«Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; τίς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός.» (Β Κορ. 6,14 -16)
Ένα ΜΕΓΑΛΟ ΟΧΙ Στην Παναίρεση Του Οικουμενισμού, Και Στην Ψευτοσύνοδο του Κολυμπαρίου. Ένα ΜΕΓΑΛΟ ΝΑΙ Στην Ευλογημένη Αποτείχιση Από την Αίρεση που οι Ιεροί Κανόνες μας Επιβάλλουν να κάνουμε όταν αυτή κυρήττεται «Γυμνή τη Κεφαλή» όπως συμβαίνει με την κατοχύρωση του Οικουμενισμού πλέον «Συνοδικά¨από την Ψευτοσύνοδο του Κολυμπαρίου.Τα Επιχειρήματα μας για τα παραπάνω είναι Προφανή και Ακαταμάχητα ενώ είναι πολύ σημαντικό να διαβαστούν από τον αναγνώστη και οι Σημειώσεις / Παραπομπές που συνοδεύουν το κείμενο:
1) Η λεγόμενη Σύνοδος του Κολυμπαρίου ΔΕΝ είναι Σύνοδος, ΔΕΝ είναι Αγία και ΔΕΝ είναι Μεγάλη, αλλά είναι Οικουμενιστική , Εισάγει Αιρετική εκκλησιολογία , δέχεται το λεγόμενο “Παγκόσμιο Συμβούλιο «εκκλησιών»” και αναγνωρίζει τις αιρέσεις ως «εκκλησίες» [1]
2) α) Σύμφωνα με τον Μητροπολίτη Γόρτυνος Ιερεμία : “πάνω ἀπό τίς Συνόδους εἶναι ἡ Ἐκκλησία, πού δέν τήν ἀποτελοῦν μόνο οἱ Πατριάρχες καί οἱ Ἐπίσκοποι, ἀλλά ὅλος ὁ πιστός λαός τοῦ Θεοῦ. Καί ἡ ἱστορία μᾶς λέει ὅτι ὑπῆρξαν περιπτώσεις πού αὐτός ὁ πιστός λαός τοῦ Θεοῦ ἔκρινε καλύτερα τήν πίστη του ἀπό Ἀρχιερεῖς καί Πατριάρχες καί ὀνόμασε μερικές Συνόδους τους «ληστρικές», ἐπειδή δέν ὀρθοφρονοῦσαν. (…) οἱ ἑτερόδοξοι γενικά δέν ἀποτελοῦν Ἐκκλησία. Γι᾽ αὐτό δέν πρέπει νά λέμε τήν ἔκφραση «Καθολική Ἐκκλησία», «Προτεσταντική Ἐκκλησία» (…)Πότε καί ποῦ οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὀνόμασαν τίς αἱρέσεις καί τά σχίσματα «Ἐκκλησίες»; Ποτέ καί πουθενά! Και (…) «καί γιά τόν Οἰκουμενισμό πάλι γνωρίζουν οἱ πιστοί ὅτι εἶναι παναίρεση, ἀλλά λόγῳ τοῦ ἐπικειμένου κινδύνου καί τῆς διαφυλάξεως λοιπόν τοῦ πιστοῦ λαοῦ, θά περιμέναμε τήν καταδίκη τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀπό τήν Σύνοδο τῆς Κρήτης. Δέν τό εἴδαμε.»
β) Σύμφωνα με το Γραφείο επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς: «Η «Σύνοδος» αυτή δεν αποτελεί συνέχεια των Αγίων εννέα Οικουμενικών Συνόδων της Εκκλησίας (…) Είναι μια οικουμενιστική «Σύνοδος» επειδή εισάγει μια αιρετική Εκκλησιολογία»
γ) Σύμφωνα με τον Μητροπολίτη Καλαβρύτων Αμβρόσιο : «Τελικά η ταπεινή μας γνώμη είναι, ότι η Σύνοδος της Κρήτης δεν έλυσε προβλήματα! Αντιθέτως προκάλεσε, Εδημιούργησε Νέα Προβλήματα! Η συνείδησις της Εκκλησίας Δεν την Αποδέχθηκε!» [2]
3) Σύμφωνα με τον Κορυφαίο Ορθόδοξο Θεολόγο του 20ου Αιώνος, Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς Οικουμενισμός και Παγκόσμιο Συμβούλιο «εκκλησιών» αποτελούν: Παναίρεση, ουμανισμό / ουμανιστικό ανθρωποκεντρισμό , ανθρωπολατρεία και ειδωλολατρεία γι’ αυτό και η Ορθόδοξος Εκκλησία ΔΕΝ πρέπει να συμμετέχει σε αυτά. [3]
4) Σύμφωνα με τον Γέροντα Γαβριήλ, Κουτλουμουσιανό κελί οσίου Χριστοδούλου: ομοιότροποι με τον Άννα και τον Καϊάφα είναι όσοι Αρχιερείς, Πατριάρχες και Αρχιεπίσκοποι αγωνίζονται πυρετωδώς να ενώσουν την Ορθόδοξη Εκκλησία μας με τον Πάπα! θα κοσμούν τα φρικτότερα και τα κεντρικότερα μέρη της κολάσεως! Είναι ευκολότερο να βαπτίσεις το σατανά παρά να συνετίσεις τον Πάπα!
