«Ο Άγιος Θεόδωρος ο Συκεώτης»
(22 Απριλίου)
Στο Συναξάρι διαβάζουμε: «Τη Κβ΄ του μηνός Απριλίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Θεοδώρου του Συκεώτου, Επισκόπου Αναστασιουπόλεως».
«Ευλογητός ο Θεός ο τους καθ’ εκάστην γενεάν ευαρεστούντας αυτώ εκλεγόμενος και γνωρίζων τα σκεύη της εκλογής και κεχρημένος αυτούς προς την λειτουργίαν των αγίων» δηλ. «ευλογητός είναι ο Θεός, ο οποίος εις εκάστην γενεάν εκλέγει τους ευαρεστούντας εις αυτόν και γνωρίζει τα σκεύη της εκλογής και τα χρησιμοποιεί δια την υπηρεσίαν των αγίων»,τονίζει ο Μ. Βασίλειος (Επιστολή 161 – προς Αμφιλόχιον).
Στην σημερινή δυσοίωνη εικόνα για το παρόν και το μέλλον, ο άγιος Θεόδωρος ο Συκεώτης καλεί τους Ορθοδόξους Χριστιανούς να αναπτύξουν αντίρροπη δύναμη προς την έλξη του κόσμου και του πονηρού.
Στις δύσκολες αποχρώσεις της αποστασίας και στις επερχόμενες δοκιμασίες που θα επιτρέψει ο Θεός οι άγιοι, ως όργανα της Θείας Χάριτος, θα προστατεύσουν τον αγωνιζόμενο (πιστό) λαό από την φθορά και την προδοσία της Ορθοδοξίας, που απεργάζονται η παναίρεση του οικουμενισμού και η προδοσία των ποιμένων.
Ο βίος του αγίου Θεοδώρου περιέχει μια θαυμάσια ομολογία πίστεως και ζωής, που τον τοποθετεί στα ύψη του νοητού στερεώματος της Εκκλησίας. Αντιγράφω (με προσαρμογή):«υπήρξε βράχος αρραγής της ορθής χριστιανικής πίστεως, υπόδειγμα ασκητικής πολιτείας, ηγεμών βίου κοινού, αγάπης θησαυρός ανεξάντλητος». Είναι, ακόμη, μια σπάνια σε θαυματουργική χάρη προσωπικότητα αγίου.
Από το συναξάρι του και την ακολουθία του αγίου (22 Απριλίου) πληροφορούμεθα, ότι ήταν κοινό ιατρείο και φόβος των δαιμόνων. Στην ακολουθία του, διαβάζουμε – υμνούμε:
«Ρύμην παθών ανέστειλας παμμάκαρ, των πόνων επιδόσεσι, και των δαιμόνων τα δολεράς, εξηφάνισας ενέδρας, του Παναγίου Πνεύματος, ισχύι Θεόδωρε».
Για τον όσιο Θεόδωρο, ισχύει: «Το μεγαλείο του Θεού είναι ο άνθρωπος που πραγματικά αληθεύει» (Ειρηναίος, Λυών). Στον βίο του ξεχωρίζουμε το θεμελιώδες της Ορθοδόξου ζωής, την ομολογία (που πρέπει να χαρακτηρίζει κάθε Ορθόδοξο), όπως σημειώνει με λεπτομέρειες ο βιογράφος του Γεώργιος, πρεσβύτερος και ηγούμενος της ίδιας Μονής με τον όσιο Θεόδωρο. Στο συναξάρι του αγίου, διαβάζουμε: «Αφού έφυγε (ο αγ. Θεόδωρος) από εκεί (χωριό Μουρτίνου) προχώρησε και έφτασε στο μοναστήρι του. Ωστόσο όμως δεν είναι δίκαιο να ρίξουμε στη σιωπή το μέγιστο θαύμα που έγινε στην (δαιμονόπληκτη) πόλη των Γερμίων και το έχει δει όλος ο κόσμος». Να σημειώσουμε, ότι οι κάτοικοι των Γερμίων θερμοπαρακάλεσαν τον άγιο να τους επισκεφθεί «με την πρόφαση να ευχηθεί και αυτός στο δικό τους σεβάσμιο Ναό του αγίου Αρχαγγέλλου, αλλά και οι ίδιοι να αξιωθούν να πάρουν την ευλογία του».
Όταν ο άγιος εισήλθε στην πόλη τα δαιμόνια (δαιμονισμένοι) φώναξαν: «Συ παράτησέ μας, δαιμονιοφάγε, πορνογέννητε, και μη προσεύχεσαι εναντίον μας…».
Ο π. Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης, σημειώνει: «Η εκ πορνείας γέννησίς του δεν ημπόδισε τον Θεόν να τον αναδείξη αρχιερέα τιμιώτατον και να τον πλουτίση με παραδόξους θεοσημείας και θαυματουργίας».
