θα είναι και μεγαλύτερο το ουράνιο και αμάραντο στεφάνι σου από τον Μισθαποδότη και Δικαιοκρίτη Χριστό μας.
Γνωρίζοντας πολύ καλά πως ο Αντίδικος Διάβολος κτυπάει πάντα και μόνο την α/Αλήθεια, δεν μου κάνει εντύπωση που κάποιοι αν και προχώρησαν σε Αποτείχιση, έχουν ξεφύγει από τους Ι. Κανόνες και αυτό είναι καθόλα αναμενόμενο, διότι το θέμα είναι για ποιο λόγο κάνουμε την Αποτείχιση.
Πολλοί ξεκίνησαν με αγνές προθέσεις και αγάπη προς τον Κύριο, όμως στην πορεία δεν πρόσεξαν και σκλήρυναν την καρδιά τους. Έτσι μέσα τους άρχισε να στενεύει ο χώρος της αγάπης και σιγά-σιγά να καταλαμβάνεται από εγωισμό η ψυχή τους.
Δυστυχώς ο εγωισμός εξαπλώνεται μέσα στον άνθρωπο όπως κάποια μολυσματική ασθένεια και έχει την ικανότητα να τον αλλάξει πλήρως.
Αυτός είναι και ο λόγος που κάποιοι, κυρίως ρασοφόροι (σχηματοφόροι), αν και αποτειχίστηκαν, άρχισαν να ερμηνεύουν όπως εκείνοι πιστεύουν (κατά το δοκούν) τους διάφορους Ι. Κανόνες της Εκκλησίας και να προσπαθούν να επιβάλλουν ετσιθεληματικά τη γνώμη τους στους υπόλοιπους αποτειχισμένους.
Εδώ, βεβαίως, να τονισθεί πως και εμείς οι λαϊκοί φέρουμε μεγάλη ευθύνη για αυτή τους την πτώση, πρώτον διότι έχουμε την κακώς εννοούμενη συνήθεια να θέλουμε να γίνουμε οπαδοί κάποιου ανθρώπου, με αποτέλεσμα να μαζευόμαστε γύρω από αυτούς τους ρασοφόρους και να τους «θεοποιούμε», και δεύτερον, επειδή είμαστε χριστιανοί μόνο κατ’ όνομα (τύποις), δε θέλουμε να νιώσουμε πως χάνουμε κάτι με την Αποτείχιση, εν προκειμένω τα Μυστήρια της Εκκλησίας, και ασκούμε πίεση σε αυτούς που ανέλαβαν το ρόλο των «οδηγών» να μας βρούνε μία λύση –εδώ και τώρα– που θα μας βολεύει.
Αδελφέ/-ή μου, κράτα στην καρδία σου την εν Χριστώ αγάπη! Μην σκληρύνεις απέναντι στα αδέλφια μας που δεν αποτειχίστηκαν, αλλά αντιθέτως να κλαις και να προσεύχεσαι γι’ αυτούς, παρακαλώντας τον Κύριο ώστε να μπορέσουν και εκείνοι με την σειρά τους να ανοίξουν τα μάτια και τα αυτιά της ψυχής τους και να δουν, να καταλάβουν και να απομακρυνθούν από τους λυκοποιμένες και ψευδοδιδασκάλους. Μην ξεχνάς πως είναι πρόβατα του Κυρίου, που βρίσκονται μέσα στην μάνδρα και κατασπαράζονται από τα θηρία της Παναίρεσης του Οικουμενισμού και της Πανθρησκείας. Δεν μπορεί, λοιπόν, να σκληραίνουμε απέναντί τους, απλώς να κλαίμε πρέπει για τα αδέλφια μας που νοσούν πνευματικά.
ΓΙΑΤΙ ΕΚΑΝΑ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ
(ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΠΡΟΧΩΡΗΣΑ
ΣΕ ΔΙΑΚΟΠΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ)
Παρακολουθώντας τα γεγονότα που συμβαίνουν και αναγνωρίζοντας τον πόλεμο που ξεσπάει εναντίον της Αποτείχισης, έναν πόλεμο λυσσαλέο, ένιωσα την ανάγκη να ξανασκύψω μέσα μου, να δω που στέκομαι και αν είναι προφυλαγμένη η ύπαρξή μου από τον πόλεμό αυτό…
Πήρα, λοιπόν, αγκαλιά την Αγία Γραφή –την ασφάλεια και σιγουριά μου– και άνοιξα όσο μπορώ τα μάτια και τ’ αυτία μου να δω και να ακούσω τι ο Κύριος μου λέει. Να δω και να ακούσω Εκείνον, μακριά από τις φωνές των ανθρώπων, μακριά από κάθε τι που θα μπορούσε να επηρεάσει ή και να γκρεμίσει την ασθενική μου ύπαρξη.
Διαβάζω Κύριε και Σε ακούω να καλείς· να δίνεις σαφή και ξεκάθαρη οδηγία και εντολή, να φεύγουν δηλαδή μακριά τα δικά Σου Πρόβατα από φωνές ξένες (Ιωάν. 10,5)… Και έγιναν τόσο ξένες οι φωνές, Κύριε, των ανθρώπων στη εποχή μας!
Πήρα, λοιπόν, αγκαλιά την Αγία Γραφή –την ασφάλεια και σιγουριά μου– και άνοιξα όσο μπορώ τα μάτια και τ’ αυτία μου να δω και να ακούσω τι ο Κύριος μου λέει. Να δω και να ακούσω Εκείνον, μακριά από τις φωνές των ανθρώπων, μακριά από κάθε τι που θα μπορούσε να επηρεάσει ή και να γκρεμίσει την ασθενική μου ύπαρξη.
Διαβάζω Κύριε και Σε ακούω να καλείς· να δίνεις σαφή και ξεκάθαρη οδηγία και εντολή, να φεύγουν δηλαδή μακριά τα δικά Σου Πρόβατα από φωνές ξένες (Ιωάν. 10,5)… Και έγιναν τόσο ξένες οι φωνές, Κύριε, των ανθρώπων στη εποχή μας!
Καθώς βαθαίνω τη σκέψη μου, ένα ερώτημα έρχεται μπροστά μου: Γιατί έκανα Αποτείχιση;(Ποιος ήταν δηλαδή ο λόγος και η αιτία που με οδήγησε εκεί). Και η απάντηση γλυκιά ξεχύνεται απ’ την καρδιά μου:
Διότι οι φωνές που ακούγονται δεν είναι των εργατών του Κυρίου μου, εφόσον ο Κύριός μου με καλεί να φύγω μακριά από όσους λυμαίνονται την Ποίμνη Του· με καλεί να φύγω μακριά από “κακούς εργάτες” και “λύκους” που είναι έτοιμοι να με κατασπαράξουν!
Ο χρόνος που πέρασε από τη στιγμή που συνειδητοποίησα το τι γίνεται, μέχρι τη στιγμή της Αποτείχισής μου, ήταν πολύτιμος για εμένα. Ήταν καιρός αναζήτησης και προσεκτικής μελέτης. Ήταν ο καιρός που έψαξα να βρω και να δω το τι λένε οι Άγιοι Πατέρες, τι λένε οι Σύνοδοι (Οικουμενικές και Τοπικές)· τι Ορίζει εν τέλει η Εκκλησία μου.
Ήταν, με απλά λόγια, καιρός κατήχησης. Της κατήχησης που επιμελώς μου στέρησαν όλοι εκείνοι που ήταν υποχρεωμένοι να με κατηχήσουν ως Ορθόδοξο μέλος της Εκκλησίας. Μιας κατήχησης που αποκρύπτουν σκοπίμως από όλα τα αδέλφια μου· μιας κατήχησης που οφείλουμε όλοι να αποκτήσουμε.
Στην πραγματικότητα δεν έκανα τίποτα περισσότερο από αυτό που για κάθε πιστό όλων των προηγούμενων αιώνων, ήταν απαραίτητη και αυτονόητη κατάσταση το να γνωρίζουν την Πίστη και να αγωνίζονται συνειδητά να καθαρθούν, ώστε –με τη Χάρη του Πατρός, δια του Υιού, εν Αγίω Πνεύματι– να φωτιστούν και από εκεί να φθάσουν στη μακαρία θέωση (Αγιότητα)!
Ουσιαστικά να μάθουμε και να κατανοήσουμε τι είναι η Πίστη μας και ποιες είναι οι βάσεις Της· τι και ποια είναι τα Δόγματα και οι Αρχές που διέπουν την Ορθοδοξία. Το οποίο και πρέπει να αποτελεί βίωμα για κάθε πιστό.
Με απλά λόγια να κατανοήσουν το τι θα πει Ορθόδοξη Πίστη. Να νιώσουν το μεγαλείο και την αγάπη του Κυρίου και της Θυσίας Του και να Τον αγαπήσουν ολοκληρωτικά και απόλυτα χωρίς συμβιβασμούς και προϋποθέσεις.
Έπιασα ξανά το δρόμο των Γραφών, μια που δεν μπορούσα να εμπιστευθώ ούτε τους σημερινούς Ταγούς της “εκκλησίας”, αλλά ούτε την κρίση μου αφού γνωρίζω πως είναι αδύναμη η πίστη μου και αμαρτωλή η ύπαρξή μου.
Όμως μέσα στα αναγνώσματά μου πρόσθεσα και Βίους Αγίων. Εκείνοι θα μπορούσαν να μου πουν και να μου δείξουν καλύτερα από πολλούς –άγευστους Χάριτος– θεολόγους, το δρόμο που όφειλα να ακολουθήσω αν ήθελα να βρίσκομαι μέσα στην Εκκλησία. Εκείνοι είναι που θα μπορούσαν να μου δείξουν αυτόν το δρόμο, μια που τον ακολούθησαν και μάλιστα τις περισσότερες φορές πότισαν το δρόμο αυτό με το άγιο αίμα Τους.
