Είναι πολύ σοβαρή και σεβαστή η άποψη, πως πρέπει να πάψουμε να ασχολούμαστε με το θέμα του οικουμενισμού και να στραφούμε περισσότερο στον προσωπικό μας αγώνα. Για το θέμα δε αυτό, να κάνουμε περισσότερη προσευχή και να το αφήσουμε στα χέρια του Θεού. Είναι, εν πάση ειλικρινεία, αληθής και αγαπητική αυτή η πρόταση και μας συνέχει σε τέτοιο βαθμό, που λίγο θέλει ακόμη για να μας πείσει. Όμως, ενόσω με την άγνοια και την κάθε καθυστέρηση, κερδίζει χρόνο το ψεύδος και οδηγούνται ψυχές μακριά από την Αλήθεια, η αγωνία για την κατάθεση της Αλήθειας υπερβαίνει τον δισταγμό μας αυτόν και γράφουμε αυτά «τα δυο τρία γράμματα».
Είναι αναμφισβήτητο το γεγονός, πως αυτόν τον καιρό διεξάγεται ένας λυσσώδης πόλεμος. Ένας πόλεμος, που έχει στόχο να πλήξει, με οποιονδήποτε τρόπο, την Αλήθεια της Εκκλησίας μας. Την Αλήθεια, την οποία διά της ενανθρωπίσεώς του ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο Χριστός, την αποθησαύρισε στην αγία του Εκκλησία. Να αλλοιώσει την Παράδοση, να την αφανίσει από τη ζωή μας και να επεισαγάγει οριστικά και αμετάκλητα την πακεταρισμένη παγκοσμιοποίηση. Ένας πόλεμος, που είναι μεν αόρατος, αλλά οπωσδήποτε υπαρκτός και ο οποίος γίνεται έντονα αντιληπτός από τις ψυχές, που ποθούν την Αλήθεια και υπόσχονται και παρακαλούν το Θεό να τους στηρίξει, για να παραμείνουν πιστές μέχρι τέλους σ` αυτήν.
Αυτός ο πόλεμος κηρύχθηκε, οργανωμένος πλέον κατά της Εκκλησίας, με την κίνηση του οικουμενισμού, στον οποίο εντάχθηκαν και συντάχθηκαν με το ίδιο δαιμονικό πνεύμα δυνάμεις από όλον τον κόσμο, κάτω από οργανωμένους συνασπισμούς (Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, Παπικό Συμβούλιο για την Προώθηση της Ενότητας των Χριστιανών, Διάσκεψη Ευρωπαϊκών Εκκλησιών (Προτεσταντικών και Ορθοδόξων), Κοινοβούλιο των Παγκόσμιων Θρησκειών κ.ά.) και με κοινή αποστολή την σχετικοποίηση της Αλήθειας και συνεπώς, την κατάργηση των ορίων της Εκκλησίας και την κατάταξη της Ορθόδοξης πίστης κάπου ανάμεσα στις άλλες «αλήθειες» των άλλων θρησκειών. Πόλεμος, για να κλαπεί η αληθινή πίστη από τον άνθρωπο και μαζί και η ελευθερία του και να γίνει το θύμα και το αναλώσιμο εργαλείο από τις σκοτεινές, πλην ολοένα και αποκαλυπτόμενες δυνάμεις.
Πώς όμως καταφέρνει να παραμένει αόρατος ο πόλεμος αυτός και να μην γίνεται αντιληπτός, τουλάχιστον στο μέγεθος, στην καταστροφική του δράση και στην αγριότητά του; Αν αντιπαρέλθουμε τους ενδογενείς λόγους (άγνοια του λαού, ευδαιμονιστικός τρόπος ζωής, χαλάρωση των ηθών και των ηθικών αρχών, κλπ.), θα πρέπει να περάσουμε και στην αντίπαλη παράταξη και να δούμε ευρύτερα τα τεκταινόμενα. Διότι ο οικουμενισμός δεν καταργεί απλώς την ηθική αλλά χτίζει βιαίως τείχη, τα οποία εμποδίζουν την πορεία προς την οδό της σωτηρίας. Είναι, δηλαδή, καταστροφέας του ανθρώπου, αφού καταργεί το μοναδικό, το ύψιστο δώρο της Εκκλησίας: Την σωτηρία.
