(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
«Βρωμάτων νηστεύουσα, ψυχή μου, καὶ παθῶν μὴ καθαρεύουσα μάτην ἐπαγάλλῃ τῇ ἀτροφίᾳ…» (Τριῴδ., Τετ. Τυριν., ἰδιόμ. αἴν.)
Καθαρὰ Δευτέρα, ἀγαπητοί μου, ἀρχὴ τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἔναρξις ἱεροῦ ἀγῶνος, τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος.
Κ᾽ ἐμεῖς σήμερα, σὰν καραβάκια τοῦ Χριστοῦ, σηκώνουμε τὴν ἄγκυρα καὶ ξεκινᾶμε τὸ ταξίδι στὸ «μέγα πέλαγος» – ἔτσι ὀνομάζει ἡ Ἐκκλησία τὸ διάστημα αὐτὸ τῆς νηστείας(ἀπόστ. καταν. ἑσπερ. Κυρ. Τυριν.).
Θὰ ταξιδέψουμε σαράντα μέρες. Ἀλλὰ ὅπως μερικοὶ φοβοῦνται τὴ θάλασσα, ἔτσι μερικοὶ ἄλλοι φοβοῦνται τὴ νηστεία.
–Εἶνε δυνατόν, σοῦ λέει, νὰ νηστέψω σαράντα μέρες;…
Ποιοί τὰ λένε αὐτά; Οἱ φίλαυτοι καὶ ὀλιγόπιστοι – νὰ μὴν πῶ ἄπιστοι. Φοβοῦνται· νομίζουν ὅτι ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐξαρτᾶται μόνο ἀπ᾽ τὸ φαγητό.
–Ἅμα δὲ φάω, λέει, θὰ πεθάνω Ἐνῷ ἔχουμε τόσα παραδείγματα· τὸν ἅγιο Ἀντώνιο, ποὺ δὲν ἔφαγε ποτέ κρέας παρὰ μόνο χουρμᾶδες καὶ νερὸ ἀπ᾽ τὸ Νεῖλο κ᾽ ἔφτασε 105 ἐτῶν· ἢ κάτι ἀσκητάδες στὸ Ἅγιον Ὄρος, ποὺ ἔχουν περάσει τὰ ἑκατὸ χρόνια μὲ τὴν αὐστηρὴ νηστεία τους.
Ἡ νηστεία εἶνε φάρμακο. Ἡ Ἐκκλησία δὲν μισεῖ τὸν ἄνθρωπο, δὲν ὥρισε τὴ νηστεία γιὰ νὰ τὸν πεθάνῃ. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶνε ἡ μάνα μας. Ὅπως ἡ μάνα ἀγαπάει τὸ παιδί της καὶ δὲν κάνει τίποτε γιὰ κακό του, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία ὅ,τι θέσπισε εἶνε γιὰ τὸ καλό μας.
Καὶ ἡ νηστεία ὡρίστηκε γιὰ ὠφέλεια τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Εἶνε ὠφελιμωτάτη καὶ ἀναγκαιοτάτη ἡ νηστεία. Διαβάζοντας τὰ ἅγια βιβλία τῆς Ἐκκλησίας βλέπουμε ὅτι ἡ νηστεία εἶνε ὑποχρεωτική. Ὑποχρεωτικὴ γιὰ ὅλους; Ὄχι γιὰ ὅλους.
Τί λένε οἱ ἱεροὶ κανόνες· ὅτι διᾶκος παπᾶς δεσπότης, ποὺ δὲν νηστεύει Τετάρτη Παρασκευὴ καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, καθαιρεῖται· καὶ ὅποιος λαϊκὸς καταλύει, τρώει δηλαδὴ τὶς ἡμέρες αὐτὲς ἀρτύσιμα, ἀφορίζεται, δὲν ἔχει δηλαδὴ θέσι, δὲν πρέπει νὰ μπαίνῃ, στὴν ἐκκλησία (βλ. καν. ξθ΄ Ἀποστ., Ἀλιβιζ. σ. 193, Πηδάλ. σ. 91-6). Αὐτὰ λέει ἡ Ἐκκλησία μας.
Ἀλλὰ τί λέει παρακάτω; Προσθέτει μία ἐξαίρεσι· «ἐκτός», λέει, «εἰ μὴ δι᾽ ἀσθένειαν σωματικὴν ἐμποδίζοιτο», ἐκτὸς ἂν εἶνε ἀσθενής (ἔ.ἀ.)· ὅταν εἶνε ἀσθενής, μπορεῖ νὰ καταλύσῃ. Βλέπετε τί σοφία καὶ ἀγάπη ἔχει ἡ Ἐκκλησία; Κι ὅταν λέῃ ἀσθενὴς ποιόν ἐννοεῖ; Ὄχι μόνο αὐτὸν ποὺ εἶνε στὸ κρεβάτι κ᾽ ἔχει 40 πυρετό.
Ὅπως ἐξηγοῦν οἱ ἑρμηνευταί, ἡ ἀσθένεια ἐννοεῖται μὲ τὴ γενικώτερη ἔννοια. Ἀσθενεῖς δηλαδὴ θεωροῦνται ὅσοι ἔχουν γενικὰ ὑγεία κλονισμένη, βρίσκονται σὲ ἰατρικὴ παρακολούθησι, ἐκτελοῦν θεραπευτικὴ δίαιτα· αὐτοὶ ἐξαιροῦνται.
Καὶ πιὸ συγκεκριμένα· γέροι ποὺ τρέμουν τὰ πόδια τους, μανάδες ποὺ θηλάζουν βρέφη, παιδιὰ ἀσθενικὰ μὲ ἀδενοπάθειες, ἐργάτες σὲ ἀνθυγιεινὰ ἐπαγγέλματα, στρατιῶτες ποὺ φρουροῦν νύχτα σὲ φυλάκια μέσ᾽ στὸ κρύο, ναυτικοὶ ποὺ ταξιδεύουν στὸν ὠκεανό…
Ὑποχρεωτικὴ λοιπὸν ἡ νηστεία γιὰ τοὺς ὑγιεῖς – κι αὐτοὶ εἶνε οἱ περισσότεροι. Μὴ πιάσουμε πάλι τὸ ἄλλο ἄκρο! γιατὶ πόσοι πᾶνε στὸ γιατρὸ καὶ λένε πὼς δὲν μποροῦν, ὁ γιατρὸς τοὺς ἐξετάζει καὶ δὲν ἔχουν τίποτα· ἔχουν μόνο μία φοβία. Μὴ μᾶς καταλάβῃ λοιπὸν πανικὸς ὑγείας. Παλαιότερα καὶ στὸ στρατό μας νήστευαν.
Λένε γιὰ τὸν Κολοκοτρώνη, ὅτι μπῆκε τὴν Τριπολιτσὰ ἡμέρα νηστείας, πεινασμένα ὅπως ἦταν τὰ παλληκάρια πῆγαν νὰ πέσουν στὰ κρέατα, κ᾽ ἐκεῖνος φώναξε· Ἀμάν, παιδιά, μὴ μαγαρίζετε τὴν ἡμέρα!… Εἶχαν τότε σεβασμό.
* * *
Ἀλλ᾽ ἐνῷ, ἀγαπητοί μου, γιὰ τὴ σωματικὴ νηστεία γίνονται ἐξαιρέσεις, ὑπάρχει καὶ μιὰ νηστεία ὑποχρεωτικὴ γιὰ ὅλους ἀνεξαιρέτως.Ποιά εἶν᾽ αὐτή; Εἶνε τὸ ἀνώτερο εἶδος νηστείας, νηστεία ἄλφα! καὶ αὐτὴν θὰ σᾶς συστήσω ἐγὼ σήμερα· εἶνε ἡ νηστεία τῶν παθῶν.
Δὲν φτάνει νὰ νηστεύῃ μόνο τὸ στομάχι καὶ ἡ κοιλιὰ ἀπὸ κρέας τυρὶ γάλα κ.λπ.· μικρὴ εἶνε ἡ νηστεία αὐτή. Ἡ ἀληθινὴ νηστεία εἶνε νὰ νηστέψῃ ὁ ὅλος ἄνθρωπος, σῶμα καὶ ψυχή. Δηλαδή;
Νὰ νηστέψουν οἱ αἰσθήσεις. Νὰ νηστέψουν τὰ μάτια ἀπὸ ἄσχημα θεάματα· στὸ Βυζάντιο τὴ Μεγάλη Σαρακοστὴ ἔκλειναν τὰ θέατρα καὶ τὰ ἱπποδρόμια. Νὰ νηστέψουν τὰ αὐτιὰ ἀπὸ κοτσομπολιό, χυδαῖα ἀστεῖα, ὑβριστικὲς ἐκφράσεις, ἄσεμνα ἀνέκδοτα καὶ ὑπαινιγμούς, τραγούδια καὶ μουσικὲς δαιμονικές.
Νὰ νηστέψουν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια ἀπὸ προσβλητικὲς χειρονομίες καὶ βάρβαρα χτυπήματα, ἀπὸ περιττὲς μετακινήσεις, ζῳώδη λακτίσματα καὶ χοροὺς Σαλώμης· ἐξ αἰτίας χοροῦ ἐκόπη ἡ κεφαλὴ τοῦ
ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου κι ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος εἶπε ὅτι«Ὅπου χορός, ἐκεῖ διάβολος». Νὰ νηστέψῃ ἀκόμα ἡ γλῶσσα ἀπὸ ἀργολογία, φλυαρία, ψέμα, κατάκρισι, διαβολή, συκοφαντία, ψευδορκία, βλασφημία.
Αὐτὴ εἶνε ἡ νηστεία ἡ πνευματική· ὅλα τὰ μέλη νὰ νηστέψουν. Καὶ γιὰ νὰ πᾶμε πιὸ βαθειά· νὰ νηστέψῃ ὁ νοῦς ἀπὸ πονηρὴ καὶ ὑπερήφανη σκέψι, ἀπὸ κακὸ λογισμό, λογισμὸ αἰσχρό, λογισμὸ ἀπιστίας· ἀκόμη βαθύτερα νὰ νηστέψῃ ἡ καρδιὰ ἀπὸ ἐμπαθῆ συναισθήματα καὶ κακὲς ἐπιθυμίες. Νὰ νηστέψῃ καὶ ἡ φαντασία ἀπὸ εἰκόνες λαγνείας καὶ ἀγριότητος, σχήματα ἀλλόκοτα, συλλήψεις ἐγκληματικές, σχέδια σατανικά.
Νὰ τὰ κάνω πιὸ λιανά, μὰ ποιός θὰ μ᾽ ἀκούσῃ; Θὰ τὰ πῶ πάντως. Λοιπὸν σαράντα μέρες εἶνε; Νὰ νηστέψουν μὲ ἐγκράτεια τὰ ἀντρόγυνα μὲ κοινὴ συμφωνία. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς λέει· «ἐφώτισε τὸ ἅγιον Πνεῦμα τοὺς ἁγίους πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐνομοθέτησαν νὰ νηστεύωμεν, διὰ νὰ νεκρώνωμεν τὰ πάθη καὶ νὰ ταπεινώνωμεν τὸ σῶμα»(ἡμέτ. βιβλ. Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, διδ. Δ΄, σ. 172).
Καὶ ἀλλοῦ πάλι λέει κάτι σχετικό· «νὰ φυλάγεστε τὶς Κυριακὲς καὶ ἑορτὲς μὲ εὐγένειαν, ὡσὰν Χριστιανοί»(ἔ.ἀ. διδ. Ζ΄, σ. 235).
Νὰ νηστέψουν ὅλοι ἀπὸ τσιγάρο. Ὅταν ἤμουν στὴν Ἀθήνα τὸ εἶπα αὐτὸ σὲ μιὰ ἐκκλησία, καὶ μετὰ μὲ πλησίασε ἕνας γέρος.
–Ποῦ τὰ βρῆκες γραμμένα αὐτά; λέει· ποῦ τὸ λένε αὐτὸ οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας;…
Μπορεῖ τὰ ἀρχαῖα χρόνια, τοῦ λέω, ὅταν θεσπίσθηκαν οἱ ἱεροὶ κανόνες, νὰ μὴν κάπνιζαν οἱ ἄνθρωποι (τὸ τσιγάρο ἦρθε στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀσία ἀπὸ τὴν Ἀμερικὴ μετὰ τὸν 16ο αἰῶνα)· τὸ πνεῦμα ὅμως τῶν πατέρων εἶνε αὐτό· ἂν ὑπῆρχε κάπνισμα στὴν ἐποχὴ τῶν πατέρων, ἐκεῖνοι θὰ ἔθεταν νηστεία καὶ σ᾽ αὐτό. Γιά κάνε λοιπὸν προσπάθεια, κόψε τὸ τσιγάρο ποὺ εἶνε τὸ λιβάνι τοῦ διαβόλου. Αὐτὸ εἶνε τὸ πνεῦμα τῶν πατέρων.
Νὰ νηστέψουν ὅλοι σαράντα μέρες ἀπὸ τηλεόρασι. Στὴν Ἀμερικὴ κλείνουν τὶς τηλεοράσεις· τὸ συνιστοῦν ὄχι παπᾶδες καὶ δεσποτάδες ἀλλὰ ψυχολόγοι καὶ γιατροί. Βλέπουν ὅτι πέφτει ὁ πολιτισμός – γεγονός· εἶνε σὰν νὰ ἄνοιξε ἕνας ὀχετὸς μέσα στὸ σπίτι καὶ φέρνει ἀκαθαρσίες στὸ σαλόνι.