Όλο αυτό το διάστημα της προεργασίας μέσα μου, θέλησα να κατανοήσω πλήρως το ποια θα ήταν η πορεία μου μετά την Αποτείχιση. Τι έπρεπε να περιμένω και ποιες καταστάσεις καλούμουν να αντιμετωπίσω.
Μελέτησα, λοιπόν, τη ζωή και τη στάση που ακολούθησαν όλοι αυτοί οι Άγιοι και Μάρτυρες της Πίστεως και είδα πως όλοι Τους είχαν ως “πυξίδα” τους Θείους και Ιερούς Κανόνες και τις εντολές που Όρισαν πριν από Αυτούς οι Θεοφόροι Πατέρες και οι Σύνοδοι (Οικουμενικές και Τοπικές), αλλά και πιο πίσω οι Θείοι Απόστολοι, φτάνοντας μέχρι την αρχή· τον ίδιο τον Κύριο!
Όλοι Τους είχαν την ίδια στάση απέναντι στα ζητήματα της Πίστεως. Δεν είχαν καμία ανοχή, δεν δεχόταν παντελώς καμία αλλοίωση και καμία ακύρωση του παραμικρού πράγματος στα παραδεδομένα Δόγματα της Πίστης. Τήρησαν κατά γράμμα αυτό που ο Κύριος προστάζει. Ούτε ένα κόμμα, ούτε έναν τόνο δεν δέχονταν να αλλάξει ή να διαγραφεί και δεν επέτρεψαν σε κανέναν να το επιχειρήσει. Και όταν λέμε σε κανέναν, εννοούμε τον οποιονδήποτε, ακόμη και αν αυτοί ήταν Πατριάρχες, Επίσκοποι, Κληρικοί, Μοναχοί/-ές, Θεολόγοι, Βασιλιάδες, λαϊκοί και γενικώς δεν πάει να ήταν και ο κόσμος όλος! “Φυλούσαν Θερμοπύλες” και έτσι διασώθηκε η Ορθοδοξία από κάθε αντίχριστο επίβουλο εχθρό.
Διαβάζοντας κάποιος την Εκκλησιαστική Ιστορία ανά τους αιώνες, εύκολα βλέπει πως τις περισσότερες φορές οι κάθε λογιών αλλοιώσεις και οι Αιρέσεις αναφύονταν από Πατριάρχες, Επισκόπους, Ιερείς ή και ενίοτε Μοναχούς. Με λίγα λόγια από εκείνους όλους που είχαν υποχρέωση να διαφυλάξουν ακέραια και αμόλυντη την παραδεδομένη –εξ αποκαλύψεως– Πίστη. Ίσως αυτό να συμβαίνει επειδή ο Διάβολος στη προσπάθειά του να διαλύσει την πίστη των ανθρώπων, πολεμάει πιο πολύ τους Ταγούς, Φρουρούς και Θεματοφύλακες της Εκκλησίας. Ίσως οι άνθρωποι αυτοί δεν προσέγγισαν με τον ανάλογο φόβο Θεού τα θέματα της Πίστεως και αμελώντας ουσιαστικώς τα πραγματικά καθήκοντά τους, πέσανε στην παγίδα της υπερηφάνειας που τους παρέχει το όποιο αξίωμά τους. Συνεπώς διαστρέβλωσαν μέσα τους την έννοια της διαφύλαξης και νόμιζαν πως είχαν την εξουσία να επιβάλλουν ετσιθεληματικά τις δικές τους διαστρεβλωμένες απόψεις και ιδέες.
Εν πάση περιπτώσει όλοι αυτοί έπεσαν σε πλάνες (κατά κύριο λόγο εκ δεξιών) και δημιούργησαν Αιρέσεις. Όμως, όλες αυτές οι καταστάσεις τι αποτέλεσμα είχαν; Δυστυχώς απλώς να χαθούν όλοι αυτοί οι ταλαίπωροι, μαζί με τους ακόλουθούς τους, στην αιώνια κόλαση, ενώ επί της ουσίας η Εκκλησία του Κυρίου πάντα έβγαινε ακέραιη, πιο δυνατή και απαστράπτουσα μέσα από αυτές τις μάχες. Πάντα αναδεικνύονταν νέοι Ομολογητές και Μάρτυρες και όλο και προστίθεντο νέοι Άγιοι στη χωρία των ήδη υπαρχόντων με μόνο τους αρχικούς αιώνες της ιδρύσεως Της, η Εκκλησία να μετράει έντεκα (11) εκατομμύρια Αγίους Μάρτυρες!
Το σίγουρο είναι, πως μέσα από όλη αυτή την δισχιλετή πορεία της Εκκλησίας, άφησε σε όλους εμάς σαφέστατες οδηγίες για το πως και τι πρέπει να κάνουμε σε καιρούς που η Πίστη κινδυνεύει, και ιδιαίτερα στον δικό μας καιρό καθίσταται επιτακτική ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε λόγω Εσχάτων χρόνων, και αυτό δεν είναι άλλο από το να αντιδράσουμε υγιώς και ορθοδόξως με το νόμιμα κατοχυρωμένο Εκκλησιαστικώς δικαίωμα της Αποτειχίσεως (Διακοπή Εκκλησιαστικής Κοινωνίας), αντιδρώντας κατ’ αυτόν το τρόπο στις κακοδοξίες της Παναίρεσης του Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού, υπερασπιζόμενοι έτσι πλήρως την α/Αλήθεια, αλλά θα πρέπει να είμαστε –συν Θεώ- έτοιμοι να υποστούμε τους όποιους διωγμούς και μαρτύρια, και εν γένει οποιαδήποτε ταλαιπωρία για την αγάπη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού και την αλήθειά Του! Διότι να είστε βέβαιοι πως ο μισόκαλος και ανθρωποκτόνος αντίδικος δε θα καθίσει φρόνιμα και θα δεχθούμε πολέμους και διωγμούς ένεκεν της Αληθείας (Κ.η.Ι.Χ.) και αυτό διότι σύμφωνα με τον Αγιογραφικό λόγο, αυτοί που θέλουν να ζήσουν ευσεβώς (εν αληθεία) θα διωχθούν οπωσδήποτε· είναι πνευματικός Νόμος μια και αυτή είναι και η φυσική κατάσταση της Εκκλησιάς συνεχώς διωκόμενη, συνεχώς μαρτυρική. Το λένε πολύ όμορφα οι Πατέρες ότι Ευαγγέλιο –και κατ’ επέκταση Εκκλησία– που δεν διώκεται, δεν είναι ευαγγέλιο, ούτε εκκλησία, αλλά ανήκει στο κοσμικό φρόνημα οπότε και θα μείνει, μια και δια παντός, έξω του Νυμφώνος Χριστού.
Μετά, λοιπόν, από όλη αυτή τη μελέτη (που η αλήθεια είναι πως με διαφώτισε, αλλά ταυτοχρόνως με έκανε να συνειδητοποιήσω πως στην πραγματικότητα, η ουσία των πραγμάτων είναι πως δεν είμαι Ορθόδοξος Χριστιανός παρά μονάχα κατ’ όνομα, αλλά μάλλον ανήκω στην τάξη των μετανοούντων και κλαιόντων)· μέσα μου ξεκαθάρισαν πολλά πράγματα και –Θεού θέλοντος– κατανόησα πλήρως ποια θα έπρεπε να είναι η στάση μου από εδώ και πέρα, αν θα ήθελα να ανήκω στο Πλήρωμα της Εκκλησίας του Κυρίου, μια που η Εκκλησία σήμερα είναι σε διωγμό και μάλιστα τον πιο ύπουλο που έγινε ποτέ από το ξεκίνημά Της.
Έτσι με τη βοήθεια του Τριαδικού Θεού προχώρησα σε αυτήν. Ακολουθώντας το δρόμο της Αποτειχίσεως, γνώριζα εκ των προτέρων πως πολλά πράγματα θα άλλαζαν και ότι ο πόλεμος μέσα μου και γύρω μου, θα ήταν μεγάλος. Θα έπρεπε να παλέψω με τις όποιες απόψεις και θεωρίες είχαν παγιωθεί εδώ και χρόνια μέσα στο μυαλό μου και είχαν να κάνουν με θέματα όπως ο εκκλησιασμός, τα Μυστήρια και γενικά η εντύπωση πως χωρίς εκκλησιαστική ζωή –έτσι όπως την εννοούν σήμερα όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί– θα ήμουν κυριολεκτικά ένας άνθρωπος καταδικασμένος στην απώλεια εάν θα ξέκοβα από τα Μυστήρια της Εκκλησίας.
Όμως παρ’ όλους αυτούς τους προβληματισμούς και τις φοβίες που μέσα μου προέβαλαν, άλλοτε σαν απειλές και άλλοτε σαν ανησυχίες και άγχος, με βοήθησαν πάλι η Αγία Γραφή και οι Εντολές, αλλά και οι ζωές των Αγίων και Θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας μας, να τους πολεμήσω κατανοώντας ακόμη πιο ξεκάθαρα πως όχι η “εκκλησία” –και πάλι έτσι όπως τη εννοούν οι σημερινοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί – αλλά ο Κύριος σώζει!
Πολλοί, κυρίως εκκλησιαστικοί παράγοντες, θέλησαν να μου κλείσουν τον ευλογημένο και σωτήριο δρόμο της Αποτειχίσεως, και συγχρόνως να δικαιολογήσουν τη δική τους στάση, η οποία είναι παθητική και καθόλα δουλοπρεπής απέναντι στις ενέργειες των ψευτο-ορθόδοξων “επισκόπων”, οι οποίοι έχουν προδώσει απολύτως συνειδητά την αληθινή και μόνη σώζουσα Πίστη, αυτή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, καταπατώντας παράφορα τους Ιερούς Κανόνες και τα Δόγματα της αμωμήτου Πίστεως.
