ΧΡΙΣΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» Ιανουαριου 1965, φυλ. 277
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΟΥ ΕΥΣΕΒΟΥΣ ΛΑΟΥ
(Ἡ «Σπίθα» φρονεῖ ὅτι ὁ εὐσεβὴς Ἑλληνικὸς λαὸς πρέπει νὰ λαμβάνη γνῶσιν τοῦ τὶ συμβαίνει μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ νὰ ἐνδιαφέρεται ζωηρῶς καὶ νὰ μάχεται διὰ τὴν εὐπρέπειαν τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ. Τὸ Κανονικὸν Δίκαιον ἀποδίδει μεγάλην σημασίαν εἰς τὸν εὐσεβῆ λαόν. Τότε δὲ ἡ Ἐκκλησία εὑρίσκεται εἰς τὴν δόξαν της, ὅταν ὁ λαὸς ἐκδηλώνη ζωηρὸν τὸ ἐνδιαφέρον του διὰ τὴν ζωὴν τῆς Ἐκκλησίας. Πιστὸς λαός, ὡς μαρτυρεῖ ἡ Ἱστορία, διὰ βοῆς ἀνεβίβασεν εἰς τὸν θρόνον τοὺς ἐνδοξοτέρους Πατέρας καὶ διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἀντιθέτως, ἀδιάφορος καὶ ἄπιστος λαὸς ἀφῆκε νʼ ἀνέλθουν ἐπὶ τῶν θρόνων τὰ πλέον ἀνάξια ὑποκείμενα…
Διὰ τοῦτο ἡ «Σπίθα», εἰς τὴν διέγερσιν ἐκκλησιαστικοῦ ἐνδιαφέροντος τοῦ λαοῦ ἀποβλέπουσα, δημοσιεύει κατωτέρω ἐπιστολήν, τὴν ὁποίαν ὁ συντάκτης αὐτῆς ἐπὶ τῆ 1η τοῦ ἔτους ἀπέστειλε πρὸς τὸν Μακ. Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Χρυσόστομον. Ἡ ἐπιστολὴ αὕτη ἐδημοσιεύθη καὶ εἰς τὸ φίλον ἀγωνιστικὸν περιοδικὸν «Ἐνορία».
Νομίζομεν ὅτι ἡ δημοσίευσις δὲν θὰ βλάψη, ἀλλὰ θὰ ὠφελήση. Διότι ἐπισημαίνει τὰς εὐθύνας ὅλων, Ἱεραρχῶν καὶ λαοῦ, διὰ τὴν τραγικὴν κατάστασιν τῆς συγχρόνου Ἐκκλησίας. Ἕκαστος ἄς ἀναλογισθῆ τὰς εὐθύνας του).
ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΕ,
Ἐπί τῶ νέω σωτηρίω ἔτει πλῆθος συγχαρητηρίων καὶ εὐχῶν κατακλύζει τὸ γραφεῖον τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος. Ἐπὶ τῆ εὐκαιρία ταύτη ἄς ἐπιτραπῆ καὶ εἰς ἐμὲ τὸν ἱερομόναχο νʼ ἀπευθύνω τὸ παρὸν γράμμα. Ἐν αὐτῶ, μὲ γλῶσσαν ὠμῆς εἰλικρινείας μὲ τὴν ὁποίαν πάντοτε ὁμιλῶ, θὰ ἐκφράσω τὰς ἰδέας μου ἐπί τινων ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων. Τὰς ἰδέας ταύτας ἐξέφρασα πρὸς ὑμᾶς πρὸ ἡμερῶν προφορικῶς, ἀλλὰ κρίνω σκόπιμον, λόγω τῆς κρισιμότητος τῶν καιρῶν, νὰ ἐκφράσω καὶ γραπτῶς.
Μακαριώτατε! Πρωτοφανὲς γεγονὸς εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας τῆς νεωτέρας Ἑλλάδος: Δέκα τέσσαρες ἕδραι Μητροπόλεων, εἰς τὴν δικαιοδοσίαν τῶν ὁποίων ἀνήκει ποίμνιον δύο περίπου Ἑκατομμυρίων Ὀρθοδόξου λαοῦ, μένουν κεναί. Ἡ αἰτία δὲ διὰ τὴν ὁποίαν, παρὰ πάντα Κανόνα, παραμένουν κεναὶ ἐπὶ μακρὸν αἱ περισσότερον χρονικὸν διάστημα, εἶνε γνωστὴ καὶ εἰς τὰ νήπια, τὰ ὁποῖα γελοῦν εἰς βάρος τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας. Εἶνε τὸ ἐπάρατον μεταθετόν. Ὑπὲρ αὐτοῦ ἔχει κηρυχθῆ ἡ Ἱεραρχία, κατʼ αὐτοῦ δέ, ὡς πραγματικοῦ καρκίνου τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει κηρυχθῆ καὶ θὰ κηρυχθῆ ἀκόμη ζωηρότερον ὁ εὐσεβὴς Ἑλληνικὸς λαός. Ἐὰν ἐνικᾶτο ὁ εὐσεβὴς λαὸς καὶ ἐθριάμβευεν ἡ κακία καὶ ἐπανήρχετο τὸ μεταθετόν, πάραυτα θὰ συνεκαλεῖτο ἡ Ἱεραρχία καὶ κατόπιν ὁμηρικῶν μαχῶν διεξαγομένων εἰς τὰ παρασκήνια, οἱ πλουσιώτεροι καὶ ἐνδοξότεροι θρόνοι θὰ κατελαμβάνοντο οὐχὶ ὑπὸ τῶν ἱκανωτέρων καὶ εὐλαβεστέρων Ἱεραρχῶν, ἀλλʼ ὑπὸ τῶν πονηροτέρων, οἱ ὁποῖοι γνωρίζουν καὶ παραμερίζουν τοὺς ἄλλους διὰ νὰ κυριαρχοῦν αὐτοί. Διατί, Μακαριώτατε, ἀνωτάτη σεῖς ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχή, διατί δὲν κηρύσσεσθε ἀναφανδὸν κατὰ τοῦ ἐπαράτου μεταθετοῦ, διὰ νὰ λήξη αὐτὴ ἡ ἐκκρεμότης καὶ ἀσχημία;
Ἀλλὰ καὶ ἄλλη, Μακαριώτατε, ἐμφανίζεται ἀσχημία. Ἡ ἀσχημία, τὴν ὁποίαν δημιουργεῖ ἡ μανία, ἡ λύσσα σπουδαρχικῶν ἀρχιμανδριτῶν, οἱ ὁποῖοι, χωρὶς νὰ ἔχουν προσφέρει καμμίαν σημαντικὴν ὑπηρεσίαν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν κοινωνίαν καὶ ὡς μόνον προσὸν ἔχοντες τὴν ἀναίδειαν, αἰσχρῶς κολακεύουν ἐκκλησιαστικοὺς καὶ πολιτικοὺς ἄρχοντας καὶ πιέζουν τὴν κατάστασιν ἵνα τὸ ταχύτερον συμπληρωθοῦν αἱ Μητροπολιτικαὶ ἕδραι, διότι ἐκ τῶν προτέρων ἔχουν βεβαίαν τὴν κατάληψιν ἕδρας. Καὶ πῶς νὰ μὴ εἶνε βέβαιοι; Ὅταν 33 ἀρχιερεῖς, ἐν γνώσει τῶν συνεπειῶν τὰς ὁποίας θὰ εἶχε διὰ τὴν καθόλου Ἐκκλησίαν, ἡ προτελευταία ἀρχιεπισκοπικὴ ἐκλογή, δὲν δίστασαν νὰ δώσουν τὴν ψῆφόν των καὶ νὰ δημιουργήσουν πανελλήνιον σεισμόν! Οἱ 33 αὐτοί, ἄν ὑπῆρχες δικαιοσύνη ἐν τῆ Ἐκκλησία, ἔπρεπε, τὸ ὀλιγώτερον, νʼ ἀποστερηθοῦν τοῦ δικαιώματος τοῦ ἐκλέγειν. Οἱ ἴδιοι καὶ πάλιν, ἀμετανόητοι, δὲν θὰ διστάσουν διʼ ἐκλογῆς ἀναξίων ὑποκειμένων νὰ προκαλέσουν νέον σάλον ἐν τῆ Ἐκκλησία. Ἡ ἐκλογὴ ἀρχιερέων ὑπὸ μόνης τῆς Ἱεραρχίας, καὶ μάλιστα διὰ μυστικῆς ψηφοφορίας, ἔχει χρεωκοπήσει. Τὸ βάρος τῆς ἐκλογῆς ἐκ τῆς Ἱεραρχίας πρέπει νὰ μετατοπισθῆ εἰς τὸν εὐσεβῆ Ἑλληνικὸν λαόν, ὅστις, διʼ ἀντιπροσώπων του, κανονικῶς ἐκλεγομένων, θὰ ψηφίση πολὺ καλύτερον τῆς Ἱεραρχίας. Ὁ λαὸς νὰ ἐκλέγη καὶ ἡ Ἱεραρχία νὰ χειροτονῆ τοὺς ἐκλεκτοὺς τοῦ λαοῦ, αὐτή, Μακαριώτατε, εἶνε ἡ κανονικὴ ὁδός. Τὸ «ψήφω κλήρου καὶ λαοῦ» ὁσημέραι γίνεται βαθυτέρα συνείδησις τοῦ λαοῦ, ὅστις θὰ φθάση καὶ μέχρις ἐπαναστάσεως διὰ τὴν ἐπανάκτησιν τῶν ἀπολεσθέντων κανονικῶν δικαιωμάτων του. Ἡ κατάστασις εἶνε ἀνυπόφορος. Ἡ ἀνάδειξις φαύλων καὶ ἀνικάνων στοιχείων ἐπὶ καταφρονήσει τῶν ἱκανῶν καὶ εὐσεβῶν θὰ εἶνε μεγίστη, ἄνευ προηγουμένου συμφορὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Ἔθνους. Κἄτι ἐπὶ τέλους πρέπει νʼ ἀλλάξη εἰς τὴν διοίκησιν τῆς Ἐκκλησίας. Ὄχι οἱ «σφουγγοκωλάριοι», ὄχι οἱ παρακαλοῦντες καὶ ἐκλιπαροῦντες, ὄχι οἱ πραιτωριοκτυποῦντες, ἀλλʼ οἱ πιστεύοντες εἰς τὸν προορισμὸν τῆς Ἐκκλησίας καὶ λόγω καὶ ἔργω ἀποδείξαντες τὴν πίστιν των καὶ ἐκ βαθείας συναισθήσεως μηδέποτε ἐνοχλήσαντες κανένα διὰ τὴν προαγωγήν των, αὐτοὶ πρέπει νὰ ἐκλεγοῦν, ὄχι νὰ ἐκλεγοῦν, ἀλλὰ νὰ ἐπιστρατευθοῦν. Ναί! Νὰ γίνη ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΙΣ παντὸς εὐλαβοῦς, ἱκανοῦ καὶ δραστηρίου κληρικοῦ, καὶ λαϊκοῦ ἀκόμη διὰ τὸν ὕψιστον βαθμὸν τῆς ἀρχιερωσύνης. Διότι εὑρισκόμεθα ἐγγὺς θυέλλης. Ἐγγὺς μαχαίρας. Καὶ μόνον ἄνδρες, ἐμφορούμενοι ἀπὸ τὸ ἡρωϊκὸν πνεῦμα τῶν ἀειμνήστων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, θὰ δυνηθοῦν νὰ διεξαγάγουν τὴν μάχην ἐναντίον τῶν ἀντιχρίστων.
Ἰδοὺ διατὶ ἡμεῖς εἴμεθα περίτρομοι διὰ τὰς ἐπικειμένας ἀρχιερατικὰς ἐκλογάς.
Ὡς ἔχουν σήμερον τὰ πράγματα, ἀντενδείκνυται νὰ γίνουν ἐκλογαὶ ἀρχιερέων, ἄν προηγουμένως δὲν δημιουργηθοῦν προϋποθέσεις διὰ τὴν ἐκλογὴν τῶν ἀρίστων. Δὲν θέλομεν νὰ μένουν ἐπὶ μακρὸν χρόνον κεναὶ αἱ Ἐπισκοπαί, πρᾶγμα, ἄλλωστε, καταδικαζόμενον καὶ ὑπὸ τῶν Ἱερῶν Κανόνων. Ἀλλʼ ἐὰν πρόκηται ἀντὶ ποιμένων νὰ εἰσορμήσουν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν προβατόσχημοι λύκοι, μὴ φειδόμενοι καὶ τοῦ ἐλαχίστου ὑπολειφθέντος ποιμνίου, τότε καλλίτερον νὰ μείνουν ἀποίμαντοι αἱ Ἐπισκοπαὶ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων.
Δυστυχῶς εἰς τὰ παρασκήνια ἑτοιμάζονται αἱ έκλογαὶ τῶν ἀναξίων, ὑποστηριζομένων ὑπὸ μιᾶς αἰσχρᾶς εὐνοιοκρατίας, ἡ ὁποία συστηματικῶς διώκει ἐπὶ δεκαετηρίδας τώρα τοὺς εὐσεβεῖς καὶ ἱκανούς. Σεῖς, Μακαριώτατε, ὁ ὁποῖος εἶνε ἀδύνατον νὰ μὴ ἀντιλαμβάνεσθε τὶ γίνεται γύρω σας, Σεῖς, λόγω ἡλικίας καὶ κύρους, Σεῖς, ἐπιτρέψατέ μας νὰ σᾶς εἰπώμεν, θὰ φέρετε τὴν μεγαλυτέραν εὐθύνην, διὰ πᾶν τὸ ὁποῖον θὰ συμβῆ ἐν τῆ Ἐκκλησία. Σεῖς θὰ ἀπέλθετε ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλʼ ἡ Ἐκκλησία θὰ πληρώνη τʼ ἀποτελέσματα τῶν πονηροτάτων καὶ κακοηθεστάτων ἐκλογῶν. Σεῖς, Μακαριώτατε, θὰ κολασθῆτε, διότι ἐνῶ ἔχετε τὴν εὐκαιρίαν καὶ τὴν δύναμιν νὰ ὀρθώσετε τὸ ἀνάστημά σας, νὰ πατάξετε τοὺς σπουδαρχίδας, νʼ ἀνασύρετε ἐκ τοῦ βυθοῦ τῆς ἀφανείας τοὺς τιμίους ἐργάτας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ νὰ θέσετε αὐτοὺς ἐπὶ τὴν λυχνίαν διὰ νʼ ἀστράψουν καὶ πάλιν οἱ θρόνοι καὶ νὰ δοξασθῆ ἡ Ἐκκλησία καὶ νὰ σωθῆ ἡ Πατρίς, Σεῖς, ἀφήνετε νὰ χαθῆ ἡ εὐκαιρία καὶ νὰ θριαμβεύη ἡ εὐνοιοκρατία καὶ ἡ φαυλοκρατία ἐν τῆ Ἐκκλησία καὶ μύριοι διάβολοι αὔριον νὰ παίζουν τὸν πλαγίαυλόν των μέσα εἰς τὰ ἱερὰ θυσιαστήρια τῆς Ἐκκλησίας.
Ὦ Χριστέ! Πῶς ἀνέχεσαι τὴν φρικτὴν κατάπτωσιν τῆς Ἐκκλησίας Σου;
Καὶ διὰ νὰ μὴ νομισθῆ, Μακαριώτατε, ὅτι ταπεινὰ ἐλατήρια ὑποκρύπτονται εἰς τὴν καρδίαν τοῦ γράφοντος, δηλῶ καὶ πάλιν ἐπισήμως, ὅτι δὲν φιλοδοξῶ νᾶ γίνω ἐπίσκοπος. Θεωρῶ δὲ ὑψίστην τιμὴν διʼ ἐμὲ ὅτι ὑπηρετῶ τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀπλοῦς ἱερομόναχος καὶ ἱεροκῆρυξ. Θὰ ἤμουν εὐτυχὴς ὅμως καὶ μαζύ μου ὅλος ὁ Ἑλληνικὸς λαός, ἐὰν εἰς τοὺς δέκα τέσσαρας θρόνους ἔβλεπον νὰ ἀναβιβάζωνται, καὶ διὰ τῆς βίας ἀκόμη, οἱ κατὰ πάντα σεβαστοὶ ἀρχιμανδρῖται, οἱ ὁποῖοι ἐπὶ δεκαετηρίδας ὑπηρετοῦν ἐν αὐταπαρνήσει τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὸ μαρτυρικόν μας Ἔθνος. Νʼ ἀναφέρω τὰ ὀνόματά των; Εἶνε γνωστά, Μακαριώτατε, πολὺ γνωστὰ εἰς τὸν Ἑλληνικὸν λαόν. Ἀλλὰ ποῖος ἐκ τῶν ἀρχιερέων θὰ προτιμήση ἑνὸς ἀσημάντου εὐνοουμένου του ἕνα ἐκ τῶν ἡρώων τούτων; Καὶ νομίζετε, Μακαριώτατε, ὅτι ἡ σκανδαλώδης αὕτη εὔνοια, ἡ ἀναβιβάζουσα εἰς τοὺς θρόνους ἀνάξια ὄντα, τὰ ὁποῖα οὔτε ὡς θυρωροὶ νεκροταφείων θὰ ἔκαμνον, νομίζετε ὅτι ἡ αἰσχρὰ αὐτὴ εὐνοιοκρατία εἰς βάρος τῶν ὑψίστων πνευματικῶν συμφερόντων τοῦ Ἔθνους θὰ δύναται νὰ συνεχισθῆ.
Ἐπισημαίνομεν τὸν κίνδυνον. Ὑπογραμμίζομεν τὴν τεραστίαν σας εὐθύνην ἀπέναντι τῆς ἱστορίας τοῦ Ἔθνους. Ἐπικαλούμεθα τὴν ἐπέμβασίν σας, ὑμῶν τε καὶ παντὸς τιμίου καὶ ζηλωτοῦ ἱεράρχου, ἔστω καὶ τὴν δωδεκάτην παρὰ πέντε. Διότι ἄλλως, χωρὶς νὰ σᾶς ἀπειλοῦμεν, σᾶς προειδοποιοῦμεν, ὅτι ὁ εὐσεβὴς λαός, πληροφορούμενος περὶ τῶν τεκταινομένων εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας, θὰ ἐξεγερθῆ κανονικῶς καὶ νομίμως θὰ ἐκτελέση εἰς τὸ ἀκέραιον τὸ καθῆκόν του ἀπέναντι τῆς Ἐκκλησίας. Διότι Ἐκκλησία δὲν εἶσθε μόνον σεῖς, ἀλλὰ καὶ ὁ εὐσεβὴς λαός. Καὶ δὲν εἶνε ὁ λαὸς διʼ ἡμᾶς τοὺς κληρικούς, ἀλλʼ ἡμεῖς οἱ κληρικοὶ εἴμεθα διὰ τὸν λαόν. Εἶνε ἔγκλημα, ὅτι ὁ λαὸς ἐστερήθη τοῦ δικαιώματός του νὰ ἐκλέγη τοὺς ποιμένας του.
Ταῦτα, Μακαριώτατε, γράφομεν μὲ πόνον, μὲ εἰλικρινὲς ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας ἐνδιαφέρον, ἀπηχοῦντες τὰς σκέψεις καὶ τὰ αἰσθήματα μυριάδων εὐσεβοῦς λαοῦ Πρωτευούσης καὶ ἐπαρχιῶν. Ἐλπίζομεν, ὅτι ὄχι μόνον ἡ γλῶσσα αὐτὴ δὲν θέλει παρεξηγηθῆ, ἀλλὰ καὶ ὅτι Ὑμεῖς, Μακαριώτατε, τὸν ὁποῖον ἡ βοὴ τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ ἔφερεν ἐπὶ τοῦ πρώτου θρόνου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, θέλετε ἀκούσει τὴν φωνὴν τοῦ λαοῦ καὶ θέλετε προλάβει τὴν ἐκ τῆς ἐκλογῆς ἀναξίων συμφορὰν τῆς Ἐκκλησίας. Ἄς ἀκουσθῆ καὶ εἰς τὰ ὑμέτερα ὦτα ἡ φωνὴ ὄχι τοῦ ἱερομονάχου Αὐγουστίνου, ἥτις τόσον δυσαρέστως ἠχεῖ εἰς τὰ ἀρχιερατικὰ ὦτα… Ἄς ἀκουσθῆ ἡ φωνὴ τοῦ σήμερον ἑορταζομένου Πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ οὐρανοφάντορος Μ. Βασιλείου, ὅστις ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς ἔχοντας τὴν εὐθύνην διὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴν κατάστασιν βροντοφωνεῖ˙ «Ἐκκαθαρίσατε τὴν Ἐκκλησίαν τοὺς ἀναξίους αὐτῆς ἀπελαύνοντες».
Εὐχόμενος τὸ νέον ἔτος ἀγωνιστικὸν πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν πρὸς δόξαν Χριστοῦ, ὑποσημειοῦμαι.
Μετὰ βαθυτάτου σεβασμοῦ