Οι προεστώτες της πόλης, κλήρος και λαός, ικέτευαν τον άγιο να παραμείνει στον συγκεκριμένο τόπο της πόλεως, όπου εκδηλώθηκε η έντονη δαιμονική ενέργεια και να την εξουδετερώσει.
Αντίθετη, όμως, γνώμη είχε ο όσιος Θεόδωρος (από ταπεινοφροσύνη). Έλεγε, σχετικά: «Ας γυρίσουμε στο Ναό του Αρχαγγέλου» εκεί το θαύμα δεν θα συκοφαντηθεί από κενοδοξία.
Στο Ναό του Αρχαγγέλου, διευκρίνισε ο άγιος, «δεν θα μας καταγελούν, ούτε θα θεωρηθούμε ότι παρουσιάζουμε το θαύμα αυτό από κενοδοξία».
Τότε, κλήρος και λαός με δάκρυα τόνισαν:
«Ταιριάζει πάρα πολύ να παρουσιάσεις μπροστά σε τόσο πλήθος τη δωρεά του Θεού, ώστε και οι πιστοί να στηριχθούν στην πίστη περισσότερο με ένα τέτοιο θαύμα, αλλά και οι άπιστοι και οι αιρετικοί θα δουν και θα μάθουν ότι μαζί με μας τους Ορθοδόξους είναι ο Θεός…».
Στις ικεσίες του πλήθους ο άγιος υποχώρησε και έδωσε προτεραιότητα στην θαυματουργική ομολογία και εξεδίωξε τους δαίμονες από την πόλη, οι οποίοι φώναζαν:
«ας πενθήσουμε όλοι μαζί για τον σιδηροφάγο που γεννήθηκε για τη δική μας συμφορά, μάλλον δε αυτόν τον δαιμονιοφάγο, διότι τα δάκρυα που χύνει εναντίον μας έγιναν αλυσίδα που φτάνει εως τον ουρανό, και μ’ αυτή μας δένει και μας καταπατεί, όπως θέλει».
Από τότε «καμμιά δαιμονική ενέργεια δεν παρουσιάσθηκε στην πόλη…», σημειώνει ο βιογράφος του.
Να υπογραμμίσουμε τα εξής:
- Η αρχική θέληση του αγίου (από ταπείνωση) να θαυματουργήσει εντός του Ναού του Αρχαγγέλου, υποχώρησε μπροστά στην αναγκαιότητα της ομολογίας της ορθής πίστεως, της Ορθοδοξίας.
- Το μέγα κατόρθωμα του αγ. Θεοδώρου, να βλέπει το πρόσωπο του Χριστού προσηνές και ευμενές τον ώθησε (νομοτελειακά) στην ομολογία πίστεως, ως επικερδές και ωφέλιμο πράγμα και όχι ως ανωφελές και ανεπιθύμητο.
- Ο Κύριος ευλόγησε την ομολογιακή του τοποθέτηση, ως προτεραιότητα της Εκκλησίας,
- Οι δαίμονες δεν τόλμησαν να κατηγορήσουν την ομολογιακή του πράξη.
- Το φρόνημα του αγίου, του κλήρου και λαού, υπογράμμιζε ότι οι άπιστοι και οι αιρετικοί δεν έχουν χάρι.
- Τέλος, ας σκεφθούμε, ότι ο άγιος ενεργούσε με όρους Εκκλησίας–εκκλησιολογίας και όχι με όρους ανθρώπινους, που υπογραμμίζουν το προσωπικό στοιχείο.
Αυτή η ομολογία πίστεως του αγίου και του πληρώματος, που σήμερα πρέπει να είναι το αναπόφευκτο, τρία χρόνια μετά την «σύνοδο» της Κρήτης, αποφεύγεται από τους ορθοδόξους (;), ως βεβαιότητα «υπακοής» στην διοίκηση της Εκκλησίας, ως εμπειρία «ταπεινοφροσύνης», σ’ αντίθεση με το φρόνημα του αγίου Θεοδώρου και του διαχρονικού φρονήματος των αγίων. Ως επίσκοπος δηλαδή έδωσε έμφαση στην υπακοή με όρους Εκκλησίας και όχι μόνο ως προσωπική άσκηση αρετής όπως συμβαίνει, εν πολλοίς, σήμερα.
Στο μικρό αυτό άρθρο–πόνημα, δεν καταγράφω επιδερμικά τα έργα και της ημέρες του αγίου Θεοδώρου.
Αποτελεί μια μικρή προσπάθεια για διείσδυση στην πορεία του ως επισκόπου, που θεμελιώθηκε αυστηρά στην εκκλησιαστική ζωή, στην μακραίωνη ζωή της Εκκλησίας.
Ίσως, με την μελέτη του βίου του αγίου, ενεργοποιηθεί η ευαισθησία των σημερινών επισκόπων – ποιμένων, και τους ωθήσει σε ομολογιακή διακονία έναντι του νεοπαπισμού της ανατολής.
«Ταις του Αγίου σου (Θεοδώρου) πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν!».
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ
ΣΥΝΑΞΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΡΗΤΩΝ