Τοῦ ΝΙΚΟΥ ΣΑΚΑΛΑΚΗ
Μέσα στον 15ο Κανόνα της Α–Β συνόδου, περί διακοπής μνημοσύνου των αιρετικών επισκόπων, συμπυκνώνεται – κρυσταλλώνεται όλη η διδασκαλία της Αγίας Γραφής και των Πατέρων, για τον έπαινο – τιμή του Θεού προς τους ανθρώπους (Εκκλησία) που παλεύουν, αγωνιούν για την Πίστη και τη σωτηρία τους. «προς εν ορώμεν μόνον, πως ο Θεός επαινέσει», παρατηρεί ο Ι. Χρυσόστομος (Ε.Π.Ε. 24,50).
Στην Π. Διαθήκη, διαβάζουμε: «ούτως οι εγκαταλείποντες τον νόμον εγκωμιάζουσιν ασέβειαν οι δε αγαπώντες τον νόμον περιβάλλουσιν εαυτοίς τείχος» (Παροιμίες – Κη, 4).
Σίγουρα, στο πνευματικό αυτό τείχος περιλαμβάνεται και το τείχος ασφαλείας, που δημιουργεί η υποχρεωτική εφαρμογή –όπως τονίζει η Γραφή– του 15ου Κανόνα.
Πολλοί σύγχρονοι υποστηρικτές της δυνητικής ερμηνείας, δεν αναφέρουν καθόλου σχετικά χωρία της Γραφής, που να θεμελιώνουν τη θέση τους. Νοητικά, αυτόνομα, προσανατολίζουν τη λογική τους στον δήθεν κίνδυνο σχίσματος που, αναμφίβολα, το αποτρέπει ο κανόνας.
Η θεολογική – εκκλησιαστική εμβάθυνση στον κανόνα αυτό, είναι μια εκκλησιολογική ερμηνεία του χωρίου (Παροιμίες – Κη,4). Οι «εγκαταλείποντες τον νόμον», πράγματι «εγκωμιάζουσιν ασέβειαν». Σήμερα, δεν βλέπουμε την πρόσληψη οικουμενιστικών σχημάτων πίστεως από επισκόπους, ποιμένες και θεολόγους, που επιχειρούν να τα εντάξουν στην ορθόδοξη εκκλησιολογία δικαιολογούντες την αποστασία;
Στον στίχο 7, του ιδίου κεφαλαίου των Παροιμιών γράφεται: «Φυλάσσει νόμον υιός συνετός, ος δε ποιμαίνει ασωτίαν ατιμάζει Πατέρα».
Στην ερμηνευτική διαδρομή της Γραφής οι όροι–λέξεις «αγάπη» και «συνετός–φρόνιμος» έχουν μεγάλη πνευματική και εννοιολογική διαφορά.
Εάν ο Κύριος επαινεί τον φρόνιμο οικονόμο της αδικίας (Λουκ. 16,8), τότε οποία τιμή γίνεται στους αγαπώντες τον νόμο Του;
Στο βιβλίο των Βασιλειών (Γ–Δ), υπάρχει πνευματική κριτική–κρίση πολλών βασιλέων.
Όπως και στην Αποκάλυψη (για τις επτά Εκκλησίες), ο έπαινος–τιμή αποδίδονται σε εκείνους, που «εποίησαν το ευθές ενώπιον του Κυρίου» (Βασιλ. Γ, ιε΄-5), ενώ η επιτίμηση στους «ποιήσαντας το πονηρόν ενώπιον Κυρίου» (Βασιλ. Γ΄, ιε-34).
Τηρουμένων των πνευματικών αναλογιών, ο έπαινος–τιμή της Εκκλησίας (15ος κανόνας) ανήκει σ’ εκείνους, που έναντι της αιρέσεως ποιούν το «ευθές ενώπιον του Κυρίου».
Ο Ι. Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας τον Απ. Παύλο, τονίζει «προς επαίνους προσέχοντα δει ζην. Ουκ είπε, προς έπαινον όρα, αλλά τα επαινετά ποίει, μη προς έπαινον μέντοι» (Ε.Π.Ε. 22,38).
Η αίρεση προκαλεί διακοπή της αληθινής μαθητείας μέσα στην Εκκλησία. Προκαλεί αιρετική μονομέρεια στις σκέψεις–λογισμούς και πνευματικό εκτροχιασμό του ανθρώπου–πιστού. Ακυρώνει την σωτηρία!
Όταν υπάρχουν τα παραπάνω αρνητικά πνευματικά στοιχεία, τότε αυτά μεταδίδονται μέσω του Οικουμενιστή επισκόπου ή του πνευματικού σ’ όλο το ποίμνιο. Η αίρεση κτυπά ανεπαίσθητα μα καίρια την ορθή πίστη και το υγιές εκκλησιαστικό φρόνημα. Πάρα πολλοί πιστοί των κύκλων Γραφής, των Χριστιανικών αδελφοτήτων, των Ι. Μονών προσκυνητές, με θερμή διάθεση να παραμένουν κοντά στο Θεό, έχουν προσβληθεί από τον Οικουμενισμό, από την γραμμή οικουμενιστών επισκόπων, πνευματικών–Γερόντων και δεν το έχουν συνειδητοποιήσει.
Οι συγκαλυμμένοι Οικουμενιστές και οι σιωπηλοί αντι-οικουμενιστές, προβάλλουν εαυτούς ως «υιούς συνετούς, φυλάσσοντες νόμον» (Κη,7), επικαλούμενοι το ευαίσθητο της Εκκλησιαστικής ζωής–συνοχής.
Το θεόπνευστο κείμενο μας πληροφορεί: «Ο επικαλύπτων ασέβειαν εαυτού ουκ ευοδωθήσεται, ο δε εξηγούμενος ελέγχους αγαπηθήσεται» (Στίχος 13).
Ερωτήματα: Η συνευδοκία σε διωγμούς (περίπτωση Αγιορειτών Πατέρων) δεν προκαλεί σχίσμα στην Εκκλησία;
Οι εκκλησιολογικές και πολιτικές επιλογές της «συνόδου» στην Κρήτη και η ένταξή της σε κατεύθυνση «Νέας Εκκλησίας», δεν δημιουργούν το όντως σχίσμα;
Στην ασκητική ζωή, αποφεύγεται η επαινετά χρωματισμένη προσωπική εικόνα του Ασκητή και αυτό είναι επαινετό. Η σιωπή, όμως, όταν αλλοιώνεται η Πίστη, δεν είναι επαινετή, ούτε στον Ασκητή.
«Εν τω Κυρίω επαινεθήσεται η ψυχή μου», υπογραμμίζει με απόλυτη κατηγορηματικότητα ο ψαλμωδός (ΛΓ΄ Ψαλμός).
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