Ο αντιπερισπασμός, είναι μια μέθοδος επιχειρησιακή. Είναι τακτική πολεμικής και μέρος της προπαγάνδας πολύ κλασικό, αρχαίο και αποτελεσματικό. Θυμόμαστε λίγο πολύ περιπτώσεις ανάλογες και από την ιστορία, όπου εφαρμόστηκε από στρατιωτικές δυνάμεις σε πολεμικές αναμετρήσεις. Όταν ο εχθρός θέλει να επιτεθεί και να αλώσει τον αντίπαλο στόχο, δημιουργεί ένταση και τεταμένη ατμόσφαιρα σε κάποιο άλλο αντίθετο σημείο, δημιουργώντας τέτοια εντύπωση στον αντίπαλο, ώστε να πιστέψει ότι η επίθεση πρόκειται να πραγματοποιηθεί εκεί. Όσο περισσότερο πλησιάζει η στιγμή της επιθέσεως στο επιλεχθέν σημείο, τόσο ισχυρότερα χτυπούν τα τύμπανα του πολέμου προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ο αντίπαλος συγκεντρώνει τις δυνάμεις του εκεί που γίνεται θόρυβος και ο επιτιθέμενος εισέρχεται με επιτυχία ανεμπόδιστος από την άλλη.
Αυτήν την μέθοδο χρησιμοποιούν και οι οικουμενιστές και μάλιστα με πολλή προσοχή και πολύ ισορροπημένο τρόπο, για να μην αστοχήσουν και χαλάσουν τα μέχρι τώρα επιτυχή σχέδιά τους. Μετά τη σύνοδο του Κολυμπαρίου επιδόθηκαν σε ένα αγώνα πολύ σημαντικότερο. Να επιβληθεί και να εδραιωθεί πάση θυσία στις συνειδήσεις των πιστών η νέα τάξη πραγμάτων, η νέα αιρετική εκκλησιολογία. Για να μην συναντήσουν ισχυρές αντιστάσεις, όπως συνέβη και συμβαίνει, είτε από μεμονωμένα πρόσωπα είτε από μοναστήρια ή άλλες ομάδες πιστών, σε κοινή συνεννόηση με τις έξωθεν δυνάμεις πολιτικές και άλλες παγκόσμιας εμβέλειας, καθότι είναι ισχυρός συνεργάτης της παγκοσμιοποίησης, συνδημιουργούν τεχνητώς και τεχνηέντως καταστάσεις έντασης, για να ελκύσουν την προσοχή και το ενδιαφέρον του κόσμου, ώστε να κερδίσουν χρόνο και να λησμονηθεί το ουσιώδες και το άκρως ενδιαφέρον και ζητούμενο: Αυτή αύτη η επιβουλή τους κατά της μιας πίστεως και της μιας Εκκλησίας των Αποστόλων και των Αγίων, διά του οικουμενιστικού συνασπισμού.
Από την άλλη, πάλι, βγαίνουν οι ίδιοι αρχιτέκτονες και παριστάνουν τους αυτόκλητους σωτήρες. Καθησυχάζουν το λαό, αποδίδοντας άριστα στην υποκριτική τέχνη. Υπόσχονται πως θα υπερασπιστούν την Ορθοδοξία. Ορκίζονται πως είναι και θα παραμείνουν οι γνήσιοι θεματοφύλακες της Παράδοσης. «Τιμούν» τους αγίους στις πανηγύρεις τους με «πανηγυρικό» όντως τρόπο και από την άλλη αρνούνται να εφαρμόσουν το λόγο τους, απαξιώνοντάς τον κυριολεκτικά. Φάσκουν και αντιφάσκουν γελοιωδώς. «Χτυπούν διπλοπενιές», κατά το λαϊκότερον. Ας προσέξουμε, για παράδειγμα, δύο δηλώσεις του Πατριάρχη, οι οποίες έγιναν με διαφορά μιας εικοσαετίας, για να μην θεωρηθούν τα γραφόμενα ψευδή και υπερβολικά:
1. «Δεν πρέπει να σπαταλήσωμεν τόν χρόνον εις αναζητήσεις ευθυνών. Οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού. Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος του Θεού, άλλ΄ οφείλομεν ενώπιον Αυτού όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων».(30-11-1998)
2. «…σας διαβεβαιούμεν ότι θα συνεχίσωμεν και να σκεπτώμεθα, και να πράττωμεν και να κατεργαζώμεθα παν ό,τι θα οδηγήση την αρκετά έως τώρα δοκιμασθείσαν και ταλαιπωρηθείσαν, και μάλιστα όλως αδίκως, Ομογένειάν μας εις καλλιτέρας ημέρας, εις βαθυτέραν κοινωνίαν μετά του Θεού των Πατέρων μας, εις δικαίωσιν των θεαρέστων οραματισμών των μακαρία τη λήξει γενομένων αδελφών και προκατόχων μας» (21-11-2017).
Ποιοι είναι επιτέλους οι Πατέρες μας; Ποιους πρέπει να αναγνωρίζουμε ως «μακαρίους» και «έχοντας θεαρέστους οραματισμούς» και ποιους ως «θύματα του αρχεκάκου όφεως»; Αυτούς που νομίζει και θέλει να αναγνωρίζει ο καθένας μας, όποιος κι αν είναι, ή αυτούς που άπαξ διά παντός αυτή η ίδια η Εκκλησία όρισε;
Μετά τη σύνοδο του Κολυμπαρίου, παρατηρούμε να ανακινούνται συχνά και αλληλοδιαδόχως θέματα σοβαρά, που πλήττουν καίρια την πίστη αλλά και ευρύτερα την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, που προσπαθούν να επιβάλουν μια άλλη τάξη, μιαν άλλη ηθική και που, εντέλει, αναστατώνουν την ελληνική κοινωνία. Θέματα, τα οποία ανακινεί μεν το κράτος με ανόητες προφάσεις αναγκαιότητας εφαρμογής τους, αλλά πίσω απ` όλα αυτά κρύβεται, ως ο βασικός πνευματικός αλυτάρχης και αφέτης, ο κολυμπάρειος συνασπισμός και τα πιστεύματά του.
Ο λαός αντιστέκεται, διότι έχει ακόμη, θεία βουλήσει, συνείδηση της αξίας του πατρογονικού κληρονομήματος, της αγίας Παράδοσής του. Διαθέτει αντισώματα, απέναντι στην δυσώδη επίθεση του μηδενισμού και της απαξίωσης. Όμως, μη υπαρχόντων πνευματικών ηγετών, ο αγώνας αυτός καθίσταται εκ των πραγμάτων, αποπροσανατολιστικός, συγχυτικός και αναποτελεσματικός. Και αυτό ακριβώς εννοούσαμε και στην αρχή, με την αναφορά στην έννοια του αντιπερισπασμού. Οι προκλήσεις αυτές εγείρουν την έντονη αντίδραση των πιστών και στρέφονται προς τα εκεί. Έτσι όμως λησμονείται και περνά σε δεύτερη μοίρα στη συνείδησή τους η αιτία, η γεννήτρα όλων των κακών, η φύτρα, η πηγή, δηλαδή ο οικουμενισμός. Οπότε, τα αναφυόμενα προβλήματα θα προκύπτουν αλλεπάλληλα και ο θρησκευτικός συγκρητισμός θα βασιλεύει με τη σύγχυση των φρενών και θα είναι δύσκολη η εύρεση της διεξόδου.
Σάββας Ηλιάδης Δάσκαλος Κιλκίς, 22-11-2017
ΠΗΓΗ