ΠΕΡΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΑΡΚΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΙΣΘΗΣΗ
ΘΕΩΡΗΣΗ: ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ-ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ-ΙΑΤΡΙΚΗ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΛΟΥ: ΑΙΣΘΗΣΙΣ-ΔΙΑΝΟΙΑ-ΓΝΩΜΗ-ΦΑΝΤΑΣΙΑ- ΑΙΣΘΗΣΗ
ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ
Επισημαίνοντας, στο προηγούμενο άρθρο μας, ότι πνευματική ζωή δεν είναι τίποτε άλλο παρά μόνο το να αποκτήσουμε το Άγιο Πνεύμα κατά Χάριν κάναμε νύξη και για την νηστεία, στα πλαίσια του τρόπου πως να βρίσκουμε αλλά και να κρατούμε κατά δύναμιν αμετάπτωτα την Χάρη του Θεού με την πνευματική αίσθηση στην πράξη, δια της οποίας θα φτάσουμε και στην “Θεωρία”, επειδή πρώτα η νηστεία αντιμετωπίζει το σαρκικό φρόνημα και παρέχει μια άλλη θεώρηση να βλέπει ο αγωνιζόμενος, έστω και προκαταρτικά, πριν φτάσει στην Θεοπτία με πνευματική αίσθηση τα πράγματα. Ο λόγος όμως που η νηστεία θεραπεύει ψυχικά και σωματικά τον άνθρωπο και πως το κάνει αυτό είναι μιά πτυχή που είναι χρήσιμη για όσους ασχολούνται με την πνευματική ζωή, ειδικά όμως ενδιαφέρει και τις επιστήμες υγείας, όπως την ιατρική επιστημονική κοινότητα.
Κατ΄ αρχήν από πνευματικής απόψεως όταν ο πιστός νηστεύει ορθόδοξα αποκτά πνευματική αίσθηση:
Ø όχι επειδή κάνει αλλαγή διατροφής αλλά επειδή νηστεύοντας σωστά ξοδεύει λιγότερα χρήματα και έτσι μπορεί να ασκεί το έργο της φιλανθρωπίας δια της οποίας “συγγενεύει” με τον Θεό, διότι, σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο, νηστεύουμε για να ελεήσουμε, κυρίως όμως,
Ø διότι με την νηστεία που είναι έκφρασις μετανοίας και τρόπος θεραπείας χτυπά το κακό στην ρίζα του, διότι η σαρκική αίσθησις:
§ απογυμνώνει τον νου με την άγνοια της πνευματικής γνώσεως,
§ σκοτίζει τον λόγο με την λήθη της θεϊκής σοφίας,
§ αποδυναμώνει το πνεύμα με την ραθυμία της θέλησης
Σε ένα από τα προηγούμενα δημοσιεύματα με τίτλο, ”Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΠΟΥ ΠΡΟΣΛΑΜΒΑΝΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΗ”,αναφερθήκαμε τότε στην αίσθηση όχι μόνο σε πνευματικά αλλά και ανθρωπολογικά πλαίσια. Συνεχίζοντας στην συνάφεια εκείνη περνούμε τώρα σε μια θεώρηση ψυχολογική,ιατρική και πνευματική στην φαντασία στα πλαίσια της δυνατότητας να αποκτήσουμε πνευματική αίσθηση και δι’ αυτής να οδηγηθούμε στην θεραπεία -με βάση τα ορθόδοξα πατερικά πρότυπα- της ψυχής αλλά και του σώματος όταν τα αίτια είναι ψυχογενή.
Η ψυχή του ανθρώπου, που είναι ζώσα ύπαρξη, απλή, ασώματη, της οποίας η φύση της είναι αόρατη με τα μάτια του σώματος, είναι λογική και νοερή, χωρίς σχήμα, κατοικεί σε οργανικό σώμα και του παρέχει ζωή, ανάπτυξη, αντίληψη και γέννηση, δεν έχει τον νου σαν κάτι διαφορετικό από τον εαυτό της, αλλά σαν το πιο καθαρό στοιχείο της.Διότι, όπως είναι το μάτι στο σώμα, έτσι είναι και ο νους για την ψυχή. Είναι αυτεξούσια και έχει θέληση και ενέργεια.
Είναι μεταβλητή, δηλαδή μεταβάλλεται σύμφωνα με τη θέλησή της, διότι είναι κτιστή. Όλα αυτά τα έχει λάβει με φυσική τάξη από τη χάρη του Δημιουργού της, ο Οποίος της έδωσε και την ύπαρξη και τη φύση. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε εξ αρχής στο θέμα μας είναι να μην συγχέουμε την φαντασία με την καθ’ αυτή, ενιαία, αίσθηση της ψυχής διότι, αν και η φαντασία είναι μία από τις αισθήσεις της ψυχής,ωστόσο δεν είναι αυτό, καθ’ αυτό, που ονομάζουμε αίσθηση της ψυχής, για την οποία ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέει: ότι «αἴσθησίς ἐστι δύναμις τῆς ψυχῆς ἀντιληπτικὴ τῶν ὑλῶν» καὶ δείχνει, ὅτι ὁ νοῦς, διὰ μέσου τῶν αἰσθήσεων ποὺ ἔχει τὸ αἰσθητικὸ τῆς ὑπάρξεώς μας, κατέρχεται στὸν αἰσθητὸ κόσμο καὶ τὸν γνωρίζει. Διασαφηνίζει βέβαια ὅτι· «αἰσθητικὸν δὲ τὸ ζῷον τὸ ἔχον τὴν αἴσθησιν». Συνεπῶς αἰσθητικὸ δὲν εἶναι αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴν ἡ αἴσθησις, οὔτε αὐτὸ ποὺ λέμε «οἱ αἰσθήσεις», οὔτε πάλι τὰ αἰσθητήρια, ἀλλὰ ἡ ζῶσα ὕπαρξη ποὺ ἔχει ὅλα αὐτά.
«Πρέπει να γνωρίζουμε –σύμφωνα με τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό που συστηματοποίησε την προγενέστερη πατερική διδασκαλία και για τον άνθρωπο στο έργο του «Έκδοσις ακριβής Ορθοδόξου Πίστεως» ότι όλες οι δυνάμεις που έχουμε αναφέρει, οι γνωστικές, οι ζωτικές, οι φυσικές και οι τεχνικές, ονομάζονται ενέργειες. Ενέργεια είναι η φυσική δύναμη και κίνηση κάθε ουσίας. Και επίσης· φυσική ενέργεια είναι η έμφυτη κίνηση κάθε ουσίας. Γι’ αυτό είναι φανερό ότι όποια όντα έχουν την ίδια ουσία, αυτά έχουν και την ίδια ενέργεια· όποια όμως έχουν διαφορετικές φύσεις, αυτά έχουν και διαφορετικές ενέργειες· διότι είναι αδύνατο η ουσία να μην έχει φυσική ενέργεια. Φυσική ενέργεια πάλι είναι η δύναμη που φανερώνει κάθε ουσία. Και επίσης· φυσική και πρώτη ενέργεια είναι η αεικίνητη δύναμη της νοερής ψυχής, ήτοι ο αεικίνητος λόγος αυτής που από τη φύση της πηγάζει πάντοτε απ’ αυτήν. Και ακόμη· φυσική ενέργεια είναι η δύναμη και η κίνηση κάθε ουσίας, χωρίς την οποία είναι μόνο αυτό που δεν υπάρχει. Ενέργειες ονομάζονται και οι πράξεις, όπως το να ομιλεί κανείς, να περπατά, να τρώει, να πίνει και τα παρόμοια. Επίσης και τα φυσικά πάθη λέγονται πολλές φορές ενέργειες, όπως η πείνα, η δίψα και τα παρόμοια.Ενέργεια ονομάζεται τέλος και το αποτέλεσμα της δυνάμεως».