Όσοι παραποιούν την αλήθεια και τη νοθεύουν, θα ισχύσουν γι’ αυτούς τα φοβερά λόγια του προφήτη Ησαΐα: «Ουαὶ οἱ λέγοντες τὸ πονηρὸν καλὸν καὶ τὸ καλὸν πονηρόν, οι τιθέντες τὸ σκότος φώς καὶ τὸ φώς σκότος, οι τιθέντες τὸ πικρὸν γλυκὺ καὶ τὸ γλυκὺ πικρόν». [4]
5) Ο Οικουμενισμός είναί ουσιαστικά η Αρχαία Καταδικασθείσα από την Εκκλησία μας εωσφορική Αίρεση του Γνωστικισμού σύμφωνα με τον Καθηγητή Εκκλησιαστικού Δικαίου Στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ κ. Κυριάκο Κυριαζόπουλο ο οποίος Ερωτώμενος: 1) αν στη λεγόμενη «Πανορθόδοξη Σύνοδο» εισήχθη «συνοδικώς» η Παναίρεση του Οικουμενισμού από τις δέκα (10) Αυτοκέφαλες που προσήλθαν στην Κρήτη, και 2) αν εκκλησιολογική συνέπεια της εν λόγω εισαγωγής συνιστά η διακοπή κοινωνίας με τις αρχές και τους κληρικούς αυτών των δέκα (10) Αυτοκέφαλων.
Απαντάει θετικώς και για τα δύο (2) ερωτήματα και συγκεκριμένα στο δέυτερο ερώτημα απαντά όπως λέει Κατ’ εφαρμογήν του 15ου Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου (880), ο οποίος ως νομικός κανόνας της Εκκλησίας, είναι υποχρεωτικής εφαρμογής, αφού δεν υπάρχουν γενικά νομικοί κανόνες δυνητικής εφαρμογής αλλά και επικαλούμενος την Αγία Γραφή (Ιωαν.1, 5. Β΄ Θεσ., 3, 6. Τιμ. 1, 3-5. Γαλ. 1, 8) και Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας όπως οι Άγιου Θεόδωρος Στουδίτης και Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος [5]
6) Σύγχρονοι Άγιοι και Οσιακού Βίου Πατέρες όπως ο Άγιος Παϊσιος ο Αγιορείτης, ο Άγιος Πορφύριος, ο γ. Εφραίμ Κουτανακιώτης και ο π. Αθανάσιος Μυτιληναίος κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου εν όσω προετοιμάζονταν τα συνοδικά κείμενα , εναντιώθηκαν με σφοδρότητα σε αυτά και στον Οικουμενισμό [6]
7) Ο 15ος Κανόνας (Ιε΄) της Πρωτοδευτέρας Συνόδου (861) είναι ξεκάθαρος για την Αποτείχιση Από Αιρετικούς Επισκόπους πριν ακόμη καταδικαστούν από Σύνοδο, λέγοντας: “εάν δε οι ρηθέντες πρόεδροι ήναι αιρετικοί, και την αίρεσιν αυτών κηρύττουσι παρρησία (2), και δια τούτο χωρίζονται οι εις αυτούς υποκείμενοι, και προ του να γένη ακόμη συνοδική κρίσις περί της αιρέσεως ταύτης, οι χωριζόμενοι αυτοί, όχι μόνο διά τον χωρισμόν δεν καταδικάζονται, αλλά και τιμής της πρεπούσης, ως ορθόδοξοι, είναι άξιοι, επειδή, όχι σχίσμα επροξένησαν εις την Εκκλησίαν με τον χωρισμόν αυτόν, αλλά μάλλον ηλευθέρωσαν την Εκκλησίαν από το σχίσμα και την αίρεσιν των ψευδεπισκόπων αυτών.” Το αυτό μας βεβαιώνει και ο π. Θεόδωρος Ζήσης, Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονικής λέγοντας : “Ἡ διακοπὴ μάλιστα αὐτὴ τῆς κοινωνίας καὶ τῆς ἀναφορᾶς τοῦ ὀνόματος τοῦ ἐπισκόπου, μητροπολίτου, πατριάρχου γίνεται καὶ πρὶν ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ θέμα κάποια σύνοδος, δηλαδὴ καί «πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως».