Είναι απολύτως βέβαιο πως η Μυστηριακή ζωή μας είναι απαραίτητη, αλλά για ποια Μυστηριακή ζωή μιλάμε; Η ορθή και μόνο αυτή είναι που μας βοηθάει να γίνουμε σωστά Μέλη του Σώματος του Χριστού. Διότι απλά οι τελετουργίες που γίνονται στους ναούς χωρίς τη ορθή Πίστη, δεν μας ωφελούν σε τίποτα αλλά ίσα-ίσα, αντιθέτως μας βλάπτουν πνευματικά και συν τοις άλλοις αποκοιμίζουν τις συνειδήσεις μας, καθώς νομίζουμε πως εκτελούμε τα λεγόμενα θρησκευτικά μας “καθήκοντα” και άρα ότι είμαστε και εντάξει. Λάθος! Μέγα λάθος, διότι η Πίστη δεν είναι καθήκον· είναι βίωμα καθημερινό. Ούτε η σχέση με τον Άγιο Τριαδικό Θεό είναι σχέση εργοδότη-εργαζόμενου (έκανα τη δουλεία μου [=υποχρέωση], δώσε μου τον μισθό μου). Όχι και πάλι όχι! Αλλά η σχέση μας με τον Τρισυπόστατο Θεό είναι κυριολεκτικώς σχέση γονεϊκή· είναι σχέση βιωματικής Αγάπης! Δεν μπορεί και δεν πρέπει τι στιγμή που καταπατώνται τα πάντα μέσα στην Ορθοδοξία και δεν έχει μείνει τίποτε όρθιο, υγιές και Ορθόδοξο, εμείς να κλείνουμε τα μάτια και να πηγαίνουμε στους ναούς για να “κλέψουμε” τα Μυστήρια, την ίδια ώρα που αυτοί που μου Τα προσφέρουν, ξαναστασταυρώνουν τον ίδιο τον Κύριο. Δεν μπορούμε και δεν γίνεται επ’ ουδενί να δεχθούμε απολύτως τίποτε από όλους αυτούς που αρνούνται με τα λόγια, τα έργα ή ακόμη και τη σιωπή τους τον Χριστό. Άλλωστε, γνωρίζοντας πως ο Κύριος είναι Θεός Αγάπης και Δικαιοσύνης, ξέρω πως αν αύριο φύγω από τον μάταιο τούτο κόσμο για την άλλη ζωή, δε θα με ελέγξει για το ότι λόγω της αναγκαστικής και επιβαλλόμενης Αποτείχισης δεν έχω συχνή Μυστηριακή ζωή, ούτε θα μου προσάψει την κατηγορία πως δεν πήγαινα στο ναό της ενορίας μου κάθε Κυριακή. Όχι, αυτό δεν θα το κάνει διότι γνωρίζει πάνω και από απόλυτα ότι δεν έκανα τίποτε άλλο από το να ακολουθήσω την δική του Εντολή-Φωνή.
Μου έλεγαν, λοιπόν, ότι δεν γίνεται να διακοπεί το μνημόσυνο του (έκαστου οικείου) Επισκόπου, διότι Εκκλησία χωρίς Επίσκοπο δεν υπάρχει. Ω, της βλασφημίας! Πόσο τυφλοί και μωροί είναι, με παχυλές αντιλήψεις και αναίτιες αγκυλώσεις διαστρέφοντας εξολοκλήρου την αλήθεια, άλλοι από άγνοια και άλλοι εξ αυτών εσκεμμένα (δυστυχώς για όλους αυτούς) ταγμένοι σε αντίχριστες παρατάξεις (ο νοών, νοείτω!) μίας συστημικής και ανέντιμης εξουσίας. Και όλα αυτά τα έλεγαν άνθρωποι που έχουν στενή σχέση με την εκκλησία· Κληρικοί και λαϊκοί!
Όχι, αδέλφια μου, δεν είναι αληθινοί αυτοί οι λόγοι. Δεν είναι λόγοι ορθόδοξοι, είναι λόγοι αιρετικοί. Καθαρά-ξεκάθαρα πράγματα! Εκκλησία χωρίς Επίσκοπο, (όταν δηλ. ο Επίσκοπος εκπέσει και κηρύσσει απροκάλυπτα και δημοσίως “γυμνή τη κεφαλή επ’ Εκκλησίας αίρεση”), υπάρχει. Εκκλησία χωρίς Χριστό δεν υπάρχει!
Υπήρξαν και μερικοί άνθρωποι οι οποίοι μου ανέφεραν ότι το να φύγω από την Εκκλησία είναι λιποταξία. Πως εκείνοι μένουν και θα παραμένουν εκεί και αν χρειαστεί θα πεθάνουν, μα δε θα εγκαταλείψουν…
Στην πραγματικότητα δεν έκανα τίποτα περισσότερο από αυτό που για κάθε πιστό όλων των προηγούμενων αιώνων, ήταν απαραίτητη και αυτονόητη κατάσταση το να γνωρίζουν την Πίστη και να αγωνίζονται συνειδητά να καθαρθούν, ώστε –με τη Χάρη του Πατρός, δια του Υιού, εν Αγίω Πνεύματι– να φωτιστούν και από εκεί να φθάσουν στη μακαρία θέωση (Αγιότητα)!
Ουσιαστικά να μάθουμε και να κατανοήσουμε τι είναι η Πίστη μας και ποιες είναι οι βάσεις Της· τι και ποια είναι τα Δόγματα και οι Αρχές που διέπουν την Ορθοδοξία. Το οποίο και πρέπει να αποτελεί βίωμα για κάθε πιστό.
Με απλά λόγια να κατανοήσουν το τι θα πει Ορθόδοξη Πίστη. Να νιώσουν το μεγαλείο και την αγάπη του Κυρίου και της Θυσίας Του και να Τον αγαπήσουν ολοκληρωτικά και απόλυτα χωρίς συμβιβασμούς και προϋποθέσεις.
Έπιασα ξανά το δρόμο των Γραφών, μια που δεν μπορούσα να εμπιστευθώ ούτε τους σημερινούς Ταγούς της “εκκλησίας”, αλλά ούτε την κρίση μου αφού γνωρίζω πως είναι αδύναμη η πίστη μου και αμαρτωλή η ύπαρξή μου.
Όμως μέσα στα αναγνώσματά μου πρόσθεσα και Βίους Αγίων. Εκείνοι θα μπορούσαν να μου πουν και να μου δείξουν καλύτερα από πολλούς –άγευστους Χάριτος– θεολόγους, το δρόμο που όφειλα να ακολουθήσω αν ήθελα να βρίσκομαι μέσα στην Εκκλησία. Εκείνοι είναι που θα μπορούσαν να μου δείξουν αυτόν το δρόμο, μια που τον ακολούθησαν και μάλιστα τις περισσότερες φορές πότισαν το δρόμο αυτό με το άγιο αίμα Τους.
Όλο αυτό το διάστημα της προεργασίας μέσα μου, θέλησα να κατανοήσω πλήρως το ποια θα ήταν η πορεία μου μετά την Αποτείχιση. Τι έπρεπε να περιμένω και ποιες καταστάσεις καλούμουν να αντιμετωπίσω.
Μελέτησα, λοιπόν, τη ζωή και τη στάση που ακολούθησαν όλοι αυτοί οι Άγιοι και Μάρτυρες της Πίστεως και είδα πως όλοι Τους είχαν ως “πυξίδα” τους Θείους και Ιερούς Κανόνες και τις εντολές που Όρισαν πριν από Αυτούς οι Θεοφόροι Πατέρες και οι Σύνοδοι (Οικουμενικές και Τοπικές), αλλά και πιο πίσω οι Θείοι Απόστολοι, φτάνοντας μέχρι την αρχή· τον ίδιο τον Κύριο!
Όλοι Τους είχαν την ίδια στάση απέναντι στα ζητήματα της Πίστεως. Δεν είχαν καμία ανοχή, δεν δεχόταν παντελώς καμία αλλοίωση και καμία ακύρωση του παραμικρού πράγματος στα παραδεδομένα Δόγματα της Πίστης. Τήρησαν κατά γράμμα αυτό που ο Κύριος προστάζει. Ούτε ένα κόμμα, ούτε έναν τόνο δεν δέχονταν να αλλάξει ή να διαγραφεί και δεν επέτρεψαν σε κανέναν να το επιχειρήσει. Και όταν λέμε σε κανέναν, εννοούμε τον οποιονδήποτε, ακόμη και αν αυτοί ήταν Πατριάρχες, Επίσκοποι, Κληρικοί, Μοναχοί/-ές, Θεολόγοι, Βασιλιάδες, λαϊκοί και γενικώς δεν πάει να ήταν και ο κόσμος όλος! “Φυλούσαν Θερμοπύλες” και έτσι διασώθηκε η Ορθοδοξία από κάθε αντίχριστο επίβουλο εχθρό.
Διαβάζοντας κάποιος την Εκκλησιαστική Ιστορία ανά τους αιώνες, εύκολα βλέπει πως τις περισσότερες φορές οι κάθε λογιών αλλοιώσεις και οι Αιρέσεις αναφύονταν από Πατριάρχες, Επισκόπους, Ιερείς ή και ενίοτε Μοναχούς. Με λίγα λόγια από εκείνους όλους που είχαν υποχρέωση να διαφυλάξουν ακέραια και αμόλυντη την παραδεδομένη –εξ αποκαλύψεως– Πίστη. Ίσως αυτό να συμβαίνει επειδή ο Διάβολος στη προσπάθειά του να διαλύσει την πίστη των ανθρώπων, πολεμάει πιο πολύ τους Ταγούς, Φρουρούς και Θεματοφύλακες της Εκκλησίας. Ίσως οι άνθρωποι αυτοί δεν προσέγγισαν με τον ανάλογο φόβο Θεού τα θέματα της Πίστεως και αμελώντας ουσιαστικώς τα πραγματικά καθήκοντά τους, πέσανε στην παγίδα της υπερηφάνειας που τους παρέχει το όποιο αξίωμά τους. Συνεπώς διαστρέβλωσαν μέσα τους την έννοια της διαφύλαξης και νόμιζαν πως είχαν την εξουσία να επιβάλλουν ετσιθεληματικά τις δικές τους διαστρεβλωμένες απόψεις και ιδέες.