Με αυτή την έννοια ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εξηγεί: Νους ονομάζεται και η ενέργεια του νου που αποτελείται από λογισμούς και έννοιες. Νους είναι και η δύναμη που τα ενεργεί αυτά, η οποία και καρδιά ονομάζεται από τη Γραφή. Σύμφωνα με αυτήν, που είναι η κυριότατη απ’ όλες τις εσωτερικές μας δυνάμεις, η ψυχή μας είναι λογική. Η ενέργεια λοιπόν του νου που συνίσταται στους λογισμούς, στους ανθρώπους που σχολάζουν στην προσευχή και μάλιστα τη μονόλογιστη, τακτοποιείται και καθαίρεται εύκολα. Η δύναμη όμως του νου που γεννά αυτή την ενέργεια, δεν μπορεί να καθαρθεί, αν δεν καθαρθούν κι όλες οι άλλες δυνάμεις της ψυχής. Γιατί η ψυχή είναι οντότητα πολυδύναμη. Όταν λοιπόν δημιουργηθεί μέσα της κακία από κάποια από τις δυνάμεις της, μολύνεται ολόκληρη και μετέχουν στο μολυσμό της μιας όλες οι δυνάμεις, επειδή η ψυχή είναι ενιαία. Γι ‘ αυτό η φαντασία ως γνωστική δύναμη μολύνει όλη την ψυχή!
Όταν από αμέλεια στα πνευματικά (των μέσων της εν Χριστώ άσκησης που ενισχύουν εσωτερικά την ύπαρξή μας), εξ αιτίας λήθης ή και άγνοιας του τρόπου της πνευματικής ζωής, δεν βρισκόμαστε σε νήψη(εσωτερική προσοχή και εγρήγορση με επιφυλακή),ώστε με κραταιό (από την συνεχή και αληθινή κοινωνία μας με τον Θεό δια προσευχής-ευχής και θείας Μεταλείψεως) τον ηγεμόνα νου να ελέγχουμε τις αισθήσεις μας και να ασκούμε εγκράτεια στην φαντασία μας, η οποία οργιάζει επειδή εξάπτεται με την αίσθηση και εμπλουτίζεται από το ψυχικό πνεύμα, το οποίο όμως επηρεάζει και έμμεσα την φαντασία, αφού αυτό ενισχύει την αίσθηση, και αυτό πάλι το ζωϊκό πνεύμα ενισχύεται από την άμετρο τροφή, τότε ως μόνη εναρκτήρια προϋπόθεση για να ξεκινήσει αγώνας με πνευματική προοπτική προβάλλει η νηστεία! Σ’ αυτή την συνάφεια εξετάζουμε το θέμα της νηστείας, όπως την εκφράζει η ορθόδοξη πατερική νηπτική γραμματεία ως δυνατότητα κάθαρσης από τα πάθη για να φτάσουμε πρώτα στον φωτισμό και στην συνέχεια οι τελειούμενοι να προχωρήσουν κατά Χάριν και στη θέωση.
Πέρα όμως από τον πνευματικό σκοπό της νηστείας ως εκφρασης μετανοίας, τρόπου καθάρσεως και μέσου για να αποκτήσουμε πνευματική αίσθηση διάσταση υπάρχει εκ των πραγμάτων μια συνυφασμένη ψυχοθεραπεία, πολύ απλά, διότι έτσι λειτουργεί η ψυχή, και καθώς αγωνίζεται κανείς πνευματικά, συνειδητά ή και ασυνείδητα ρυθμίζει και τον οργανισμό του στα πλαίσια της παθοφυσιολογίας της ενδοκρινολογία, της κλινικής βιοχημείας και όχι μόνο, συνεπώς τα πράγματα λειτουργούν και θεραπευτικά.
Επειδή τώρα αυτό που ονομάζουμε φαντασία ενεργεί ενώ τα πράγματα είναι απόντα, όπως ακριβώς οι αισθήσεις που μας παρέχουν πληροφορίες όταν τα πράματα είναι παρόντα, έχει αξιόλογο ενδιαφέρον και προεκτάσεις να εξετάσουμε το θέμα όχι μόνο στα πλαίσια της νηπτικής πατερικής γραμματείας αλλά και στα πλαίσια της ψυχιατρικής καθώς και της φυσιολογίας.
Επειδή, πάλι, οι “ψυχικές” λειτουργίες και με την έννοια που επισημάναμε στο προηγούμενο κεφάλαιοέχουν την αναφορά τους κατ΄ εξοχήν στο εγκέφαλο και δι’ αυτού επηρεάζουν όλο μας το σώμα, αφού αυτός ελέγχει και συντονίζει όλο μας τον οργανισμό με ταχεία δράση μέσω του νευρικού συστήματος αλλά με πιο βραδεία δράση τον ρυθμίζει και δια των ενδοκρινών αδένων, καθώς και με τα ενδιάμεσα συστήματα, προς τούτο το όλο θέμα σαφώς δεν αφορά μόνο την ψυχιατρική και την σύγχρονη έρευνα της νευροεπιστήμης και της συμπεριφοράς αλλά σύνολη την ιατρική επιστήμη.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος έχει κοινά γνωρίσματα και με τα άψυχα αλλά μετέχει στη ζωή και των αλόγων ζώων και, βέβαια, έχει πάρει τη νόηση από τα λογικά όντα.Το πάθος, να συνδυάζει ο άνθρωπος δια μέσου της φαντασίας και να σωματοποιεί εμπαθώς ως εικόνες-είδωλα τις πληροφοίες που λαμβάνουν τα αισθητήρια στο νού του ο οποίος ενεργεί στον εγκέφαλο, ξεκίνησε με την πτώση των πρωτοπλάστων.
Πιο συγκεκριμένα, τὸ πονηρὸ πνεῦμα, ὁ διάβολος μὲ μορφὴὄφεως, δελέασε τὴν Εὔα πρῶτα μὲ τὴν αἴσθηση. Ἀφοῦ χρησιμοποίησε τὸν ὄφι, γιὰ νὰ τὴν πλησιάσει, τῆς μίλησε προσβάλλοντας, μέσω τοῦ αἰσθητηρίου τῆς ἀκοῆς, τὴν ψυχή της μὲ τὸν δόλο καὶ τὴν πανουργία. Ἂν ἡ Εὔα δὲν εἶχε ὁλιγωρία, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος καὶ βρισκόταν σὲ κατάσταση θεωρίας ήτοι Θεοπτίας δὲν θὰ δεχόταν περισπασμὸ καὶ δὲν θὰ ἔδινε προσοχὴ στὰ λόγια του ποὺ ἦταν διαβολὴ πρὸς τὸν Θεό. Ἐπειδὴ ὅμως, λόγῳ τῆς ἀπροσεξίας της, ἀφοῦ δὲν εἶχε νήψη, ἀνέχθηκε νὰ ἀκούσει καὶ ἔδωσε προσοχὴ στὰ λόγια ἐκείνου ποὺ οὔτε κἂν γνώριζε καὶ ποὺ μὲ τόσο θράσος ἀντιτάχθηκε στὸ θέλημα καὶ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, πέρασε ἡ προσβολὴ στὴν ψυχή της μὲ τὴν ἐμπιστοσύνη ποὺ τοὺ ἔδειξε. Συνάμα μὲ τὴν προσβολὴ μέσω τῆς ἀκοῆς, καθῶς δηλητηριαζόταν ἡ ψυχή της μὲ τὰ πονηρὰ λόγια, φούντωνε καὶ ἡ ἐπιθυμία της ἀπὸ τὸ ὁρώμενο και γιὰ τὸ ὁρώμενο. Ἡ ἐπιθυμία ἐρεθιζόταν ὅχι μόνο ἀπὸ τὴν ἀκοὴ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ὅραση. Ἡ Εὔα ἔβλεπε ὅτι οἱ ἀπαγορευμένοι καρποὶ εἶναι ἐλκυστικοί. Πρόκειται γιὰ τὸ πρῶτο στάδιο τῆς πτώσεως κατὰ τὸ ὁποῖο προσβλήθηκε ἡ αἴσθηση τῆς ψυχῆς δια των αἰσθήσεων τοῦ σώματος ποὺ ἐπηρέασε τὸ ἐπιθυμητικό. Οι αισθήσεις υπήρξαν στον άνθρωπο από την αρχή, όμως αυτό δεν ήταν αιτία πτώσεως. Δεν ήταν το πρόβλημα στην όραση, ούτε στην ακοή, ούτε βέβαια και σε καμμία από τις άλλες αισθήσεις εν όσω ο άνθρωπος είχε στραμμένο τον νού εις τον Θεό.
Οι αισθήσεις εισήγαγαν ως θυρίδες την προσβολή όταν ο νους αποπρασαναλίσθηκε από την θεωρία του. Ὅταν ἡ Εὔα ἄκουσε ἀπὸ τὸν ὄφι ὅ,τι τρώγοντας θὰ ἀνοιχθούν τὰ μάτια τους καὶ θὰ γίνουν ὡς θεοὶ ἡ προσβολὴ προχώρησε ἀπὸ τὴν αἴσθηση στὴ πιὸ πάνω δύναμη, στὴν ἀνώτερη τῆς αἰσθήσεως, τὴνφαντασία. Δὲν φαντάσθηκε μόνο τὴν γεύση τῶν καρπῶν ποὺ τοὺς εἶχαν ἀπαγορευθεῖ κινούμενη ἀπὸ περιέργεια ἀλλὰ φαντάσθηκε συνάμα καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τῆς βρώσεως ἐκείνης ποὺ θὰ ἦταν, τάχα, ἡ ἰσοθεΐα. Στὴ φάση αὐτὴ ἄρχισε νὰ συνδυάζει, ἔκανε, δηλαδή, λογισμό. Ὁ λογισμὸς δὲν εἶναι μόνο σκέψη, ἀλλὰ σκέψη μαζὶ μὲ εἰκόνα, δηλαδή, φαντασία. Συνδύασε ἂκουσμα, το οποίο ήταν νόημα με το ορόμενο, φαντάσθηκε εικόνα, γι’ αυτό και ορέχθη, ποὺ κίνησε την διάνοια της πρός κρίση. Αυτή είναι η γνώμη, ή δόξα, η επόμενη στην σειρά γνωστική δύναμη της ψυχής την οποία θα αναλύσουμε σεάλλο κεφάλαιο. Γνωρίζουμε τα στάδια της πτώσεως: 1ον είδε, 2ονορέχθη, 3ον έλαβε, 4ονέφαγε και 5ον έθανε!Συνεπώς στο σημείο αυτό βρίσκεται στο δεύτερο στάδιο της πτώσεως. Δὲν ἀπέρριψε οὒτε τὸ νὰ ἀκούσει οὒτε νὰ κρίνει το νόημα αυτού που άκουε, γι’ αὐτὸ φαντάζεται ορεγόμενη τὸ ἂκουσμα καὶ ἔτσι συνομιλεῖ, δηλαδή συνδυάζει, μὲ τὸ νόημα ποὺ τῆς ὑποβλήθηκε από αυτόν που διαβάλει τον Θεό. Ἡ ἐλπίδα τῆς ἰσοθεΐας τὴν ἔκανε νὰ ὑπερηφανεύεται καὶ νὰ ἀρχίσει νὰ φαντάζεται μεγάλα πράγματα. “Τώρα" ἡ ἐπιθυμία φουντώνει περισσότερο.
Ὁ νοῦς τῶν πρωτοπλάστων μέχρι τότε ἦταν καθαρός, ανίδεος, δεν είχε φαντασθεί, όχι όμως ότι έλλειπε και η δυνατότητα ως δύναμη της ψυχής να σχηματίζει.Ἦταν ἑνωειδής καὶ μὲ τὸ νὰ εἶναι ἐνεργείᾳ νοῦς, δὲν ἐτυποῦτο οὔτε ἐσχηματίζετο ἀπὸ τὰς αἰσθήσεις καὶ τὰ εἴδη τῶν αἰσθητῶν· γι’ αὐτὸ ὑπάρχουν Πατέρες ποὺ ὑποστηρίζουν ὅτι ἀρχικὰ στὸν ἄνθρωπο δὲν ὑπῆρχε φαντασία ἀλλὰ εἶναι μεταπτωτικὴ δύναμη τῆς ψυχῆς. Πάντως στὴ φάση αὐτὴ ἔγινε -ο λεγόμενος στην νηπτική ορολογία-συνδυασμός. Καὶ ἡ φθορὰ ἀφορὰ τὸ ἐπιθυμητικὸ τῆς ψυχῆς.
Μὲ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα ἡ πτῶση τῶν προτοπλάστων δὲν περιορίστηκε στὴν ὕπαρξή τους προσωπικὰ ἀλλὰ μεταδόθηκε ἀπὸ τὴν οὐσία τοῦ Ἀδὰμ σὲ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Τὸ ὅτι ὅλοι φέρουμε μέσα μας τὴ φύση τοῦ προπάτορά μας Ἀδὰμ ὡς παραβάτη τὸ γνωρίζουμε ἀπ’ τὸ ὅτι ἁμαρτάνουμε καὶ οἱ ἴδιοι. Βέβαια ἡ ἁμαρτία ποὺ διέπραξε ὁ Ἀδὰμ ἐνῶ καθόταν στὴ δόξα καὶ τὴν τρυφὴ τοῦ παραδείσου διαφέρει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες ποὺ διαπράττουμε ἐμεῖς, διότι στοὺς πρωτοπλάστους δὲν ὑπῆρχε καμιὰ ἀνάγκη ἢ ἀσθένεια ἢ πρόφαση εὔλογη, παρὰ μόνο καταφρόνηση τῆς ἐντολῆς, ἀγνωμοσύνη καὶ ἀχαριστία.
Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἀποστασία ὐπῆρξε μεγάλη. Σὲ μᾶς ὅμως ἰσχύει αὐτὸ ποὺ γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του· «βλέπω δὲ ἕτερον νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστραευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καὶ αἰχμαλωτίζοντά με ἐν τῷ νόμῳ τῆς ἁμαρτίας τῷ ὄντι ἐν τοῖς μέλεσί μου»(Ρωμ. ζ, 22). Ἐπειδὴ ἀκριβῶς ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτησε χωρὶς νὰ ὑπάρχει κάποια βία καὶ ἐξαναγκασμός, ἀπέκτησε ἐκ τῶν ὑστέρων ἡ φύση μας πρόσθετα τὴ ροπὴ πρὸς τὴν ἁμαρτία καὶ ἔχασε τὴ δυνατότητα ποὺ εἶχε ἐκ φύσεως νὰ μὴν ἁμαρτάνει. Δηλαδὴ ἀλλοτριώθηκε ἡ ἀθρώπινη φύση, δὲ μεταβλήθηκε ὅμως.
Πιὸ συγκεκριμένα ἀνατράπηκε ἡ ἀρχικὴ τάξη καὶ ἡ ὁμαλὴ ἀλληλεξάρτηση τῶν μερῶν καὶ τῶν δυνάμεων τῆς φύσεώς μας. Σαφῶς δὲν ἔπαυσαν νὰ ὑπάρχουν καὶ οἱ τρεῖς πλευρὲς τῆς ἀνθρώπινης φύσεως καὶ συνακόλουθα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς μας -ἡ σωματική, ἡ διανοητικὴ καὶ ἡ πνευματική- ὅπως καὶ οἱ ἀντίστοιχες ἐκδηλώσεις τους, ἀλλὰ καθὼς διακόπηκε ἡ κοινωνία τοῦ πνεύματός μας μὲ τὸν Θεό, διακόπηκε καὶ ἡ ἐνίσχυσή του μὲ θεία δύναμη. Αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἀποδυναμωθεῖ τὸ ἀνώτερο αὐτὸ μέρος τῆς ὑπάρξεώς μας, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ κυβερνήσει τὸ κατώτερο μέρος τῆς ψυχῆς ἀλλὰ καὶ τὸ σῶμα. Ἔτσι ἀντὶ τὸ πνεῦμα μας νὰ κυριαρχεῖ στὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα μας αἰχμαλωτίσθηκε καὶ ὑποτάχθηκε τὸ ἴδιο σὲ αὐτά. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ κυριάρχησε στὸν ἄνθρωπο ἡ διάνοια καί, μέσω τῆς διάνοιας, ἡ σαρκικότητα.
Ὁ ἄνθρωπος πλέον ἀπὸ πνευματικὸς ἔγινε διανοητικὸς καὶ σαρκικός. Συνεπῶς τὸ πρόβλημα στὸν ἄνθρωπο δὲν βρίσκεται στὸ ὅτι ἔχει τὴν διανοτικὴ καὶ σωματική του πλευρά, ἀλλὰ στὸ ὅτι αὐτὰ ποὺ ἱεραρχήθηκαν στὴ φύση μας δευτερεύοντα καὶ ὑποδεέστερα μὲ τὴν πτώση του ὁ ἄνθρωπος τὰ κατέστησε κυρίαρχα στὸ πνεῦμα του ὥστε νὰ δεσπόζουν καταδυναστευτικὰ στὴν ὕπαρξή μας κάνοντας τὴ ζωή μας ἀφύσικη καὶ ἔμπαθή. Γράφει χαρακτηριστικὰ ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος: “Ἀπὸ τὴν παράβαση τοῦ πρώτου ἀνθρώπου παρεκτράπηκαν οἱ φυσικὲς δυνάμεις τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ὁ νοῦς, ἡ διάνοια, ἡ δοξασία, ἡ φαντασία καὶ ἡ αἴσθηση, οἱ ὁποῖες συνιστοῦν τὸ τριμερὲς τῆς ψυχῆς, τὸ λογιστικό, τὸ θυμικὸ καὶ τὸ ἐπιθυμητικό. Καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο μπορεῖ μὲν νὰ συλλογίζεται ὁ ἄνθρωπος, δυσκολεύεται ὅμως νὰ συλλογίζεται ὀρθά.
Μπορεῖ μὲν νὰ ἐπιθυμεῖ, ὅμως ἀνόητες ἐπιθυμίες. Μπορεῖ μὲν νὰ ὀργίζεται, θυμώνει ὅμως παράλογα. Καὶ γι’ αὐτὸ τὰ νοήματά του καὶ τὰ διανοήματα, οἱ δοξασίες καὶ οἱ φαντασίες καὶ ὅσα ἀντιλαμβάνεται μὲ τὶς αἰσθήσεις εἶναι ἀνάπηρα καὶ στραβὰ καὶ σφαλερά”. Συνεπῶς τὸ πρόβλημα στὸν ἄνθρωπο δὲν βρίσκεται στὸ ὅτι ἔχει τὴν διανοτικὴ καὶ σωματική του πλευρά, ἀλλὰ στὸ ὅτι αὐτὰ ποὺ ἱεραρχήθηκαν στὴ φύση μας δευτερεύοντα καὶ ὑποδεέστερα μὲ τὴν πτώση του ὁ ἄνθρωπος τὰ κατέστησε κυρίαρχα στὸ πνεῦμα του ὥστε νὰ δεσπόζουν καταδυναστευτικὰ στὴν ὕπαρξή μας κάνοντας τὴ ζωή μας ἀφύσικη καὶ ἔμπαθή».
Συνεπώς το πρόβλημα βρίσκεται στον περισπασμό απ΄ τα μάταια πράγματα του κόσμου και την σωματοποίηση των μηνυμάτων προς αμαρτίαν, και όχι στον κόσμο της δημιουργίας ούτε βέβαια στον συνάνθρωπο. Ο αγώνας μας λοιπόν για όλη μας την ζωή είναι να συμμαζεύουμε τον νου μας από την διάχυση με αυτά που εμπίπτουν στις αισθήσεις μας και να ανακαλούμε συνεχώς την διάνοιά μας από την πλάνη του φανταστικού κόσμου στον οποίο διαρκώς δραπετεύει στον ρεαλισμό του πραγματικού προσγειώνοντάς την με την ταπείνωση, η οποία την συμμαζεύει και συγκεντρώνει τον νου, ο οποίος διαφορετικά όταν δεν είναι νηπτικός, δηλαδή προσεκτικός, σωματοποιεί τις πληροφορίες των αισθήσεων στον εγκέφαλο με την φαντασία.
Και πράγματι, αν αναλογισθούμε πως περνά ο ελεύθερος χρόνος μας θα διαπιστώσουμε ότι ένα σημαντικό μέρος τους ο μέσος άνθρωπος να το περνά μπροστά στην τηλεόραση όπου βιώνει στις ταινίες τα σενάρια του φανταστικού, στις διαφημίσεις το ίδιο, αφού παρουσιάζουν ένα ιδεάτο πρότυπο υπέρκαταναλωτικού ανθρώπου στο οποίο όμως η σκληρή και πεζή πραγματικότητα κατά κανόνα δεν ανταποκρίνεται. Μήπως όμως και με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το κινητό δεν δραπετεύει συνεχώς από την πραγματικότητα. Δεν διαπιστώνονται προβλήματα απ’ αυτά στον ψυχισμό όχι μόνο των ευάλωτων παιδιών ή νέων αλλά και των ώριμων ανθρώπων; Ακόμη, και την ώρα του ύπνου μας με τα όνειρα κινούμαστε σε άλλη κατάσταση που δεν είναι η πραγματική. Αν σκεφθούμε ποιές από τις σκέψεις μας ανταποκρίνονται στο πραγματικό και το διάστημα του χρόνου που πραγματικά προσφέρουμε λειτουργώντας στην προοπτική του αληθινού προορισμού μας, ίσως δεν είναι αρκετό.
Οπωσδήποτε, ένα μεγάλο μέρος των σκέψεων και των λογισμών μας, η προοπτική, οι ελπίδες, τα σχέδια, τα προγράμματα, τα οράματα, ακόμη και “εκκλησιαστικών ανδρών”, δεν κινούνται στο χώρο του φανταστικού, στον πόθο της ανεκπλήρωτης επιθυμίας; Ποιό είναι αυτό που θέλω να διατυπώσω; Αυτό που επισημαίνουν οι άγιοι Πατέρες, οι μεγάλοι ανατόμοι της ανθρώπινης ύπαρξης, ότι ο άνθρωπος μετά το προπατορικό αμάρτημα χρειάζεται να φροντίζει για να θεραπεύσει την ψυχή και μαζί μ΄αυτήν και το σώμα του, που εκφράζει και υπηρετεί την ψυχή του ως πνευματική οντότητα και όχι μόνο ως ζωϊκή ενέργεια, με σκοπό την ανακαίνιση της φύσεώς μας εν Χριστώ και την κατά Χάριν θέωση της υπόστασής μας! Για να γίνει αυτό όμως χρειάζεται να θεραπεύσουμε τον νου από τα εφάμαρτα είδωλα, την σωματοποίση των πληροφοριών που φτάνουν στην ψυχή μας δια του εγκεφάλου, και στον εγκέφαλο δια των νευρώνων.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΘΕΩΡΗΣΗ: ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ-ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ-ΙΑΤΡΙΚΗ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΛΟΥ: ΑΙΣΘΗΣΙΣ-ΔΙΑΝΟΙΑ-ΓΝΩΜΗ-ΦΑΝΤΑΣΙΑ- ΑΙΣΘΗΣΗ
ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ
Επισημαίνοντας, στο προηγούμενο άρθρο μας, ότι πνευματική ζωή δεν είναι τίποτε άλλο παρά μόνο το να αποκτήσουμε το Άγιο Πνεύμα κατά Χάριν κάναμε νύξη και για την νηστεία, στα πλαίσια του τρόπου πως να βρίσκουμε αλλά και να κρατούμε κατά δύναμιν αμετάπτωτα την Χάρη του Θεού με την πνευματική αίσθηση στην πράξη, δια της οποίας θα φτάσουμε και στην “Θεωρία”, επειδή πρώτα η νηστεία αντιμετωπίζει το σαρκικό φρόνημα και παρέχει μια άλλη θεώρηση να βλέπει ο αγωνιζόμενος, έστω και προκαταρτικά, πριν φτάσει στην Θεοπτία με πνευματική αίσθηση τα πράγματα. Ο λόγος όμως που η νηστεία θεραπεύει ψυχικά και σωματικά τον άνθρωπο και πως το κάνει αυτό είναι μιά πτυχή που είναι χρήσιμη για όσους ασχολούνται με την πνευματική ζωή, ειδικά όμως ενδιαφέρει και τις επιστήμες υγείας, όπως την ιατρική επιστημονική κοινότητα.
Κατ΄ αρχήν από πνευματικής απόψεως όταν ο πιστός νηστεύει ορθόδοξα αποκτά πνευματική αίσθηση:
Ø όχι επειδή κάνει αλλαγή διατροφής αλλά επειδή νηστεύοντας σωστά ξοδεύει λιγότερα χρήματα και έτσι μπορεί να ασκεί το έργο της φιλανθρωπίας δια της οποίας “συγγενεύει” με τον Θεό, διότι, σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο, νηστεύουμε για να ελεήσουμε, κυρίως όμως,
Ø διότι με την νηστεία που είναι έκφρασις μετανοίας και τρόπος θεραπείας χτυπά το κακό στην ρίζα του, διότι η σαρκική αίσθησις:
§ απογυμνώνει τον νου με την άγνοια της πνευματικής γνώσεως,
§ σκοτίζει τον λόγο με την λήθη της θεϊκής σοφίας,
§ αποδυναμώνει το πνεύμα με την ραθυμία της θέλησης
Σε ένα από τα προηγούμενα δημοσιεύματα με τίτλο, ”Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΠΟΥ ΠΡΟΣΛΑΜΒΑΝΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΗ”,αναφερθήκαμε τότε στην αίσθηση όχι μόνο σε πνευματικά αλλά και ανθρωπολογικά πλαίσια. Συνεχίζοντας στην συνάφεια εκείνη περνούμε τώρα σε μια θεώρηση ψυχολογική,ιατρική και πνευματική στην φαντασία στα πλαίσια της δυνατότητας να αποκτήσουμε πνευματική αίσθηση και δι’ αυτής να οδηγηθούμε στην θεραπεία -με βάση τα ορθόδοξα πατερικά πρότυπα- της ψυχής αλλά και του σώματος όταν τα αίτια είναι ψυχογενή.
Η ψυχή του ανθρώπου, που είναι ζώσα ύπαρξη, απλή, ασώματη, της οποίας η φύση της είναι αόρατη με τα μάτια του σώματος, είναι λογική και νοερή, χωρίς σχήμα, κατοικεί σε οργανικό σώμα και του παρέχει ζωή, ανάπτυξη, αντίληψη και γέννηση, δεν έχει τον νου σαν κάτι διαφορετικό από τον εαυτό της, αλλά σαν το πιο καθαρό στοιχείο της.Διότι, όπως είναι το μάτι στο σώμα, έτσι είναι και ο νους για την ψυχή. Είναι αυτεξούσια και έχει θέληση και ενέργεια.
Είναι μεταβλητή, δηλαδή μεταβάλλεται σύμφωνα με τη θέλησή της, διότι είναι κτιστή. Όλα αυτά τα έχει λάβει με φυσική τάξη από τη χάρη του Δημιουργού της, ο Οποίος της έδωσε και την ύπαρξη και τη φύση. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε εξ αρχής στο θέμα μας είναι να μην συγχέουμε την φαντασία με την καθ’ αυτή, ενιαία, αίσθηση της ψυχής διότι, αν και η φαντασία είναι μία από τις αισθήσεις της ψυχής,ωστόσο δεν είναι αυτό, καθ’ αυτό, που ονομάζουμε αίσθηση της ψυχής, για την οποία ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέει: ότι «αἴσθησίς ἐστι δύναμις τῆς ψυχῆς ἀντιληπτικὴ τῶν ὑλῶν» καὶ δείχνει, ὅτι ὁ νοῦς, διὰ μέσου τῶν αἰσθήσεων ποὺ ἔχει τὸ αἰσθητικὸ τῆς ὑπάρξεώς μας, κατέρχεται στὸν αἰσθητὸ κόσμο καὶ τὸν γνωρίζει. Διασαφηνίζει βέβαια ὅτι· «αἰσθητικὸν δὲ τὸ ζῷον τὸ ἔχον τὴν αἴσθησιν». Συνεπῶς αἰσθητικὸ δὲν εἶναι αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴν ἡ αἴσθησις, οὔτε αὐτὸ ποὺ λέμε «οἱ αἰσθήσεις», οὔτε πάλι τὰ αἰσθητήρια, ἀλλὰ ἡ ζῶσα ὕπαρξη ποὺ ἔχει ὅλα αὐτά.
«Πρέπει να γνωρίζουμε –σύμφωνα με τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό που συστηματοποίησε την προγενέστερη πατερική διδασκαλία και για τον άνθρωπο στο έργο του «Έκδοσις ακριβής Ορθοδόξου Πίστεως» ότι όλες οι δυνάμεις που έχουμε αναφέρει, οι γνωστικές, οι ζωτικές, οι φυσικές και οι τεχνικές, ονομάζονται ενέργειες. Ενέργεια είναι η φυσική δύναμη και κίνηση κάθε ουσίας. Και επίσης· φυσική ενέργεια είναι η έμφυτη κίνηση κάθε ουσίας. Γι’ αυτό είναι φανερό ότι όποια όντα έχουν την ίδια ουσία, αυτά έχουν και την ίδια ενέργεια· όποια όμως έχουν διαφορετικές φύσεις, αυτά έχουν και διαφορετικές ενέργειες· διότι είναι αδύνατο η ουσία να μην έχει φυσική ενέργεια. Φυσική ενέργεια πάλι είναι η δύναμη που φανερώνει κάθε ουσία. Και επίσης· φυσική και πρώτη ενέργεια είναι η αεικίνητη δύναμη της νοερής ψυχής, ήτοι ο αεικίνητος λόγος αυτής που από τη φύση της πηγάζει πάντοτε απ’ αυτήν. Και ακόμη· φυσική ενέργεια είναι η δύναμη και η κίνηση κάθε ουσίας, χωρίς την οποία είναι μόνο αυτό που δεν υπάρχει. Ενέργειες ονομάζονται και οι πράξεις, όπως το να ομιλεί κανείς, να περπατά, να τρώει, να πίνει και τα παρόμοια. Επίσης και τα φυσικά πάθη λέγονται πολλές φορές ενέργειες, όπως η πείνα, η δίψα και τα παρόμοια.Ενέργεια ονομάζεται τέλος και το αποτέλεσμα της δυνάμεως».
Με αυτή την έννοια ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εξηγεί: Νους ονομάζεται και η ενέργεια του νου που αποτελείται από λογισμούς και έννοιες. Νους είναι και η δύναμη που τα ενεργεί αυτά, η οποία και καρδιά ονομάζεται από τη Γραφή. Σύμφωνα με αυτήν, που είναι η κυριότατη απ’ όλες τις εσωτερικές μας δυνάμεις, η ψυχή μας είναι λογική. Η ενέργεια λοιπόν του νου που συνίσταται στους λογισμούς, στους ανθρώπους που σχολάζουν στην προσευχή και μάλιστα τη μονόλογιστη, τακτοποιείται και καθαίρεται εύκολα. Η δύναμη όμως του νου που γεννά αυτή την ενέργεια, δεν μπορεί να καθαρθεί, αν δεν καθαρθούν κι όλες οι άλλες δυνάμεις της ψυχής. Γιατί η ψυχή είναι οντότητα πολυδύναμη. Όταν λοιπόν δημιουργηθεί μέσα της κακία από κάποια από τις δυνάμεις της, μολύνεται ολόκληρη και μετέχουν στο μολυσμό της μιας όλες οι δυνάμεις, επειδή η ψυχή είναι ενιαία. Γι ‘ αυτό η φαντασία ως γνωστική δύναμη μολύνει όλη την ψυχή!
Όταν από αμέλεια στα πνευματικά (των μέσων της εν Χριστώ άσκησης που ενισχύουν εσωτερικά την ύπαρξή μας), εξ αιτίας λήθης ή και άγνοιας του τρόπου της πνευματικής ζωής, δεν βρισκόμαστε σε νήψη(εσωτερική προσοχή και εγρήγορση με επιφυλακή),ώστε με κραταιό (από την συνεχή και αληθινή κοινωνία μας με τον Θεό δια προσευχής-ευχής και θείας Μεταλείψεως) τον ηγεμόνα νου να ελέγχουμε τις αισθήσεις μας και να ασκούμε εγκράτεια στην φαντασία μας, η οποία οργιάζει επειδή εξάπτεται με την αίσθηση και εμπλουτίζεται από το ψυχικό πνεύμα, το οποίο όμως επηρεάζει και έμμεσα την φαντασία, αφού αυτό ενισχύει την αίσθηση, και αυτό πάλι το ζωϊκό πνεύμα ενισχύεται από την άμετρο τροφή, τότε ως μόνη εναρκτήρια προϋπόθεση για να ξεκινήσει αγώνας με πνευματική προοπτική προβάλλει η νηστεία! Σ’ αυτή την συνάφεια εξετάζουμε το θέμα της νηστείας, όπως την εκφράζει η ορθόδοξη πατερική νηπτική γραμματεία ως δυνατότητα κάθαρσης από τα πάθη για να φτάσουμε πρώτα στον φωτισμό και στην συνέχεια οι τελειούμενοι να προχωρήσουν κατά Χάριν και στη θέωση.
Πέρα όμως από τον πνευματικό σκοπό της νηστείας ως εκφρασης μετανοίας, τρόπου καθάρσεως και μέσου για να αποκτήσουμε πνευματική αίσθηση διάσταση υπάρχει εκ των πραγμάτων μια συνυφασμένη ψυχοθεραπεία, πολύ απλά, διότι έτσι λειτουργεί η ψυχή, και καθώς αγωνίζεται κανείς πνευματικά, συνειδητά ή και ασυνείδητα ρυθμίζει και τον οργανισμό του στα πλαίσια της παθοφυσιολογίας της ενδοκρινολογία, της κλινικής βιοχημείας και όχι μόνο, συνεπώς τα πράγματα λειτουργούν και θεραπευτικά.
Επειδή τώρα αυτό που ονομάζουμε φαντασία ενεργεί ενώ τα πράγματα είναι απόντα, όπως ακριβώς οι αισθήσεις που μας παρέχουν πληροφορίες όταν τα πράματα είναι παρόντα, έχει αξιόλογο ενδιαφέρον και προεκτάσεις να εξετάσουμε το θέμα όχι μόνο στα πλαίσια της νηπτικής πατερικής γραμματείας αλλά και στα πλαίσια της ψυχιατρικής καθώς και της φυσιολογίας.
Επειδή, πάλι, οι “ψυχικές” λειτουργίες και με την έννοια που επισημάναμε στο προηγούμενο κεφάλαιοέχουν την αναφορά τους κατ΄ εξοχήν στο εγκέφαλο και δι’ αυτού επηρεάζουν όλο μας το σώμα, αφού αυτός ελέγχει και συντονίζει όλο μας τον οργανισμό με ταχεία δράση μέσω του νευρικού συστήματος αλλά με πιο βραδεία δράση τον ρυθμίζει και δια των ενδοκρινών αδένων, καθώς και με τα ενδιάμεσα συστήματα, προς τούτο το όλο θέμα σαφώς δεν αφορά μόνο την ψυχιατρική και την σύγχρονη έρευνα της νευροεπιστήμης και της συμπεριφοράς αλλά σύνολη την ιατρική επιστήμη.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος έχει κοινά γνωρίσματα και με τα άψυχα αλλά μετέχει στη ζωή και των αλόγων ζώων και, βέβαια, έχει πάρει τη νόηση από τα λογικά όντα.Το πάθος, να συνδυάζει ο άνθρωπος δια μέσου της φαντασίας και να σωματοποιεί εμπαθώς ως εικόνες-είδωλα τις πληροφοίες που λαμβάνουν τα αισθητήρια στο νού του ο οποίος ενεργεί στον εγκέφαλο, ξεκίνησε με την πτώση των πρωτοπλάστων.
Πιο συγκεκριμένα, τὸ πονηρὸ πνεῦμα, ὁ διάβολος μὲ μορφὴὄφεως, δελέασε τὴν Εὔα πρῶτα μὲ τὴν αἴσθηση. Ἀφοῦ χρησιμοποίησε τὸν ὄφι, γιὰ νὰ τὴν πλησιάσει, τῆς μίλησε προσβάλλοντας, μέσω τοῦ αἰσθητηρίου τῆς ἀκοῆς, τὴν ψυχή της μὲ τὸν δόλο καὶ τὴν πανουργία. Ἂν ἡ Εὔα δὲν εἶχε ὁλιγωρία, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος καὶ βρισκόταν σὲ κατάσταση θεωρίας ήτοι Θεοπτίας δὲν θὰ δεχόταν περισπασμὸ καὶ δὲν θὰ ἔδινε προσοχὴ στὰ λόγια του ποὺ ἦταν διαβολὴ πρὸς τὸν Θεό. Ἐπειδὴ ὅμως, λόγῳ τῆς ἀπροσεξίας της, ἀφοῦ δὲν εἶχε νήψη, ἀνέχθηκε νὰ ἀκούσει καὶ ἔδωσε προσοχὴ στὰ λόγια ἐκείνου ποὺ οὔτε κἂν γνώριζε καὶ ποὺ μὲ τόσο θράσος ἀντιτάχθηκε στὸ θέλημα καὶ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, πέρασε ἡ προσβολὴ στὴν ψυχή της μὲ τὴν ἐμπιστοσύνη ποὺ τοὺ ἔδειξε. Συνάμα μὲ τὴν προσβολὴ μέσω τῆς ἀκοῆς, καθῶς δηλητηριαζόταν ἡ ψυχή της μὲ τὰ πονηρὰ λόγια, φούντωνε καὶ ἡ ἐπιθυμία της ἀπὸ τὸ ὁρώμενο και γιὰ τὸ ὁρώμενο. Ἡ ἐπιθυμία ἐρεθιζόταν ὅχι μόνο ἀπὸ τὴν ἀκοὴ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ὅραση. Ἡ Εὔα ἔβλεπε ὅτι οἱ ἀπαγορευμένοι καρποὶ εἶναι ἐλκυστικοί. Πρόκειται γιὰ τὸ πρῶτο στάδιο τῆς πτώσεως κατὰ τὸ ὁποῖο προσβλήθηκε ἡ αἴσθηση τῆς ψυχῆς δια των αἰσθήσεων τοῦ σώματος ποὺ ἐπηρέασε τὸ ἐπιθυμητικό. Οι αισθήσεις υπήρξαν στον άνθρωπο από την αρχή, όμως αυτό δεν ήταν αιτία πτώσεως. Δεν ήταν το πρόβλημα στην όραση, ούτε στην ακοή, ούτε βέβαια και σε καμμία από τις άλλες αισθήσεις εν όσω ο άνθρωπος είχε στραμμένο τον νού εις τον Θεό.
Οι αισθήσεις εισήγαγαν ως θυρίδες την προσβολή όταν ο νους αποπρασαναλίσθηκε από την θεωρία του. Ὅταν ἡ Εὔα ἄκουσε ἀπὸ τὸν ὄφι ὅ,τι τρώγοντας θὰ ἀνοιχθούν τὰ μάτια τους καὶ θὰ γίνουν ὡς θεοὶ ἡ προσβολὴ προχώρησε ἀπὸ τὴν αἴσθηση στὴ πιὸ πάνω δύναμη, στὴν ἀνώτερη τῆς αἰσθήσεως, τὴνφαντασία. Δὲν φαντάσθηκε μόνο τὴν γεύση τῶν καρπῶν ποὺ τοὺς εἶχαν ἀπαγορευθεῖ κινούμενη ἀπὸ περιέργεια ἀλλὰ φαντάσθηκε συνάμα καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τῆς βρώσεως ἐκείνης ποὺ θὰ ἦταν, τάχα, ἡ ἰσοθεΐα. Στὴ φάση αὐτὴ ἄρχισε νὰ συνδυάζει, ἔκανε, δηλαδή, λογισμό. Ὁ λογισμὸς δὲν εἶναι μόνο σκέψη, ἀλλὰ σκέψη μαζὶ μὲ εἰκόνα, δηλαδή, φαντασία. Συνδύασε ἂκουσμα, το οποίο ήταν νόημα με το ορόμενο, φαντάσθηκε εικόνα, γι’ αυτό και ορέχθη, ποὺ κίνησε την διάνοια της πρός κρίση. Αυτή είναι η γνώμη, ή δόξα, η επόμενη στην σειρά γνωστική δύναμη της ψυχής την οποία θα αναλύσουμε σεάλλο κεφάλαιο. Γνωρίζουμε τα στάδια της πτώσεως: 1ον είδε, 2ονορέχθη, 3ον έλαβε, 4ονέφαγε και 5ον έθανε!Συνεπώς στο σημείο αυτό βρίσκεται στο δεύτερο στάδιο της πτώσεως. Δὲν ἀπέρριψε οὒτε τὸ νὰ ἀκούσει οὒτε νὰ κρίνει το νόημα αυτού που άκουε, γι’ αὐτὸ φαντάζεται ορεγόμενη τὸ ἂκουσμα καὶ ἔτσι συνομιλεῖ, δηλαδή συνδυάζει, μὲ τὸ νόημα ποὺ τῆς ὑποβλήθηκε από αυτόν που διαβάλει τον Θεό. Ἡ ἐλπίδα τῆς ἰσοθεΐας τὴν ἔκανε νὰ ὑπερηφανεύεται καὶ νὰ ἀρχίσει νὰ φαντάζεται μεγάλα πράγματα. “Τώρα" ἡ ἐπιθυμία φουντώνει περισσότερο.
Ὁ νοῦς τῶν πρωτοπλάστων μέχρι τότε ἦταν καθαρός, ανίδεος, δεν είχε φαντασθεί, όχι όμως ότι έλλειπε και η δυνατότητα ως δύναμη της ψυχής να σχηματίζει.Ἦταν ἑνωειδής καὶ μὲ τὸ νὰ εἶναι ἐνεργείᾳ νοῦς, δὲν ἐτυποῦτο οὔτε ἐσχηματίζετο ἀπὸ τὰς αἰσθήσεις καὶ τὰ εἴδη τῶν αἰσθητῶν· γι’ αὐτὸ ὑπάρχουν Πατέρες ποὺ ὑποστηρίζουν ὅτι ἀρχικὰ στὸν ἄνθρωπο δὲν ὑπῆρχε φαντασία ἀλλὰ εἶναι μεταπτωτικὴ δύναμη τῆς ψυχῆς. Πάντως στὴ φάση αὐτὴ ἔγινε -ο λεγόμενος στην νηπτική ορολογία-συνδυασμός. Καὶ ἡ φθορὰ ἀφορὰ τὸ ἐπιθυμητικὸ τῆς ψυχῆς.
Μὲ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα ἡ πτῶση τῶν προτοπλάστων δὲν περιορίστηκε στὴν ὕπαρξή τους προσωπικὰ ἀλλὰ μεταδόθηκε ἀπὸ τὴν οὐσία τοῦ Ἀδὰμ σὲ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Τὸ ὅτι ὅλοι φέρουμε μέσα μας τὴ φύση τοῦ προπάτορά μας Ἀδὰμ ὡς παραβάτη τὸ γνωρίζουμε ἀπ’ τὸ ὅτι ἁμαρτάνουμε καὶ οἱ ἴδιοι. Βέβαια ἡ ἁμαρτία ποὺ διέπραξε ὁ Ἀδὰμ ἐνῶ καθόταν στὴ δόξα καὶ τὴν τρυφὴ τοῦ παραδείσου διαφέρει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες ποὺ διαπράττουμε ἐμεῖς, διότι στοὺς πρωτοπλάστους δὲν ὑπῆρχε καμιὰ ἀνάγκη ἢ ἀσθένεια ἢ πρόφαση εὔλογη, παρὰ μόνο καταφρόνηση τῆς ἐντολῆς, ἀγνωμοσύνη καὶ ἀχαριστία.
Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἀποστασία ὐπῆρξε μεγάλη. Σὲ μᾶς ὅμως ἰσχύει αὐτὸ ποὺ γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του· «βλέπω δὲ ἕτερον νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστραευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καὶ αἰχμαλωτίζοντά με ἐν τῷ νόμῳ τῆς ἁμαρτίας τῷ ὄντι ἐν τοῖς μέλεσί μου»(Ρωμ. ζ, 22). Ἐπειδὴ ἀκριβῶς ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτησε χωρὶς νὰ ὑπάρχει κάποια βία καὶ ἐξαναγκασμός, ἀπέκτησε ἐκ τῶν ὑστέρων ἡ φύση μας πρόσθετα τὴ ροπὴ πρὸς τὴν ἁμαρτία καὶ ἔχασε τὴ δυνατότητα ποὺ εἶχε ἐκ φύσεως νὰ μὴν ἁμαρτάνει. Δηλαδὴ ἀλλοτριώθηκε ἡ ἀθρώπινη φύση, δὲ μεταβλήθηκε ὅμως.
Πιὸ συγκεκριμένα ἀνατράπηκε ἡ ἀρχικὴ τάξη καὶ ἡ ὁμαλὴ ἀλληλεξάρτηση τῶν μερῶν καὶ τῶν δυνάμεων τῆς φύσεώς μας. Σαφῶς δὲν ἔπαυσαν νὰ ὑπάρχουν καὶ οἱ τρεῖς πλευρὲς τῆς ἀνθρώπινης φύσεως καὶ συνακόλουθα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς μας -ἡ σωματική, ἡ διανοητικὴ καὶ ἡ πνευματική- ὅπως καὶ οἱ ἀντίστοιχες ἐκδηλώσεις τους, ἀλλὰ καθὼς διακόπηκε ἡ κοινωνία τοῦ πνεύματός μας μὲ τὸν Θεό, διακόπηκε καὶ ἡ ἐνίσχυσή του μὲ θεία δύναμη. Αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἀποδυναμωθεῖ τὸ ἀνώτερο αὐτὸ μέρος τῆς ὑπάρξεώς μας, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ κυβερνήσει τὸ κατώτερο μέρος τῆς ψυχῆς ἀλλὰ καὶ τὸ σῶμα. Ἔτσι ἀντὶ τὸ πνεῦμα μας νὰ κυριαρχεῖ στὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα μας αἰχμαλωτίσθηκε καὶ ὑποτάχθηκε τὸ ἴδιο σὲ αὐτά. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ κυριάρχησε στὸν ἄνθρωπο ἡ διάνοια καί, μέσω τῆς διάνοιας, ἡ σαρκικότητα.
Ὁ ἄνθρωπος πλέον ἀπὸ πνευματικὸς ἔγινε διανοητικὸς καὶ σαρκικός. Συνεπῶς τὸ πρόβλημα στὸν ἄνθρωπο δὲν βρίσκεται στὸ ὅτι ἔχει τὴν διανοτικὴ καὶ σωματική του πλευρά, ἀλλὰ στὸ ὅτι αὐτὰ ποὺ ἱεραρχήθηκαν στὴ φύση μας δευτερεύοντα καὶ ὑποδεέστερα μὲ τὴν πτώση του ὁ ἄνθρωπος τὰ κατέστησε κυρίαρχα στὸ πνεῦμα του ὥστε νὰ δεσπόζουν καταδυναστευτικὰ στὴν ὕπαρξή μας κάνοντας τὴ ζωή μας ἀφύσικη καὶ ἔμπαθή. Γράφει χαρακτηριστικὰ ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος: “Ἀπὸ τὴν παράβαση τοῦ πρώτου ἀνθρώπου παρεκτράπηκαν οἱ φυσικὲς δυνάμεις τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ὁ νοῦς, ἡ διάνοια, ἡ δοξασία, ἡ φαντασία καὶ ἡ αἴσθηση, οἱ ὁποῖες συνιστοῦν τὸ τριμερὲς τῆς ψυχῆς, τὸ λογιστικό, τὸ θυμικὸ καὶ τὸ ἐπιθυμητικό. Καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο μπορεῖ μὲν νὰ συλλογίζεται ὁ ἄνθρωπος, δυσκολεύεται ὅμως νὰ συλλογίζεται ὀρθά.
Μπορεῖ μὲν νὰ ἐπιθυμεῖ, ὅμως ἀνόητες ἐπιθυμίες. Μπορεῖ μὲν νὰ ὀργίζεται, θυμώνει ὅμως παράλογα. Καὶ γι’ αὐτὸ τὰ νοήματά του καὶ τὰ διανοήματα, οἱ δοξασίες καὶ οἱ φαντασίες καὶ ὅσα ἀντιλαμβάνεται μὲ τὶς αἰσθήσεις εἶναι ἀνάπηρα καὶ στραβὰ καὶ σφαλερά”. Συνεπῶς τὸ πρόβλημα στὸν ἄνθρωπο δὲν βρίσκεται στὸ ὅτι ἔχει τὴν διανοτικὴ καὶ σωματική του πλευρά, ἀλλὰ στὸ ὅτι αὐτὰ ποὺ ἱεραρχήθηκαν στὴ φύση μας δευτερεύοντα καὶ ὑποδεέστερα μὲ τὴν πτώση του ὁ ἄνθρωπος τὰ κατέστησε κυρίαρχα στὸ πνεῦμα του ὥστε νὰ δεσπόζουν καταδυναστευτικὰ στὴν ὕπαρξή μας κάνοντας τὴ ζωή μας ἀφύσικη καὶ ἔμπαθή».
Συνεπώς το πρόβλημα βρίσκεται στον περισπασμό απ΄ τα μάταια πράγματα του κόσμου και την σωματοποίηση των μηνυμάτων προς αμαρτίαν, και όχι στον κόσμο της δημιουργίας ούτε βέβαια στον συνάνθρωπο. Ο αγώνας μας λοιπόν για όλη μας την ζωή είναι να συμμαζεύουμε τον νου μας από την διάχυση με αυτά που εμπίπτουν στις αισθήσεις μας και να ανακαλούμε συνεχώς την διάνοιά μας από την πλάνη του φανταστικού κόσμου στον οποίο διαρκώς δραπετεύει στον ρεαλισμό του πραγματικού προσγειώνοντάς την με την ταπείνωση, η οποία την συμμαζεύει και συγκεντρώνει τον νου, ο οποίος διαφορετικά όταν δεν είναι νηπτικός, δηλαδή προσεκτικός, σωματοποιεί τις πληροφορίες των αισθήσεων στον εγκέφαλο με την φαντασία.
Και πράγματι, αν αναλογισθούμε πως περνά ο ελεύθερος χρόνος μας θα διαπιστώσουμε ότι ένα σημαντικό μέρος τους ο μέσος άνθρωπος να το περνά μπροστά στην τηλεόραση όπου βιώνει στις ταινίες τα σενάρια του φανταστικού, στις διαφημίσεις το ίδιο, αφού παρουσιάζουν ένα ιδεάτο πρότυπο υπέρκαταναλωτικού ανθρώπου στο οποίο όμως η σκληρή και πεζή πραγματικότητα κατά κανόνα δεν ανταποκρίνεται. Μήπως όμως και με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το κινητό δεν δραπετεύει συνεχώς από την πραγματικότητα. Δεν διαπιστώνονται προβλήματα απ’ αυτά στον ψυχισμό όχι μόνο των ευάλωτων παιδιών ή νέων αλλά και των ώριμων ανθρώπων; Ακόμη, και την ώρα του ύπνου μας με τα όνειρα κινούμαστε σε άλλη κατάσταση που δεν είναι η πραγματική. Αν σκεφθούμε ποιές από τις σκέψεις μας ανταποκρίνονται στο πραγματικό και το διάστημα του χρόνου που πραγματικά προσφέρουμε λειτουργώντας στην προοπτική του αληθινού προορισμού μας, ίσως δεν είναι αρκετό.
Οπωσδήποτε, ένα μεγάλο μέρος των σκέψεων και των λογισμών μας, η προοπτική, οι ελπίδες, τα σχέδια, τα προγράμματα, τα οράματα, ακόμη και “εκκλησιαστικών ανδρών”, δεν κινούνται στο χώρο του φανταστικού, στον πόθο της ανεκπλήρωτης επιθυμίας; Ποιό είναι αυτό που θέλω να διατυπώσω; Αυτό που επισημαίνουν οι άγιοι Πατέρες, οι μεγάλοι ανατόμοι της ανθρώπινης ύπαρξης, ότι ο άνθρωπος μετά το προπατορικό αμάρτημα χρειάζεται να φροντίζει για να θεραπεύσει την ψυχή και μαζί μ΄αυτήν και το σώμα του, που εκφράζει και υπηρετεί την ψυχή του ως πνευματική οντότητα και όχι μόνο ως ζωϊκή ενέργεια, με σκοπό την ανακαίνιση της φύσεώς μας εν Χριστώ και την κατά Χάριν θέωση της υπόστασής μας! Για να γίνει αυτό όμως χρειάζεται να θεραπεύσουμε τον νου από τα εφάμαρτα είδωλα, την σωματοποίση των πληροφοριών που φτάνουν στην ψυχή μας δια του εγκεφάλου, και στον εγκέφαλο δια των νευρώνων.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