Τὸ σημαντικὸ εἶναι ὅτι αὐτοὶ ποὺ ἀποτειχίζουν τοὺς ἑαυτούς των ἀπὸ τέτοιους δῆθεν ἐπισκόπους, ποὺ κηρύσσουν αἵρεση, ὄχι μόνο δὲν ὑπόκεινται στὶς ποινὲς ποὺ ἐπιβάλλουν οἱ προηγούμενοι κανόνες, δηλαδὴ στὴν ποινὴ τῆς καθαιρέσεως, ἀλλὰ πρέπει ἐπὶ πλέον νὰ τιμῶνται μὲ τὴν πρέπουσα τιμὴ ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους, διότι ἀποτειχίσθηκαν, δηλαδὴ χωρίσθηκαν μὲ τὸ τεῖχος τῆς ἀληθείας, ὄχι ἀπὸ ἐπισκόπους, ἀλλὰ ἀπὸ ψευδεπισκόπους καὶ διότι ὄχι μόνο δὲν προκαλοῦν σχίσμα καὶ διαιρέσεις, ἀλλὰ σπεύδουν, ἐπείγονται νὰ γλυτώσουν τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ σχί-σματα καὶ διαιρέσεις ποὺ προκαλοῦν οἱ ψευδοεπίσκοποι.”
Επιπροσθέτως η «Σύναξις Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών με τις υπογραφές Πανεπιστημιακών Καθηγητών Θεολογικών Σχολών όπως του π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού αναφερόμενη στην αποτείχιση τονίζει χαρακτηριστικά «Διαπράττουν μεγάλο κανονικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ λάθος ὅσοι, ἀντὶ νὰ ἐπαινοῦν, καταδιώκουν τοὺς μοναχοὺς ποὺ τηροῦν τὴν πατερική, ἱεροκανονικὴ καὶ ἁγιορειτικὴ Παράδοση.»[7]
8) Οι Άγιοι Πατέρες Απαγορεύουν Ρητά την Κοινωνία με Αιρετικούς Επισκόπους , μάλιστα καλούν να τους αποστρεφόμαστε. [8]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ / ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] (Από το Κείμενο της Συνάξεως Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών «Η “Σύνοδος” του Κολυμπαρίου και η Σύμπλευσή της με τον Οικουμενισμό» φέρον μεταξύ άλλων τις υπογραφές των «Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνού Ομοτίμου Καθηγητού Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Πρωτοπρ. Θεοδώρου Ζήση Ὁμοτίμου Καθηγητού Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Δημητρίου Τσελεγγίδη
Καθηγητού Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστη-μίου Θεσσαλονίκης ) :
« Δὲν εἶναι σύνοδος, διότι δὲν ἔχει τίποτε κοινὸ μὲ τὶς συνόδους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας· διακόπτει τὴν παράδοση τῶν ὀρθοδόξων συνόδων, δὲν ἀποτελεῖ συνέχειά τους, συνιστᾶ συνοδικὴ παρεκτροπὴ καὶ κανονικὴ καινοτομία. (…) Δὲν εἶναι ἁγία, διότι ὁρισμένα σημαντικὰ κείμενα τὰ ὁποῖα ἐνέκρινε εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὶς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ληφθεῖσες διὰ τῶν αἰώνων ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἰδιαίτερα ὡς πρὸς τὴν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρετικῶν. (…) Δὲν εἶναι ἐπίσης μεγάλη ἡ «σύνοδος» (διότι) στὴν ὑπεράσπιση τῆς πίστεως ὄχι μόνον δὲν παίρνει μεγάλο βα-θμό, ἀλλὰ ἡ ἐπίδοσή της εἶναι ἀρνητική, κάτω ἀπὸ τὸ μηδέν, ἀφοῦ δὲν καταπολε-μεῖ, ἀλλὰ ἐκκλησιοποιεῖ τὶς αἱρέσεις. (…) Θὰ ἤ-μασταν εὐτυχεῖς, ἂν εἶχε ἀποτραπῆ ἡ σύγκληση αὐτῆς τῆς οἰκουμενιστικῆς συνόδου.»