Κλεῖσ᾽ το λοιπὸν αὐτὸ τὸ κανάλι τῆς βρωμιᾶς. Κλεῖσε σαράντα μέρες καὶ τὸ ῥαδιόφωνο –δὲν χάνεις τίποτα–, κι ἄνοιξε ἄλλο. Ὑπάρχει ὡραιότερο «ῥαδιόφωνο» ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας; «Κύριε τῶν δυνάμεων…», ὑπέροχα λόγια! μιλᾶνε ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι. Θέλεις τηλεόρασι; ἄνοιξε τὴν ἁγία Γραφή, τὴν ἄφθαστη «τηλεόρασι».
Αὐτὴ εἶνε ἡ ἀληθινὴ νηστεία, ἡ ὑποχρεωτικὴ γιὰ ὅλους. Τὸ ζητούμενο δὲν εἶνε νὰ νηστεύῃ ὁ Χριστιανὸς μόνο ἀπὸ τροφές. Μερικοὶ νηστεύουν μέν, κάνουν καὶ τὸ τριήμερο ἀκόμη, ἀλλά, ἐνῷ δὲν τρῶνε κρέας, δαγκώνουν καὶ τρῶνε ἀνθρώπους μὲ τὴν κακία τους.
Ὁ πιὸ σκληρὸς τσάρος στὴν ἱστορία τῆς ῾Ρωσίας ἦταν ὁ Ἰβὰν ὁ τρομερός· ἅρπαζε ἀνθρώπους καὶ χωρὶς δίκη τοὺς ἔπνιγε· Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ ὅμως νήστευε! Τότε ἕνας ἀσκητὴς πῆγε κι ἀγόρασε κρέας, στάθηκε στὸ δρόμο, κι ὅταν περνοῦσε ὁ τσάρος, ἁρπάζει ἀπ᾽ τὰ χαλινάρια τὸ ἄλογο, καὶ προτείνοντας τὸ κρέας τοῦ λέει·
–Φάε, Ἰβάν, φάε.
–Ἄ ὄχι, εἶνε νηστεία.
–Προτιμότερο, τοῦ λέει, νά ᾽τρωγες τέτοιο κρέας παρὰ νὰ τρῶς κάθε μέρα ἀθῴους ἀνθρώπους.
Ἂν ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὶς τροφὲς δὲν συνοδεύεται κι ἀπὸ νηστεία τῶν παθῶν, εἶνε σατανική. Ὁ μεγαλύτερος ἀσκητής, ποὺ ὄχι λίγες μέρες ἀλλὰ ἐπὶ πέντε χιλιάδες χρόνια δὲν ἔχει βάλει μπουκιά στὸ στόμα του, εἶνε – ποιός· ὁ σατανᾶς. Νηστεύει κι αὐτός, μὰ ἔχει ὅλη τὴν κακία μέσα του.
Ὅποιος λοιπὸν νηστεύει ἔτσι, χωρὶς νὰ νηστεύῃ κι ἀπὸ τὰ πάθη, μοιάζει μὲ τὸ διάβολο. Αὐτὸ λέει ἕνα τροπάριο Ἐκκλησίας. «Ψυχή μου», λέει, τέτοια νηστεία, ἀφοῦ «δὲν σοῦ γίνεται ἀφορμὴ πρὸς διόρθωσιν, ὡς ψευδὴς μισεῖται παρὰ Θεοῦ, καὶ τοῖς κακίστοις δαίμοσιν ὁμοιοῦσαι» (Τριῴδ., Τετ. Τυριν., ἰδιόμ. αἴν.).
* * *
Ἡ Ἐκκλησία εἶνε ἰατρεῖο. Κ᾽ ἐγὼ ὡς ἐντεταλμένος δίνω σὲ ὅλους σας αὐτὴ τὴ συνταγή. Ἂν τὴν ἐφαρμόσετε, θὰ εἶστε εὐλογημένοι.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 25-2-1974 τὸ βράδυ μὲ ἄλλο τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 19-1-2018
Ἀντιγραφή γιὰ τὸ «σπιτὰκι τῆς Μέλιας»
Κυριακή
ΣΥΝΤΟΜΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΕ΄- ἀριθμ. φύλλου 2070
Ἐκδίδεται ἀπὸ τὴν Κοινοβιακὴ Γυναικεία Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Αὐγουστίνου Φλωρίνης