Εν πάση περιπτώσει όλοι αυτοί έπεσαν σε πλάνες (κατά κύριο λόγο εκ δεξιών) και δημιούργησαν Αιρέσεις. Όμως, όλες αυτές οι καταστάσεις τι αποτέλεσμα είχαν; Δυστυχώς απλώς να χαθούν όλοι αυτοί οι ταλαίπωροι, μαζί με τους ακόλουθούς τους, στην αιώνια κόλαση, ενώ επί της ουσίας η Εκκλησία του Κυρίου πάντα έβγαινε ακέραιη, πιο δυνατή και απαστράπτουσα μέσα από αυτές τις μάχες. Πάντα αναδεικνύονταν νέοι Ομολογητές και Μάρτυρες και όλο και προστίθεντο νέοι Άγιοι στη χωρία των ήδη υπαρχόντων με μόνο τους αρχικούς αιώνες της ιδρύσεως Της, η Εκκλησία να μετράει έντεκα (11) εκατομμύρια Αγίους Μάρτυρες!
Το σίγουρο είναι, πως μέσα από όλη αυτή την δισχιλετή πορεία της Εκκλησίας, άφησε σε όλους εμάς σαφέστατες οδηγίες για το πως και τι πρέπει να κάνουμε σε καιρούς που η Πίστη κινδυνεύει, και ιδιαίτερα στον δικό μας καιρό καθίσταται επιτακτική ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε λόγω Εσχάτων χρόνων, και αυτό δεν είναι άλλο από το να αντιδράσουμε υγιώς και ορθοδόξως με το νόμιμα κατοχυρωμένο Εκκλησιαστικώς δικαίωμα της Αποτειχίσεως (Διακοπή Εκκλησιαστικής Κοινωνίας), αντιδρώντας κατ’ αυτόν το τρόπο στις κακοδοξίες της Παναίρεσης του Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού, υπερασπιζόμενοι έτσι πλήρως την α/Αλήθεια, αλλά θα πρέπει να είμαστε –συν Θεώ- έτοιμοι να υποστούμε τους όποιους διωγμούς και μαρτύρια, και εν γένει οποιαδήποτε ταλαιπωρία για την αγάπη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού και την αλήθειά Του! Διότι να είστε βέβαιοι πως ο μισόκαλος και ανθρωποκτόνος αντίδικος δε θα καθίσει φρόνιμα και θα δεχθούμε πολέμους και διωγμούς ένεκεν της Αληθείας (Κ.η.Ι.Χ.) και αυτό διότι σύμφωνα με τον Αγιογραφικό λόγο, αυτοί που θέλουν να ζήσουν ευσεβώς (εν αληθεία) θα διωχθούν οπωσδήποτε· είναι πνευματικός Νόμος μια και αυτή είναι και η φυσική κατάσταση της Εκκλησιάς συνεχώς διωκόμενη, συνεχώς μαρτυρική. Το λένε πολύ όμορφα οι Πατέρες ότι Ευαγγέλιο –και κατ’ επέκταση Εκκλησία– που δεν διώκεται, δεν είναι ευαγγέλιο, ούτε εκκλησία, αλλά ανήκει στο κοσμικό φρόνημα οπότε και θα μείνει, μια και δια παντός, έξω του Νυμφώνος Χριστού.
Μετά, λοιπόν, από όλη αυτή τη μελέτη (που η αλήθεια είναι πως με διαφώτισε, αλλά ταυτοχρόνως με έκανε να συνειδητοποιήσω πως στην πραγματικότητα, η ουσία των πραγμάτων είναι πως δεν είμαι Ορθόδοξος Χριστιανός παρά μονάχα κατ’ όνομα, αλλά μάλλον ανήκω στην τάξη των μετανοούντων και κλαιόντων)· μέσα μου ξεκαθάρισαν πολλά πράγματα και –Θεού θέλοντος– κατανόησα πλήρως ποια θα έπρεπε να είναι η στάση μου από εδώ και πέρα, αν θα ήθελα να ανήκω στο Πλήρωμα της Εκκλησίας του Κυρίου, μια που η Εκκλησία σήμερα είναι σε διωγμό και μάλιστα τον πιο ύπουλο που έγινε ποτέ από το ξεκίνημά Της.
Ένας δρόμος μονάχα υπήρχε (και υπάρχει): Η ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ!
Έτσι με τη βοήθεια του Τριαδικού Θεού προχώρησα σε αυτήν. Ακολουθώντας το δρόμο της Αποτειχίσεως, γνώριζα εκ των προτέρων πως πολλά πράγματα θα άλλαζαν και ότι ο πόλεμος μέσα μου και γύρω μου, θα ήταν μεγάλος. Θα έπρεπε να παλέψω με τις όποιες απόψεις και θεωρίες είχαν παγιωθεί εδώ και χρόνια μέσα στο μυαλό μου και είχαν να κάνουν με θέματα όπως ο εκκλησιασμός, τα Μυστήρια και γενικά η εντύπωση πως χωρίς εκκλησιαστική ζωή –έτσι όπως την εννοούν σήμερα όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί– θα ήμουν κυριολεκτικά ένας άνθρωπος καταδικασμένος στην απώλεια εάν θα ξέκοβα από τα Μυστήρια της Εκκλησίας.
Όμως παρ’ όλους αυτούς τους προβληματισμούς και τις φοβίες που μέσα μου προέβαλαν, άλλοτε σαν απειλές και άλλοτε σαν ανησυχίες και άγχος, με βοήθησαν πάλι η Αγία Γραφή και οι Εντολές, αλλά και οι ζωές των Αγίων και Θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας μας, να τους πολεμήσω κατανοώντας ακόμη πιο ξεκάθαρα πως όχι η “εκκλησία” –και πάλι έτσι όπως τη εννοούν οι σημερινοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί – αλλά ο Κύριος σώζει!
Πολλοί, κυρίως εκκλησιαστικοί παράγοντες, θέλησαν να μου κλείσουν τον ευλογημένο και σωτήριο δρόμο της Αποτειχίσεως, και συγχρόνως να δικαιολογήσουν τη δική τους στάση, η οποία είναι παθητική και καθόλα δουλοπρεπής απέναντι στις ενέργειες των ψευτο-ορθόδοξων “επισκόπων”, οι οποίοι έχουν προδώσει απολύτως συνειδητά την αληθινή και μόνη σώζουσα Πίστη, αυτή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, καταπατώντας παράφορα τους Ιερούς Κανόνες και τα Δόγματα της αμωμήτου Πίστεως.
Είναι απολύτως βέβαιο πως η Μυστηριακή ζωή μας είναι απαραίτητη, αλλά για ποια Μυστηριακή ζωή μιλάμε; Η ορθή και μόνο αυτή είναι που μας βοηθάει να γίνουμε σωστά Μέλη του Σώματος του Χριστού. Διότι απλά οι τελετουργίες που γίνονται στους ναούς χωρίς τη ορθή Πίστη, δεν μας ωφελούν σε τίποτα αλλά ίσα-ίσα, αντιθέτως μας βλάπτουν πνευματικά και συν τοις άλλοις αποκοιμίζουν τις συνειδήσεις μας, καθώς νομίζουμε πως εκτελούμε τα λεγόμενα θρησκευτικά μας “καθήκοντα” και άρα ότι είμαστε και εντάξει. Λάθος! Μέγα λάθος, διότι η Πίστη δεν είναι καθήκον· είναι βίωμα καθημερινό. Ούτε η σχέση με τον Άγιο Τριαδικό Θεό είναι σχέση εργοδότη-εργαζόμενου (έκανα τη δουλεία μου [=υποχρέωση], δώσε μου τον μισθό μου). Όχι και πάλι όχι! Αλλά η σχέση μας με τον Τρισυπόστατο Θεό είναι κυριολεκτικώς σχέση γονεϊκή· είναι σχέση βιωματικής Αγάπης! Δεν μπορεί και δεν πρέπει τι στιγμή που καταπατώνται τα πάντα μέσα στην Ορθοδοξία και δεν έχει μείνει τίποτε όρθιο, υγιές και Ορθόδοξο, εμείς να κλείνουμε τα μάτια και να πηγαίνουμε στους ναούς για να “κλέψουμε” τα Μυστήρια, την ίδια ώρα που αυτοί που μου Τα προσφέρουν, ξαναστασταυρώνουν τον ίδιο τον Κύριο. Δεν μπορούμε και δεν γίνεται επ’ ουδενί να δεχθούμε απολύτως τίποτε από όλους αυτούς που αρνούνται με τα λόγια, τα έργα ή ακόμη και τη σιωπή τους τον Χριστό. Άλλωστε, γνωρίζοντας πως ο Κύριος είναι Θεός Αγάπης και Δικαιοσύνης, ξέρω πως αν αύριο φύγω από τον μάταιο τούτο κόσμο για την άλλη ζωή, δε θα με ελέγξει για το ότι λόγω της αναγκαστικής και επιβαλλόμενης Αποτείχισης δεν έχω συχνή Μυστηριακή ζωή, ούτε θα μου προσάψει την κατηγορία πως δεν πήγαινα στο ναό της ενορίας μου κάθε Κυριακή. Όχι, αυτό δεν θα το κάνει διότι γνωρίζει πάνω και από απόλυτα ότι δεν έκανα τίποτε άλλο από το να ακολουθήσω την δική του Εντολή-Φωνή.
Μου έλεγαν, λοιπόν, ότι δεν γίνεται να διακοπεί το μνημόσυνο του (έκαστου οικείου) Επισκόπου, διότι Εκκλησία χωρίς Επίσκοπο δεν υπάρχει. Ω, της βλασφημίας! Πόσο τυφλοί και μωροί είναι, με παχυλές αντιλήψεις και αναίτιες αγκυλώσεις διαστρέφοντας εξολοκλήρου την αλήθεια, άλλοι από άγνοια και άλλοι εξ αυτών εσκεμμένα (δυστυχώς για όλους αυτούς) ταγμένοι σε αντίχριστες παρατάξεις (ο νοών, νοείτω!) μίας συστημικής και ανέντιμης εξουσίας. Και όλα αυτά τα έλεγαν άνθρωποι που έχουν στενή σχέση με την εκκλησία· Κληρικοί και λαϊκοί!
Όχι, αδέλφια μου, δεν είναι αληθινοί αυτοί οι λόγοι. Δεν είναι λόγοι ορθόδοξοι, είναι λόγοι αιρετικοί. Καθαρά-ξεκάθαρα πράγματα! Εκκλησία χωρίς Επίσκοπο, (όταν δηλ. ο Επίσκοπος εκπέσει και κηρύσσει απροκάλυπτα και δημοσίως “γυμνή τη κεφαλή επ’ Εκκλησίας αίρεση”), υπάρχει. Εκκλησία χωρίς Χριστό δεν υπάρχει!
Υπήρξαν και μερικοί άνθρωποι οι οποίοι μου ανέφεραν ότι το να φύγω από την Εκκλησία είναι λιποταξία. Πως εκείνοι μένουν και θα παραμένουν εκεί και αν χρειαστεί θα πεθάνουν, μα δε θα εγκαταλείψουν…
Και αναρωτιέμαι πως μπορώ να τους δώσω να καταλάβουν πως Εκκλησία δεν είναι τα κτήρια, ούτε τα θυμιατήρια και τα κανδήλια!(;) Εκκλησία είμαστε όλοι μας και ο καθένας ξεχωριστά ως ζωντανός ναός του Κυρίου! Θυμιατήρια είναι οι προσευχές και κανδήλια η στάση ζωής που κρατάμε. Δεν εγκατέλειψα, λοιπόν, την Εκκλησία, αλλά ακριβώς για να μην Την χάσω, για να μην Την προδώσω, έφυγα μακριά από τους κακούς-μισθωτούς εργάτες.
Όλοι αυτοί αρνούνται τον Χριστό μας (αρνησίχριστοι) και ακολουθούν τον όποιο επίσκοπο μετατρέποντας έτσι την Εκκλησία του Χριστού από Χριστοκεντρική σε Επισκοποκεντρική δηλ. ανθρωποκεντρική κατά το αντίθεο και αντίχριστο “Παπικό” πρότυπο (Παποκαισαρισμός/Καισαροπαπισμός), που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον γκρεμό της αιώνιας απώλειας. Είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους εφόσον έχουμε όλοι ελεύθερη βούληση (αυτεξούσιο). Σαφώς όμως είναι και αναφαίρετο δικαίωμα μου (και δικαίωμά σας) να ακολουθήσω τον Χριστό.
Μου έλεγαν κάποιοι πως δεν είναι δυνατόν μόνο εγώ και οι –σχετικά– ελάχιστοι αποτειχισμένοι αδελφοί (Κληρικοί, Μοναχοί/-ες και λαϊκοί) που για τους πολλούς είμαστε γραφικοί και “μωροί” (ας μας επιτρέψει ο Κύριος να είμαστε “μωροί κατά Θεόν”!), να γνωρίζουμε το σωστό και όχι εκείνοι που είναι (καλύτερα να πω ότι θα έπρεπε να είναι) Λειτουργοί του Υψίστου δηλ. η λεγόμενη “Επίσημη Εκκλησία”. Κι’ όμως, αν ανατρέξουν πίσω στην Ιστορία, θα δουν ότι πάντοτε οι λίγοι κρατούσαν την α/Αλήθεια και οι πολλοί πολέμησαν την Πίστη, οι πολλοί αρνήθηκαν τον Τριαδικό Θεό, και πάλι οι πολλοί (όχλος) είναι που Σταύρωσαν τον Κύριο!
Δεν λέω σε καμία περίπτωση πως θα σώσω την Πίστη. Όχι φυσικά! Τον εαυτό μου θέλω να σώσω και να μην αρνηθώ τον Κύριο μου και Θεό μου κατά το “σώζων, σώζε την σεαυτού ψυχήν” (ή/και: “ο σώζων εαυτώ σωθήτω”). Όχι από ιδιοτελές συμφέρον αλλά από αγάπη, έστω και αν η αγάπη μου είναι αναιμική και τόσο χοϊκή. Παρά τα όποια πάθη και ελαττώματά μου, αγαπώ τον Κύριό μου και επιθυμώ διακαώς να είμαι μαζί Του. Μα και ο Κύριος δεν έχει ανάγκη από εμένα. Ούτε θα προσθέσω, ούτε και θα αφαιρέσω κάτι στη Θεότητά Του με την στάση μου. Έχω όμως απόλυτη ανάγκη τον Κύριο, γι’ αυτό και περπατώ στο στενό δρόμο της Αποτείχισης και προσβλέπω μόνο στο έλεός Του. Το τι κάνουν οι πολλοί δε με αφορά (κατά το πρότυπο των Αγίων Τριών Παίδων στην Βαβυλώνια Κάμινο και του Προφήτη Δανιήλ στον λάκκο των λεόντων, αλλά και την απάντηση του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού). Θα δώσω λόγο μόνο για τη δική μου ζωή.
Υπήρξαν αρκετοί που είπαν πως πλανήθηκα και έπεσα σε αίρεση. Εφόσον όμως αυτό που κάνω δεν το κάνω αφ εαυτού μου, αλλά απλώς βαδίζω ακολουθώντας τα χνάρια στον ήδη προδιαγεγραμμένο και ασφαλή δρόμο που χάραξαν οι Θεοφόροι και Πνευματοφόροι Άγιοι Πατέρες, δηλαδή ακολουθώ τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας, οπότε και δεν πτοήθηκα από αυτές τις κακόβουλες κουβέντες. Άλλωστε, σημασία δεν έχει το τι θα πουν οι άνθρωποι, αλλά το τι θα πει ο Άγιος Τριαδικός Θεός!
Περπατώντας στον ασφαλή δρόμο της Αποτείχισης, γρήγορα κατάλαβα πως ο δρόμος αυτός είναι δύσκολος και ακανθωτός από πολλές πλευρές. Αναγκάστηκα να φύγω έξω από την πρώην μάνδρα ή το πρώην σπίτι μου (όπως θες πες το) και νυν λυκοφωλιά, διότι ο κίνδυνος είχε μπει μέσα, (διότι οι λύκοι βαρείς και προβατόσχημοι μπήκαν μέσα και κατατρώγουν τα λογικά πρόβατα ή αλλιώς, διότι αν έμενα στο σπίτι μου που πήρε φωτιά, θα καιγόμουν), όμως βγαίνοντας από εκεί, βρέθηκα σε δρόμο δύσκολο και γεμάτο κινδύνους που σε κάθε βήμα με απειλούν. Στην πραγματικότητα η ουσία είναι ότι σχοινοβατώ πάνω από ένα χαώδη νοητό γκρεμό. Αυτό σημαίνει πως κάθε μου βήμα (θα) πρέπει να είναι πολύ προσεκτικό, εάν θέλω φυσικά να σωθώ.
Όμως ο Κύριος που είναι ο απόλυτος Οδηγός και Προστάτης των λογικών προβάτων Του· αυτός ο ίδιος ο Κύριος που Θυσιάστηκε για την δική μας σωτηρία, δε θα μπορούσε να μας αφήσει χωρίς εφόδια και δίχως την προστασία Του σε αυτόν τον πραγματικά δύσκολο δρόμο. Τώρα, όπως είναι φυσικό, για να μπορέσω να προχωρήσω, χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε να ενισχύσω την πίστη μου, να εμπιστευθώ απόλυτα τον Κύριο και να ελέγχω πολύ προσεκτικά το κάθε μου βήμα με οδηγό και ασφάλειά μου τους Θείους και Ιερούς Κανόνες, τις παραδεδομένες Εντολές του Ιερού Αγίου Ευαγγελίου και των Αγίων Θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας μας. Μόνο έτσι ο δρόμος μου θα είναι πλήρως ασφαλής και τα βήματά μου σταθερά. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως εάν στον δρόμο μου και κατά τη διαδρομή μου, βρεθούν άνθρωποι να αναλάβουν τον ρόλο του οδηγού, θα πρέπει να τους ελέγξω (τις θέσεις και στάση τους) και να συνεχίζω διαρκώς να ελέγχω το τι πρεσβεύουν, ώστε να διαπιστώνω αν βαδίζουν την ορθή (Ορθόδοξη) γραμμή ακολουθώντας πιστά και απαρασάλευτα τα Δόγματα και την απλανή οδό των Αγίων Πατέρων μας. Μονάχα έτσι θα μπορέσω να τους εμπιστευθώ πως με οδηγούν με ασφάλεια στην σωτηρία αντί στην απώλειά μου.
Γνωρίζοντας πολύ καλά πως ο Αντίδικος Διάβολος κτυπάει πάντα και μόνο την α/Αλήθεια, δεν μου κάνει εντύπωση που κάποιοι αν και προχώρησαν σε Αποτείχιση, έχουν ξεφύγει από τους Ι. Κανόνες και αυτό είναι καθόλα αναμενόμενο, διότι το θέμα είναι για ποιο λόγο κάνουμε την Αποτείχιση. Πολλοί ξεκίνησαν με αγνές προθέσεις και αγάπη προς τον Κύριο, όμως στην πορεία δεν πρόσεξαν και σκλήρυναν την καρδιά τους. Έτσι μέσα τους άρχισε να στενεύει ο χώρος της αγάπης και σιγά-σιγά να καταλαμβάνεται από εγωισμό η ψυχή τους. Δυστυχώς ο εγωισμός εξαπλώνεται μέσα στον άνθρωπο όπως κάποια μολυσματική ασθένεια και έχει την ικανότητα να τον αλλάξει πλήρως. Αυτός είναι και ο λόγος που κάποιοι, κυρίως ρασοφόροι (σχηματοφόροι), αν και αποτειχίστηκαν, άρχισαν να ερμηνεύουν όπως εκείνοι πιστεύουν (κατά το δοκούν) τους διάφορους Ι. Κανόνες της Εκκλησίας και να προσπαθούν να επιβάλλουν ετσιθεληματικά τη γνώμη τους στους υπόλοιπους αποτειχισμένους. Εδώ, βεβαίως, να τονισθεί πως και εμείς οι λαϊκοί φέρουμε μεγάλη ευθύνη για αυτή τους την πτώση, πρώτον διότι έχουμε την κακώς εννοούμενη συνήθεια να θέλουμε να γίνουμε οπαδοί κάποιου ανθρώπου, με αποτέλεσμα να μαζευόμαστε γύρω από αυτούς τους ρασοφόρους και να τους «θεοποιούμε», και δεύτερον, επειδή είμαστε χριστιανοί μόνο κατ’ όνομα (τύποις), δε θέλουμε να νιώσουμε πως χάνουμε κάτι με την Αποτείχιση, εν προκειμένω τα Μυστήρια της Εκκλησίας, και ασκούμε πίεση σε αυτούς που ανέλαβαν το ρόλο των «οδηγών» να μας βρούνε μία λύση –εδώ και τώρα– που θα μας βολεύει.
Αδελφέ/-ή μου, από τη στιγμή που παίρνεις αυτή τη μέγιστη και τόσο σοβαρή απόφαση να αποτειχιστείς, σημαίνει πως θα περπατήσεις τον δρόμο του μαρτυρίου και το μαρτύριο δεν μπορεί –εξ ορισμού– να συνυπάρχει με το «βόλεμα»! Δεν μπορεί να θέλεις –κατά το κοινώς λεγόμενο– «και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο», αυτό δεν γίνεται και δεν μπορεί να γίνει επ’ ουδενί!
Περπατώντας στον ασφαλή δρόμο της Αποτείχισης, γρήγορα κατάλαβα πως ο δρόμος αυτός είναι δύσκολος και ακανθωτός από πολλές πλευρές. Αναγκάστηκα να φύγω έξω από την πρώην μάνδρα ή το πρώην σπίτι μου (όπως θες πες το) και νυν λυκοφωλιά, διότι ο κίνδυνος είχε μπει μέσα, (διότι οι λύκοι βαρείς και προβατόσχημοι μπήκαν μέσα και κατατρώγουν τα λογικά πρόβατα ή αλλιώς, διότι αν έμενα στο σπίτι μου που πήρε φωτιά, θα καιγόμουν), όμως βγαίνοντας από εκεί, βρέθηκα σε δρόμο δύσκολο και γεμάτο κινδύνους που σε κάθε βήμα με απειλούν. Στην πραγματικότητα η ουσία είναι ότι σχοινοβατώ πάνω από ένα χαώδη νοητό γκρεμό. Αυτό σημαίνει πως κάθε μου βήμα (θα) πρέπει να είναι πολύ προσεκτικό, εάν θέλω φυσικά να σωθώ.
Όμως ο Κύριος που είναι ο απόλυτος Οδηγός και Προστάτης των λογικών προβάτων Του· αυτός ο ίδιος ο Κύριος που Θυσιάστηκε για την δική μας σωτηρία, δε θα μπορούσε να μας αφήσει χωρίς εφόδια και δίχως την προστασία Του σε αυτόν τον πραγματικά δύσκολο δρόμο. Τώρα, όπως είναι φυσικό, για να μπορέσω να προχωρήσω, χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε να ενισχύσω την πίστη μου, να εμπιστευθώ απόλυτα τον Κύριο και να ελέγχω πολύ προσεκτικά το κάθε μου βήμα με οδηγό και ασφάλειά μου τους Θείους και Ιερούς Κανόνες, τις παραδεδομένες Εντολές του Ιερού Αγίου Ευαγγελίου και των Αγίων Θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας μας. Μόνο έτσι ο δρόμος μου θα είναι πλήρως ασφαλής και τα βήματά μου σταθερά. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως εάν στον δρόμο μου και κατά τη διαδρομή μου, βρεθούν άνθρωποι να αναλάβουν τον ρόλο του οδηγού, θα πρέπει να τους ελέγξω (τις θέσεις και στάση τους) και να συνεχίζω διαρκώς να ελέγχω το τι πρεσβεύουν, ώστε να διαπιστώνω αν βαδίζουν την ορθή (Ορθόδοξη) γραμμή ακολουθώντας πιστά και απαρασάλευτα τα Δόγματα και την απλανή οδό των Αγίων Πατέρων μας. Μονάχα έτσι θα μπορέσω να τους εμπιστευθώ πως με οδηγούν με ασφάλεια στην σωτηρία αντί στην απώλειά μου.
Γνωρίζοντας πολύ καλά πως ο Αντίδικος Διάβολος κτυπάει πάντα και μόνο την α/Αλήθεια, δεν μου κάνει εντύπωση που κάποιοι αν και προχώρησαν σε Αποτείχιση, έχουν ξεφύγει από τους Ι. Κανόνες και αυτό είναι καθόλα αναμενόμενο, διότι το θέμα είναι για ποιο λόγο κάνουμε την Αποτείχιση. Πολλοί ξεκίνησαν με αγνές προθέσεις και αγάπη προς τον Κύριο, όμως στην πορεία δεν πρόσεξαν και σκλήρυναν την καρδιά τους. Έτσι μέσα τους άρχισε να στενεύει ο χώρος της αγάπης και σιγά-σιγά να καταλαμβάνεται από εγωισμό η ψυχή τους. Δυστυχώς ο εγωισμός εξαπλώνεται μέσα στον άνθρωπο όπως κάποια μολυσματική ασθένεια και έχει την ικανότητα να τον αλλάξει πλήρως. Αυτός είναι και ο λόγος που κάποιοι, κυρίως ρασοφόροι (σχηματοφόροι), αν και αποτειχίστηκαν, άρχισαν να ερμηνεύουν όπως εκείνοι πιστεύουν (κατά το δοκούν) τους διάφορους Ι. Κανόνες της Εκκλησίας και να προσπαθούν να επιβάλλουν ετσιθεληματικά τη γνώμη τους στους υπόλοιπους αποτειχισμένους. Εδώ, βεβαίως, να τονισθεί πως και εμείς οι λαϊκοί φέρουμε μεγάλη ευθύνη για αυτή τους την πτώση, πρώτον διότι έχουμε την κακώς εννοούμενη συνήθεια να θέλουμε να γίνουμε οπαδοί κάποιου ανθρώπου, με αποτέλεσμα να μαζευόμαστε γύρω από αυτούς τους ρασοφόρους και να τους «θεοποιούμε», και δεύτερον, επειδή είμαστε χριστιανοί μόνο κατ’ όνομα (τύποις), δε θέλουμε να νιώσουμε πως χάνουμε κάτι με την Αποτείχιση, εν προκειμένω τα Μυστήρια της Εκκλησίας, και ασκούμε πίεση σε αυτούς που ανέλαβαν το ρόλο των «οδηγών» να μας βρούνε μία λύση –εδώ και τώρα– που θα μας βολεύει.
Αδελφέ/-ή μου, από τη στιγμή που παίρνεις αυτή τη μέγιστη και τόσο σοβαρή απόφαση να αποτειχιστείς, σημαίνει πως θα περπατήσεις τον δρόμο του μαρτυρίου και το μαρτύριο δεν μπορεί –εξ ορισμού– να συνυπάρχει με το «βόλεμα»! Δεν μπορεί να θέλεις –κατά το κοινώς λεγόμενο– «και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο», αυτό δεν γίνεται και δεν μπορεί να γίνει επ’ ουδενί!
Δηλαδή δεν μπορεί από τη μια να αποτειχίζεσαι και από την άλλη να ζητάς να έχεις δίπλα σου έναν Ιερέα και έναν Ι. Ναό, δήθεν για να μη χάνεις και τη λειτουργική σου «βόλεψη»! Ε, όχι αδελφέ/-ή αυτό, όπως και να το κάνουμε, ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ!
Εάν έχεις στην περιοχή σου κάποιον Ιερέα ήδη αποτειχισμένο, να δοξάζεις τον Άγιο Τριαδικό Θεό και να «στέκεσαι» δίπλα του όσο τον έχεις κοντά σου.
Εάν από την άλλη δεν υπάρχει κάποιος κοντά σου, τότε να δοξάζεις διπλά τον Άγιο Τριαδικό Θεό, διότι το μαρτύριό σου είναι, σαφώς, μεγαλύτερο και αν το δεχθείς και –συν Θεώ– το σηκώσεις αγόγγυστα, τότε θα είναι και μεγαλύτερο το ουράνιο και αμάραντο στεφάνι σου από τον Μισθαποδότη και Δικαιοκρίτη Χριστό μας.
Αδελφέ/-ή, εάν πήρες τη σωτήρια και ευλογημένη απόφαση να βαδίσεις ή εάν ήδη βαδίζεις τον δρόμο αυτό της Αποτείχισης, να ξέρεις πως πράττεις το σωστό και Θεάρεστο. Όμως, να θυμάσαι πολύ καλά, πως αυτό που κάνουμε είναι –απλώς και μόνο– το αυτονόητο· είναι η υποχρέωσή μας και τίποτα παραπάνω. Να ξέρεις πως ο πόλεμος μέσα σου και γύρω σου θα είναι ακόμα πιο μεγάλος από ότι ήταν πριν. Θα θεριέψει και θα γίνει λυσσαλέος, με σκοπό του να σε συντρίψει. Ότι και αν γίνει, όμως, κράτα γερά την πίστη σου αδελφέ/-η και πολέμα (Ή ταν ή επί τας!!!), μην παραιτείσαι. Θα πέφτεις, είναι σίγουρο αυτό, όμως κρατώντας την Αγία Γραφή στα χέρια σου και την αγάπη για τον Κύριο στην καρδία σου, πρέπει να ξανασηκώνεσαι και να προχωράς. Να μην ξεχάσεις ποτέ σου πως στον αγώνα σου αυτό δεν είσαι μόνος (αν και φαινομενικά, εκ πρώτης όψεως, μπορεί έτσι να φαίνεται). Δίπλα σου είναι ο Κύριος που τόσο σε αγάπησε και αγαπά, ώστε Σταυρώθηκε στη θέση σου. Δίπλα σου είναι και εκεί που θα γονατίζεις, θα σε παίρνει Εκείνος στη αγκαλιά Του, θα σε κλείνει μέσα στα ματωμένα για εσένα Χέρια του και θα σε παρηγορεί, θα σε δυναμώνει. Μη φοβάσαι, λοιπόν, απλά προχώρα!
Όμως σε κάθε περίπτωση εάν αποτειχιστείς, θα πρέπει ο αγώνας σου να ενταθεί και εντατικοποιηθεί· η προσευχή και η μελέτη της Αγίας Γραφής και των Αγίων Πατέρων να γίνουν πιο εντατικά και σε κάθε περίπτωση να είσαι σε ετοιμότητα και να ελέγχεις όσους αποτειχισμένους βρεις στο δρόμο σου για να βλέπεις εάν κρατούν πιστά και αναλλοίωτα τα παραδεδομένα, εάν δηλαδή βαδίζουν στον ορθό (Ορθόδοξο) δρόμο. Ακόμη, αδελφέ/-ή, θα πρέπει πρώτα και πάνω απ’ όλα να ελέγχεις εσένα, μια και όπως προανέφερα, ο Αντίδικος Διάβολος κτυπάει αδυσώπητα, μανιωδώς και λυσσωδώς πάντα και μόνο την α/Αλήθεια.
Αδελφέ/-η, εάν αποτειχιστείς ή έχεις ήδη αποτειχιστεί, μην ξεχνάς γιατί και για Ποιον προχώρησες σε αυτόν τον ευλογημένο και σωτήριο δρόμο. Μην αφεθείς σε ανθρώπους· στον Κύριο μονάχα να στηρίζεσαι. Τους ανθρώπους (όποιοι και αν είναι αυτοί, μικροί ή μεγάλοι σε αξιώματα και ηλικία) να τους αγαπάς, αλλά να μην τους εμπιστεύεσαι για οδηγούς τυφλά και απροϋπόθετα και αυτό στο τονίζω διότι μέσα στο δρόμο αυτό πολλοί έπεσαν και πολλοί ακόμη θα πέσουν και θα πλανηθούν. Είναι και αυτό αναμενόμενο και έχει ξαναγίνει μέσα στην Εκκλησιαστική –δισχιλιόχρονη– Ιστορία. Δες τους καημένους τους Γ.Ο.Χ. των πολλαπλών παράλληλα ζηλωτικών ομάδων-παρασυναγωγών (διότι περί ομάδων πρόκειται με οπαδούς) και θα καταλάβεις τι εννοώ.
Σε τελική ανάλυση αδελφέ/-ή μου, αρχηγό σου μη βάλεις κανέναν άνθρωπο. Αρχηγός σου είναι μόνον ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο και Δεσπότης των απάντων· “ότι Κύριος κυρίων εστί και Βασιλεύς βασιλέων ”! Δεν είμαστε “ούτε του Παύλου, ούτε του Απολλώ, ούτε του Κηφά” αλλά του Χριστού, ο Οποίος από άπειρη αγάπη Ενανθρώπησε, Έπαθε και Σταυρώθηκε έως θανάτου για εμάς και ουδείς άλλος (το μέγα αυτό Μυστήριο της Θείας Οικονομίας!). Δεν είμαστε παρατάξεις και δεν πρέπει να ανήκουμε σε ομάδες. Είμαστε τα λογικά πρόβατα του Κυρίου και μόνο. Ο οποιοσδήποτε πει, γράψει ή κάνει κάτι ενάντια στους Θείους Νόμους της Εκκλησίας του Δεσπότη Χριστού, πρέπει –καθηκόντως– να μας βρει απέναντι διότι από τη μία μόνο έτσι μπορούμε να προφυλαχθούμε αλλά και να προφυλάξουμε την αλήθεια και από την άλλη μόνο έτσι μπορεί να καταλάβουν (αν ποτέ φυσικά καταλάβουν) και αυτοί που ξεφεύγουν ότι έκαναν λάθος και να επιστρέψουν στον ορθό (Ορθόδοξο) δρόμο.
Αδελφέ/ή, μην αφήσεις κανέναν (και εννοώ κανέναν) να αλλάξει έστω και ένα ιώτα, ένα κόμμα ή ένα τόνο από τους Θείους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας. Μην ξεχνάς πως για αυτό το λόγο φεύγεις, άλλωστε, από τους κόλπους της νεωτερίζουσας –εντός πολλών εισαγωγικών η λέξη– “εκκλησίας”. Μην αφήσεις, λοιπόν, κανέναν άλλον (αποτειχισμένο) να διαστρεβλώνει το παραμικρό από τα Δόγματα. Και για να γίνει αυτό, εσύ θα πρέπει καθημερινά να μελετάς την Αγία Γραφή και βιβλία των Αγίων Πατέρων.
Αδελφέ/-ή μου, κράτα στην καρδία σου την εν Χριστώ αγάπη! Μην σκληρύνεις απέναντι στα αδέλφια μας που δεν αποτειχίστηκαν, αλλά αντιθέτως να κλαις και να προσεύχεσαι γι’ αυτούς, παρακαλώντας τον Κύριο ώστε να μπορέσουν και εκείνοι με την σειρά τους να ανοίξουν τα μάτια και τα αυτιά της ψυχής τους και να δουν, να καταλάβουν και να απομακρυνθούν από τους λυκοποιμένες και ψευδοδιδασκάλους. Μην ξεχνάς πως είναι πρόβατα του Κυρίου, που βρίσκονται μέσα στην μάνδρα και κατασπαράζονται από τα θηρία της Παναίρεσης του Οικουμενισμού και της Πανθρησκείας. Δεν μπορεί, λοιπόν, να σκληραίνουμε απέναντί τους, απλώς να κλαίμε πρέπει για τα αδέλφια μας που νοσούν πνευματικά.
Αδελφέ/-η, ο Κύριος, ο ίδιος ο Θεός, Σαρκώθηκε και Σταυρώθηκε για εμάς· για όλους μας μαζί και για τον καθένα ξεχωριστά. Αδελφέ/-η, Εκείνος έκανε την απόλυτη πράξη αγάπης για εμάς και μας περιμένει να επιστρέψουμε εκεί όπου ανήκουμε, εκεί από όπου φύγαμε, (από το Πατρικό μας σπίτι, από την Πατρική αγκαλιά), μας περιμένει υπομονετικά κοντά Του.
Και κάνε το, διότι στην εποχή μας είναι ο μοναδικός γνήσιος τρόπος να δουν και να καταλάβουν πως ο αληθής πιστός λαός του Κυρίου, όσο μικρός και αν είναι σε ποσότητα (το αληθές Μικρό Ποίμνιο δια στόματος του Κυρίου! Εξάλλου δεν θέλουμε ποσότητα, αλλα ποιότητα!) δεν καθεύδει (κοιμάται), αλλά αγρυπνά και αντιδρά (νοούμενο πάντοτε στα νόμιμα εκκλησιαστικά πλαίσια, υγιώς και Ορθοδόξως!). Διότι στις προγενέστερες από την δική μας εποχές, το πνευματικό αισθητήριο του λαού του Κυρίου ήταν πάρα πολύ ανεπτυγμένο και υπήρχε ομοψυχία και ομοβρωντία και εξοβέλιζαν τους αποστάτες που δίδασκαν αλλότρια και καινοτομίες, ενώ την σήμερον φρόντισαν επιμελώς εν κρυπτώ αυτοί που θα έπρεπε να φυλάνε σκοπιά και “Θερμοπύλες” για να μην μπουν στο μανδρί λύκοι-αιρετικοί με δορά προβάτου (Επισκοπος= επί σκοπού = αυτός που φυλάει σκοπιά!) ούτως ώστε μας άφησαν ακατήχητους, οπότε φυσικό επακόλουθο είναι πως το πνευματικό αισθητήριό μας είναι εξαιρετικά χαμηλό έως και ανύπαρκτο και μόνο δια γραπτής επιστολής καθίσταται φανερή η Ομολογία της Αποτειχίσεώς μας. Σημειωτέον πως είναι, η δεύτερη ανώτερη Ομολογία (με πρώτη το μαρτύριο αίματος) αυτή της Αποτειχίσεως, σύμφωνα και με τον Αγιογραφικό λόγο: “Όποιος με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους, θα τον ομολογήσω κι’ Εγω μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου και στους Αγίους Αγγέλους” [εννοείται και όλο το Χορό των Αγίων, Μαρτύρων Όμολογητών κ.λπ.] (τάδε έφη: Ο Κύριος! – Ματθ. 10,32).
Αδελφέ/-ή μου, ζούμε σε καιρούς που η Εκκλησία του Χριστού διώκεται, μονάχα που ο διωγμός αυτός για την ώρα είναι ύπουλος, υπόγειος και πονηρός. Οι διώκτες, φανεροί και κρυφοί, ως πονηροί φοράνε “μάσκες ευσεβείας” (αν και μετά την ληστρική ψευδο-“σύνοδο” της Κρήτης [Κολυμπάρι, Ιούνιος 2016] και επέκεινα, έπεσαν και οι μέχρι πρότινος εναπομείνουσες “μάσκες”), με σκοπό την εξαπάτηση για την εξαφάνιση των Ορθοδόξων Πιστών και της α/Αλήθειας, αν και ματαιοπονούν. Τα επίγεια όργανα του μισόκαλου και μισάνθρωπου Διαβόλου μετασχηματίζονται σε (δήθεν) “υπηρέτες” του Κυρίου και αλωνίζουν μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας.
Και κάνε το, διότι στην εποχή μας είναι ο μοναδικός γνήσιος τρόπος να δουν και να καταλάβουν πως ο αληθής πιστός λαός του Κυρίου, όσο μικρός και αν είναι σε ποσότητα (το αληθές Μικρό Ποίμνιο δια στόματος του Κυρίου! Εξάλλου δεν θέλουμε ποσότητα, αλλα ποιότητα!) δεν καθεύδει (κοιμάται), αλλά αγρυπνά και αντιδρά (νοούμενο πάντοτε στα νόμιμα εκκλησιαστικά πλαίσια, υγιώς και Ορθοδόξως!). Διότι στις προγενέστερες από την δική μας εποχές, το πνευματικό αισθητήριο του λαού του Κυρίου ήταν πάρα πολύ ανεπτυγμένο και υπήρχε ομοψυχία και ομοβρωντία και εξοβέλιζαν τους αποστάτες που δίδασκαν αλλότρια και καινοτομίες, ενώ την σήμερον φρόντισαν επιμελώς εν κρυπτώ αυτοί που θα έπρεπε να φυλάνε σκοπιά και “Θερμοπύλες” για να μην μπουν στο μανδρί λύκοι-αιρετικοί με δορά προβάτου (Επισκοπος= επί σκοπού = αυτός που φυλάει σκοπιά!) ούτως ώστε μας άφησαν ακατήχητους, οπότε φυσικό επακόλουθο είναι πως το πνευματικό αισθητήριό μας είναι εξαιρετικά χαμηλό έως και ανύπαρκτο και μόνο δια γραπτής επιστολής καθίσταται φανερή η Ομολογία της Αποτειχίσεώς μας. Σημειωτέον πως είναι, η δεύτερη ανώτερη Ομολογία (με πρώτη το μαρτύριο αίματος) αυτή της Αποτειχίσεως, σύμφωνα και με τον Αγιογραφικό λόγο: “Όποιος με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους, θα τον ομολογήσω κι’ Εγω μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου και στους Αγίους Αγγέλους” [εννοείται και όλο το Χορό των Αγίων, Μαρτύρων Όμολογητών κ.λπ.] (τάδε έφη: Ο Κύριος! – Ματθ. 10,32).
Αδελφέ/-ή μου, ζούμε σε καιρούς που η Εκκλησία του Χριστού διώκεται, μονάχα που ο διωγμός αυτός για την ώρα είναι ύπουλος, υπόγειος και πονηρός. Οι διώκτες, φανεροί και κρυφοί, ως πονηροί φοράνε “μάσκες ευσεβείας” (αν και μετά την ληστρική ψευδο-“σύνοδο” της Κρήτης [Κολυμπάρι, Ιούνιος 2016] και επέκεινα, έπεσαν και οι μέχρι πρότινος εναπομείνουσες “μάσκες”), με σκοπό την εξαπάτηση για την εξαφάνιση των Ορθοδόξων Πιστών και της α/Αλήθειας, αν και ματαιοπονούν. Τα επίγεια όργανα του μισόκαλου και μισάνθρωπου Διαβόλου μετασχηματίζονται σε (δήθεν) “υπηρέτες” του Κυρίου και αλωνίζουν μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας.
Τώρα, αδελφέ/-ή είναι ή ώρα!!! Τώρα είναι καιρός Ομολογίας και αγώνος!!! Στάσου, λοιπόν, άγρυπνος φρουρός με παρρησία, θάρρος και τόλμη, αλλά πάντοτε με τον απαραίτητο φόβο Θεού και αγάπη Χριστού, και Ομολόγησε σεμνά αλλά με σθένος (στεντορεία τη φωνή!) την Πίστη σου όπου και σε όποιον χρειαστεί. Κάνε γνωστή την Ομολογιακή σου θέση-στάση γραπτώς δια επιστολής στον κατά τόπους οικείο “επίσκοπό” σου που –ως άλλος Αρχιερεύς και Φαρισαίος– αρνήθηκε ουσιαστικώς τον Κύριο και την Πίστη του.
Αλλιώς σε αντίθετη περίπτωση που δεν κάνουμε καθαρή-ξεκάθαρη την Ομολογιακή μας θέση-στάση, εφησυχαζόμενοι έτσι πως μόνο με το να μην πηγαίνουμε σε ναούς των Παναιρετικών Οικουμενιστών, και να πηγαίνουμε μόνο σε Ι. Ναούς Αποτειχισμένων, πως είμαστε και εντάξει. Δεν είναι καθόλου έτσι, διότι σε αυτή τη περίπτωση την όποια ομολογία μας την ξέρουμε εμείς και άντε 2-3 ακόμη, αλλά αυτός που ειναι ο πρώτος και καθήν αρμόδιος για να το μάθει και τον αφορά πέραν και από άμεσα είναι ο οικείος “επίσκοπός” μας, εφόσον σε αυτόν ανήκουμε πνευματικά και με την Αποτείχισή μας κόβουμε πλέον πνευματικούς δεσμούς μαζί του και με τους όποιους εκκλησιαστικούς και εξωεκκλησιαστικούς παράγοντες που διατηρούν σχέση με αυτόν (κατ’ επέκταση και με τους “ιερείς” που τον μνημονεύουν) και τον αναγνωρίζουν σαν όντως “εις τύπον και τόπον Χριστού” και “τρόπον μέτοχο” των Αγίων Αποστόλων, ενώ στην πράξη καθαυτού έχει γίνει λυκοποιμένας, ψευδεπίσκοπος και ψευδοδιδάσκαλος και για αυτόν ακριβώς το λόγο κάνουμε και Αποτείχιση.
Φτάνοντας στο τέλος και κλείνοντας τις ταπεινές αυτές σκέψεις, να αναφερθεί πως με την Αποτείχισή μας, το λιγότερο, δεν βρισκόμαστε μαζί με τους ανασταυρωτές του Κυρίου (δηλ. αυτούς που ξανασταυρώνουν τον Κύριο). Θα κριθούμε ούτως ή άλλως για τα λάθη και τις αστοχίες (αμαρτίες) μας, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον, ας μην καταμετρηθούμεμε όλους αυτούς που Τον αρνήθηκαν και συνεχίζουν Τον αρνούνται συστηματικά και με δαιμονικό πείσμα…
Για να το κάνω κάπως πιο ξεκάθαρο και κατανοητό, είναι δηλαδή σα να μην υπήρχε πρόβλημα στην Εκκλησία, (εν προκειμένω η Παναίρεση του Οικουμενισμού και της Πανθρησκείας), και κάποιος είτε να γινόταν αιρετικός και η Εκκλησία δεν θα λάμβανε γνώση αυτού του γεγονότος, διότι στην εποχή μας είναι αδύνατον ο ιερέας μιας ενορίας να ξέρει τον καθένα ξεχωριστά (αν και αυτό θα ήταν το πρέπον) –πλήν των επαρχιακών χωριών– και το τι κάνει κάποιος για το αν λόγου χάρη έγινε αιρετικός εξωμότης ή αλλόθρησκος, και ειδικά στις μεγαλουπόλεις όπως στην Αθήνα και γενικότερα στο λεκανοπέδιο Αττικής κ.λπ. Ούτε επί παραδείγματι εάν κάποιος βαρέθηκε –κατ’ αυτόν– την όποια εκκλησιαστική και πνευματική ζωή είχε μέχρι πρότινος και αποφάσισε να αφεθεί στην κοσμική ζωή και αντί για εκκλησιασμό, εκείνος να κάνει το δικό του ανίερο “εκκλησιασμό” σε μπαρ και κλαμπ. Και ερωτώ λοιπόν: Ποιος θα το ήξερε από τους εκκλησιαστικούς Ταγούς της περιοχής του, και δη μήπως ο Επίσκοπός του;;; Και ευθύς αμέσως ακολουθεί η αυτονόητη απάντηση: ουδείς! Πολύ περισσότερο ο τοπικός Μητροπολίτης του και ειδικά αν δεν είχε και επαφές με εκκλησιαστικούς παράγοντες και τον ιερέα της ενορίας του (αν φυσικά εκκλησιαζόταν στην ενορία της περιοχής του και όχι κάπου αλλού!).
Το να μην πηγαίνουμε απλώς και ως έχει στους Οικουμενιστικούς μιαρούς ναούς, σαφώς δεν είναι καθαρή θέση και στάση Ομολογίας αλλά μεσοβέζικες (δήθεν) “λύσεις” που μας εφησυχάζουν ότι πράξαμε άριστα το καθήκον μας ως οφείλαμε, ενώ αντ’ αυτού καλύψαμε πρόχειρα όπως-όπως κάτω από το χαλί την δική μας ντροπή της αληθινής Ομολογίας κάνοντας όμως έτσι το ευάρεστο (εαυτούλης μου!) και όχι το Θεάρεστο που είναι, όπως αναφέρθηκε, η καθαρή-ξεκάθαρη Ομολογία που μας ζητάει ο Κύριος. Τα υπόλοιπα εκ του πονηρού πηγάζουν (ο νοών νοείτω και ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω!).
Αδελφέ/ή να θυμάσαι κάτι τελευταίο, μα εξίσου πολύ σημαντικό: Η Αποτείχιση είναι η αρχή του δίκαιου και νομίμως αθλήσαντως πνευματικού αγώνος και όχι το τέλος του! Είναι πύρινο βέλος στην πνευματική φαρέτρα του αληθώς Ορθοδόξου Χριστιανού που βρίσκεται στην (για την ώρα νοητή) αρένα γαι την καταπολέμηση των αιρέσεων και των πλανών και την αποκατάσταση της αληθούς και ευσεβους Πίστεως! (Αμήν, γένοιτο!)
Καλή Αποτείχιση και καλό Ομολογιακό αγώνα αδελφέ/-ή!
(το παραπάνω κείμενο έγραψε και μας κοινοποίησε αδερφός που έχει αποτειχιστεί)
Καλή Αποτείχιση και καλό Ομολογιακό αγώνα αδελφέ/-ή!
(το παραπάνω κείμενο έγραψε και μας κοινοποίησε αδερφός που έχει αποτειχιστεί)
για την αντιγραφή,