Και (Από το Κείμενο της Συνάξεως Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών «Ανοιχτή Επιστολή – Ομολογία για τη “Σύνοδο” της Κρήτης» , φέρον μεταξύ άλλων τις υπογραφές των «Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνού Ομοτίμου Καθηγητού Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Πρωτοπρ. Θεοδώρος Ζήση Ὁμοτίμου Καθηγητού Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ) : “«Η Σύνοδος Εἰσάγει αἱρετικὴ ἐκκλησιολογία (..)Ἡ ἐκκλησιαστικότητα τῶν Παπικῶν ἔχει ἤδη ἀναγνωρισθῆ στὸ ἐπαίσχυντο καὶ προδοτικὸ κείμενο τοῦ Balamand τοῦ Λιβάνου (1993), στὸν Διάλογο μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς, τῶν δὲ Προτεσταντῶν καὶ Μονοφυσιτῶν στὶς Γενικὲς Συνελεύσεις τοῦ λεγομένου «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» στὸ Πόρτο Ἀλέγκρε τῆς Βραζιλίας, (2006) καὶ στὸ Πουσὰν τῆς Ν. Κορέας (2013). Ἡ ἀποφυγὴ ἀπὸ τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης νὰ κρίνει τὰ κείμενα τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων καὶ τὴν συμμετοχή μας στὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ἐνῶ ἀντίθετα ἐπαινεῖ καὶ τὰ δύο, σημαίνει ὅτι οὐσιαστικὰ ἐγκρίνει ὅτι οἱ Παπικοὶ ἔχουν Χάρη, Μυστήρια Ἱερωσύνη, Ἀποστολικὴ Διαδοχή (Balamand), καὶ ὅτι ἐμεῖς χωρισμένοι ἀπὸ τοὺς Μονοφυσίτες, τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺς Προτεστάντες δὲν μποροῦμε νά εἴμαστε ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία (Πόρτο Ἀλέγκρε, Πουσάν). Ἡ μὴ συμμετοχὴ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὴν συνέλευση τοῦ Balamand μεταβάλλεται τώρα σὲ συνενοχὴ μὲ τὴν ἔγκριση τῶν κειμένων τῶν Διαλόγων. Καθίσταται ἔτσι ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης σύμμαχος καὶ προαγωγὸς τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀντίθετη πρὸς ὅλες τὶς προηγούμενες συνόδους τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖες, ἀντὶ νὰ ἐκκλησιοποιοῦν τὶς αἱρέσεις, τὶς κατεδίκαζαν καὶ τὶς ἀναθεμάτιζαν. Ἡ λέξη αἵρεση δὲν ὑπάρχει οὔτε μία φορὰ μέσα στὰ κείμενα τῆς «Συνόδου».”
[2] α) Κυριακάτικο Εγκύκλιο Κύρηγμα Μητροπολίτου , Κυριακή 10 Ἰουλίου 2016 και «Επιστολή Μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμία προς τους Ιερείς της Μητροπόλεως του περί της Συνόδου της Κρήτης
β) Ανακοίνωση του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών της Ι.Μ. Πειραιώς εν όψει της Συγκλησεως της Εκτάκτου Συνόδου της Ιεραρχίας δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα vimaorthodoxias.gr
γ) Κείμενο Μητροπολίτου Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβροσίου «Η Συνέλευσις Της Ιεράς Συνόδου Της Ιεραρχίας μας Μηνός Νοεμβρίου Ριπές – Εξηγήσεις- Επεξηγήσεις – Απορίες!
[3] ( Από το Βιβλίο του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 224.» ):
«Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς ψευδοχριστιανισμούς, διά τάς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδία ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὑμανισμῶν, μέ ἐπί κεφαλῆς τόν Παπισμόν. Ὅλοι δέ αὐτοί οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὅλαι αἱ ψευδοεκκλησίαι, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν. Τό κοινόν εὐαγγελικόν ὄνομά των εἶναι ἡ παναίρεσις. Διατί; Διότι εἰς τό διάστημα τῆς ἱστορίας αἱ διάφοροι αἱρέσεις ἠρνοῦντο ἤ παρεμόρφωνον ἰδιώματα τινά τοῦ Θεανθρώπου καί Κυρίου Ἰησοῦ, αἱ δέ εὐρωπαϊκαί αὗται αἱρέσεις ἀπομακρύνουν ὁλόκληρον τόν Θεάνθρωπον καί εἰς τήν θέσιν του τοποθετοῦν τόν Εὐρωπαῖον ἄνθρωπον. Ἐδῶ δέν ὑπάρχει οὐσιαστική διαφορά μεταξύ τοῦ Παπισμοῦ, Προτε- σταντισμοῦ, Οἰκουμενισμοῦ καί ἄλλων αἱρέσεων, ὧν τό ὄνομα “λεγεών”».
Και (Από θεολογική γνωμοδότηση του Οσίου και θεοφόρου Πατρός Ιουστίνου (Πόποβιτς) κατόπιν αιτήματος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Σερβίας για το αν μπορεί να συμμετάσχει η Ορθόδοξη Εκκλησία σε «οικουμενικές ακολουθίες» που διοργάνωναν η ρωμαιοκαθολικοί της Γιουγκοσλαβίας στα πλαίσια της «εβδομάδος εν τη ενότητι». Έχει δημοσιευθεί με εισαγωγικό σημείωμα του τότε ιερομονάχου Ειρηναίου Μπούλοβιτς στο περιοδικό Κοινωνία τα 18 (1975), σ. 95- 101, σε μετάφραση από τα σερβικά της Μαρίνας Σκλήρη.): «Απορρίπτομεν την ορθόδοξον θεανθρωπίνην πίστιν, αυτόν τον οργανικόν δεσμόν μετά του Θεανθρώπου Κυρίου Ιησού και του παναχράντου Του Σώματος – της Ορθοδόξου Εκκλησίας των αγίων Αποστόλων και Πατέρων και Οικουμενικών Συνόδων – και θέλομεν να γίνωμεν «οργανικά μέλη» του αιρετικού, ουμανιστικού, ανθρωποπαγούς και ανθρωπολατρικού συλλόγου, ο οποίος αποτελείται από 263 αιρέσεις, η δε κάθε μία από αυτάς πνευματικός θάνατος !
Ως Ορθόδοξοι, είμεθα «μέλη Χριστού». «Άρα ουν τα μέλη του Χριστού, ποιήσω πόρνης μέλη; Μη γένοιτο!» (Α΄ Κορινθ. 6, 15). Και ημείς τούτο πράττομεν δια της «οργανικής» συνδέσεώς μας μετά του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, το οποίον ουδέν άλλο είναι ειμή αναβίωσις της αθέου ανθρωπολατρείας – ειδωλολατρείας.
Είναι πλέον έσχατος καιρός, Πανιερώτατοι Πατέρες, όπως η Ορθόδοξος Αγιοπατερική και Αγιοσαββίτικη Εκκλησία μας, η Εκκλησία των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων, των αγίων Ομολογητών, Μαρτύρων και Νεομαρτύρων, παύση να αναμιγνύεται εκκλησιαστικώς, ιεραρχικώς και λατρευτικώς μετά του ούτω καλουμένου Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και όπως αρνηθεί δια παντός την οιανδήποτε συμμετοχήν εις τας κοινάς προσευχάς και την λατρείαν (η οποία λατρεία εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν είναι όλη οργανικώς συνδεδεμένη εις μίαν ολότητα και συγκεφαλαιούται εις την θείαν Ευχαριστίαν), και γενικώς την συμμετοχήν εις οιανδήποτε εκκλησιαστικήν πράξιν, η οποία ως τοιαύτη, φέρει εν εαυτή και εκφράζει τον μοναδικόν και ανεπανάληπτον χαρακτήρα της Μίας, Αγία, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, της πάντοτε Μιας και Μοναδικής.»
Και (Από το Βιβλίο » Η Ορθόδοξος Εκκλησία και Ο Οικουμενισμός» του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς και το άρθρο «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος» της Χριστιανικής Ορθόδοξης Ιστοσελίδας «impantokratoros.gr») «Ο ουμανιστικός ανθρωποκεντρισμός είναι κατ’ ουσίαν διαβολοκεντρισμός, διότι και οι δύο θέλουν ένα πράγμα: να ανήκουν μόνον εις τον εαυτόν των (…) Όλοι οι ευρωπαϊκοί ανθρωπισμοί, από του πλέον πρωτογόνου μέχρι του πλέον λεπτού, από του φετιχιστικού μέχρι του παπικού, βασίζονται επί της πίστεως εις τον άνθρωπον. (…) Ο άνθρωπος είναι η ανωτάτη αξία, η παναξία. ο άνθρωπος είναι το ύψιστον κριτήριον, το παγκριτήριον: «μέτρον πάντων άνθρωπος» (…) και αδιακόπως επιδιώκουν, ένα πράγμα: να αντικαταστήσουν την πίστιν εις τον Θεάνθρωπον με την πίστιν εις τον άνθρωπον, να αντικαταστήσουν το Ευαγγέλιον του Θεανθρώπου με το ευαγγέλιον κατ’ άνθρωπον, την φιλοσοφίαν κατά Θεάνθρωπον με την φιλοσοφίαν κατ’ άνθρωπον. (…) Δια του δόγματος αυτού όλοι οι ευρωπαϊκοί ανθρωπισμοί απέκτησαν το ιδεώδες και το είδωλόν των: ο άνθρωπος ανεκηρύχθη υπερτάτη θεότης, πανθεότης. Το ευρωπαϊκόν ουμανιστικόν πάνθεον απέκτησε τον Δία του.»
[4] Από το άρθρο της σελίδας pentapostagma.gr “Γέροντας Γαβριήλ: «Ομοιότροποι με τον Άννα και τον Καϊάφα όσοι Αρχιερείς, Πατριάρχες και Αρχιεπίσκοποι αγωνίζονται πυρετωδώς να ενώσουν την Ορθόδοξη Εκκλησία μας με τον Πάπα!»
[5] (Από το Κείμενο Του Κυριάκου Κυριαζόπουλου καθηγητή -επ.- του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχσλή ΑΠΘ 25-7-2016 -αρχική μορφή- / 2-9-2016 -διευρυμένη μορφή- «Μελέτη Για το Συνέδριο Της Αποστασίας Των Χανίων Των Δέκα (10) Αυτοκεφάλων «Εκκλησιών» -Οι Οποίες Εκπροσωπούν Μόνο Το Ένα Τρίτο (1/3) Των Ορθοδόξων- Το Οποίο Εισήγαγε «Συνοδικώς» Την Παναίρεση Του Οικουμενισμού –Ή Γνωστικισμού – Gnosis, Η Θρησκευτικού Συγκρητισμού- ) :
«Ερωτάται: 1) αν στη λεγόμενη «Πανορθόδοξη Σύνοδο» εισήχθη «συνοδικώς» η Παναίρεση του Οικουμενισμού από τις δέκα (10) Αυτοκέφαλες που προσήλθαν στην Κρήτη, και 2) αν εκκλησιολογική συνέπεια της εν λόγω εισαγωγής συνιστά η διακοπή κοινωνίας με τις αρχές και τους κληρικούς αυτών των δέκα (10) Αυτοκέφαλων.
Απαντάται θετικώς και για τα δύο (2) ερωτήματα,
Κατ’ υποχρεωτικήν εφαρμογήν της Αγίας Γραφής για τη διακοπή κοινωνίας με τους αιρετικιούς (Ιωαν.1, 5. Β΄ Θεσ., 3, 6. Τιμ. 1, 3-5. Γαλ. 1, 8)
Κατ’ υποχρεωτικήν εφαρμογήν της Ιεράς Παραδόσεως για τη διακοπή κοινωνίας με τους αιρετικούς (ενδεικτικά: Αποστολικές Διαταγές (2, 19): «Ώσπερ δε τω καλώ ποιμένι το μη ακολουθούν πρόβατον λύκοις έκκειται εις διαφθοράν, ούτως τω πονηρώ ποιμένι το ακολουθούν πρόδηλον έχει τον θάνατον, ότι κατατρώξεται αυτό. Διό φευκτέον από των φθοροποιών ποιμένων». Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (TLG, Ep. 10,ch. 2, s.. 1. l. 1): «Καθένας που λέει πράγματα διαφορετικά από τα παραδεδομένα, ακόμη και αν είναι αξιόπιστος, και αν είναι νηστευτής, και αν παρθενεύει, και αν κάνει θαύματα, και αν προφητεύει, να σου φαίνεται σαν λύκος που φοράει προβιά και αποσκοπεί να θανατώσει τα πρόβατα… Και να μοιράζει τα υπάρχοντά του στους φτωχούς και μετακινεί βουνά, και αν παραδίδει το σώμα του στο μαρτύριο, να σου φαίνεται σιχαμερός, αν φαυλίζει το νόμο ή τους προφήτες, τους οποίους ο Χριστός με την παρουσία Του στη γη επαλήθευσε. Να σου φαίνεται σαν αντίχριστος…».
Κατ’ εφαρμογήν του 15ου Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου (880), ο οποίος ως νομικός κανόνας της Εκκλησίας, είναι υποχρεωτικής εφαρμογής, αφού δεν υπάρχουν γενικά νομικοί κανόνες δυνητικής εφαρμογής, δεδομένου ότι, αν υπήρχαν τέτοιοι, τότε οι νομικοί κανόνες θα επέτρεπαν την αυτοκατάργησή τους, και ο οποίος ρητά εφαρμόζεται πριν τη συνοδική καταδίκη της Παναίρεσης του Οικουμενισμού από Ορθόδοξη Σύνοδο.
Κατ’ εφαρμογήν της πατερικής διδασκαλίας του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτη, της εφαρμοζόμενης εν καιρώ (Παν)αιρέσεως, ο οποίος γράφει: «Θα πρέπει να γνωρίζεις ότι μνημονεύαμε τότε που δεν είχε γίνει ακόμη Σύνοδος, ούτε είχε συνοδικώς εκφωνηθεί το αιρετικό δόγμα και ο αναθεματισμός των ορθοδόξως φρονούντων. Και, πριν υπάρξει αυτή η ξεκάθαρη ομολογία και αποδοχή της αιρέσεως από τους Επισκόπους, δεν ήταν ασφαλές να αποκοπούμε τελείως από τους παρανόμους, αλλά μόνον να αποφεύγουμε τη φανερή και δημόσια εκκλησιαστική επικοινωνία με αυτούς, να τους μνημονεύουμε δε κατ’ οικονομίαν μέχρι κάποιο χρονικό διάστημα. Από την ώρα όμως που έγινε φανερή και ξεκάθαρη η αιρετική διδασκαλία, και μάλιστα κατοχυρώθηκε συνοδικώς, πρέπει και συ και όλοι οι Ορθόδοξοι να αποφύγετε με παρρησία κάθε εκκλησιαστική επικοινωνία με τους κακοδόξους και να μην μνημονεύετε κάποιον από αυτούς οι οποίοι συμμετείχαν στην Σύνοδο, ή είναι ομόφρονες με τις αποφάσεις της… Επειδή ο ιερός Χρυσόστομος εχθρούς του Θεού δεν χαρακτήριζε μόνον τους αιρετικούς, αλλά και αυτούς οι οποίοι επικοινωνούν εκκλησιαστικά μαζί τους» (Επιστολή 39. Θεοφίλω ηγουμένω, Φατούρος, σελ. 113, στιχ. 51. PG 99, 1045D. ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Β, σελ. 196).
Κατ’ υποχρεωτικήν εφαρμογήν του παραδοσιακού προτύπου των διακοπών κοινωνίας των Ορθοδόξων πιστών, είτε Επισκόπων, είτε κληρικών, είτε μοναχών, είτε λαϊκών, με τους εκάστοτε αιρετικούς, ειδικότερα και ενδεικτικά:
1 – Διακοπής κοινωνίας Μεγάλου Αθανασίου, Πατριάρχη Αλεξανδρείας, Μεγάλου Αντωνίου, μοναχού, και λοιπών Γερόντων, μοναχών και ιερομονάχων, της Αιγυπτιακής ερήμου με τους αιρετικούς Αρειανούς,
2 – Διακοπής κοινωνίας των Ορθοδόξων πιστών της Αντιοχείας των ακολουθούντων τον Ορθόδοξο Ευστάθιο Αντιοχείας με τους αιρετικούς Αρειανούς και τον δικό τους Αρειανό Επίσκοπο Αντιοχείας,
3 – Διακοπής κοινωνίας των μοναχών και τμήματος των λαϊκών με τον Επίσκοπο Ναζιανζού Γρηγόριο (πατέρα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου), ο οποίος υπέγραψε ένα ημιαρειανικό (ομοιουσιανικό) σύμβολο πίστεως,
4 – Διακοπής κοινωνίας Μεγάλου Βασιλείου με τον Αρχιεπίσκοπο Καισαρείας Διάνιο που υπέγραψε μια μη ορθόδοξη ομολογία,
5 – Διακοπής κοινωνίας Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου με τον Αρειανό Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Δημόφιλο,
6 – Διακοπής κοινωνίας του Ορθόδοξου Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ακακίου με τους Αρειανούς Πατριάρχη Αλεξανδρείας Τιμόθεο Β΄ τον επονομαζόμενο «Αίλουρο» και Πατριάρχη Αντιοχείας Πέτρο Β΄τον επονομαζόμενο «Κναφέα»,
7 – Διακοπής κοινωνίας των Ορθοδόξων πιστών της Κωνσταντινουπόλεως με τον αιρετικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριο, πριν την καταδίκη του από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο,
8 – Διακοπής κοινωνίας των Ορθοδόξων πιστών της Κωνσταντινούπολης με τον μονοφυσίτη Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Τιμόθεο Α΄,
9 – Διακοπής κοινωνίας Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή, μοναχού, και των δύο μοναχών – μαθητών του με τους Πατριαρχικούς Θρόνους, που ακολουθούσαν την αίρεση του Μονοθελητισμού,
10 – Διακοπής κοινωνίας Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού, ιερομονάχου, με τους εικονομάχους επισκόπους τόσο πριν όσο και μετά τη Μονοφυσιτική Σύνοδο της Ιερείας (754),
11 – Διακοπής κοινωνίας Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτη, ιερομονάχου και ηγουμένου, αρχικά με τους μοιχειανικούς επισκόπους και στη συνέχεια με τους εικονομάχους επισκόπους
12 – Διακοπής κοινωνίας του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Σεργίου με τον Πάπα Σέργιο, όταν ο τελευταίος το 1009 είχε αναγνώσει το Σύμβολο της Πίστεως με την αιρετική προσθήκη του φιλιόκβε,
13 – Διακοπής κοινωνίας Ορθοδόξων πιστών, Επισκόπων, κληρικών, μοναχών και λαϊκών με τον Λατινόφρονα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη Βέκκο,
14 – Διακοπής κοινωνίας Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, τότε ιερομονάχου, με τον Λατινόφρονα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη 14ο, τον επονομαζόμενο «Καλέκα», πριν την συνοδική καταδίκη του τελευταίου,
15 – Διακοπής κοινωνίας Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, Μητροπολίτη Εφέσου, άλλων Ορθοδόξων Επισκόπων, κληρικών, μοναχών και λαϊκών με τον Λατινόφρονα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μητροφάνη και τους λοιπούς Λατινόφρονες
(Βλ. ενδεικτικά Βασιλείου Στεφανίδη, Εκκλησιαστική Ιστορία, 7η εκδ., εκδ. Παπαδημητρίου, Αθήνα 1959).
Για τους ακόλουθους λόγους:
1 – ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ Η ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ (Ή ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ – GNOSIS Ή ΕΩΣΦΟΡΙΚΟΥ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ) ;
Ο Άγιος Ειρηναίος Επίσκοπος Λουγδούνου (της σημερινής Λυών της Γαλλίας), στο έργο του «Έλεγχος και Ανατροπή της Ψευδωνύμου Γνώσεως», αναφερόμενος στους Γνωστικούς της εποχής του, γράφει: «(…) Και υπάρχουν εκείνοι που άκουσαν από αυτόν (δηλ. τον Πολύκαρπο, Επίσκοπο Σμύρνης) ότι ο Ιωάννης, ο μαθητής του Κυρίου, στην Έφεσο, όταν μία φορά πήγε να λουσθεί και είδε μέσα τον Κήρινθο (ο οποίος είχε ηδονιστικές και συγκρητιστικές πεποιθήσεις από ιουδαϊκά και χριστιανικά στοιχεία), βγήκε αμέσως έξω από το λουτρό χωρίς να λουσθεί και μάλιστα είπε: «Ας φύγουμε, μήπως και το λουτρό καταπέσει, διότι είναι μέσα ο Κήρινθος, ο εχθρός της αληθείας». Και ο ίδιος, πάλι, ο Πολύκαρπος, όταν κάποτε τον συνάντησε ο Μαρκίων (ο οποίος είχε συγκρητιστικές πεποιθήσεις από ιουδαϊκά, χριστιανικά και βουδιστικά στοιχεία) και του είπε: «Μας αναγνωρίζεις;», απάντησε: «Αναγνωρίζω τον πρωτότοκο του Σατανά». Τόσο πολύ πρόσεχαν οι Απόστολοι και οι μαθητές τους, ώστε ούτε συζητούσαν με κάποιον που παραχάρασσε την Αλήθεια, όπως είπε και ο Παύλος «Αιρετικό άνθρωπο μετά πρώτη και δεύτερη νουθεσία άφηνέ τον, γνωρίζοντας ότι ένας τέτοιος έχει διαστραφεί και έτσι καταδικάζει ο ίδιος τον εαυτό του» (Τιτ., 3, 10-11) [Αγίου Ειρηναίου, Έλεγχος και Ανατροπή της Ψευδωνύμου Γνώσεως, κεφ. 3, παρ. 4, Εισαγωγή – Μετάφραση – Σχόλια, υπό Αρχιμ. Ειρηναίου Χατζηεφραιμίδη, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 193).
Ο Συγκρητιστικός Διαχριστιανικός και Διαθρησκειακός Οικουμενισμός, αποτελεί διαχρονική θρησκευτική διδασκαλία του Σατανισμού και της Θεοσοφίας, που είναι παρακλάδι του και η οποία αποτελεί την πνευματικότητα του ΟΗΕ (http://www.bibliotecapleyades.net/sociopolitica/esp_sociopol_lucytrust04.htm, http://green-agenda.com/spiritualunitednations.html). Δηλ. δεν αποτελεί νέο προϊόν της εποχής μας, αλλά αποτελεί διαχρονικό προϊόν του Σατανισμού, του Γνωστικισμού και της Μαγείας, δηλ. του Αποκρυφισμού, με γνωστότερο εκπρόσωπο τον Σίμωνα τον Μάγο. Μάλιστα ο γνωστικός Μάνης είχε χρησιμοποιήσει τον συγκρητιστικό διαθρησκειακό οικουμενισμό στην ανάμειξη του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Βουδισμού (βλέπετε Παν. Χρήστου, Ο Γνωστικισμός, Σίμων ο Μάγος, και Μανιχαϊσμός, σε: Πατρολογία, τομ. Β΄, σελ. 105-115, 136-137 και 188-194). Ως γνωστόν, ο Διαχριστιανικός Οικουμενισμός είναι η κίνηση που έχει σκοπό την ένωση της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, δηλαδή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, με τον Αιρετικό Παπισμό και τον Αιρετικό Προτεσταντισμό σε ενιαίο θρησκευτικό οργανισμό, τη Χριστιανική Θρησκεία, με αρχηγό του τον Αιρεσιάρχη Πάπα. Ο Διαθρησκειακός Οικουμενισμός είναι η κίνηση που έχει σκοπό την ένωση του ενιαίου Χριστιανισμού με τις άλλες θρησκείες, Ιουδαϊσμό, Ισλάμ, Βουδισμό, Ινδουϊσμό κλπ., σε ενιαίο θρησκευτικό οργανισμό, την Πράσινη Παγκόσμια Θρησκεία, της οποίας τα δόγματα είναι ο Σατανισμός, η Νεο-ειδωλολατρεία (ή λατρεία της λεγόμενης θεάς γης) (https://www.un.org/en/events/motherearthday/) και ο Αντίχριστος (http://www.bibliotecapleyades.net/sociopolitica/esp_sociopol_un05.htm, https://en.wikipedia.org/wiki/World_Religion_Day), ο οποίος, κατά τον Απόστολο Παύλο, μετά την εωσφορική αυτή ένωση των θρησκειών, θα επιβάλει παγκοσμίως τη δική του λατρεία ως θεού πάνω από τους λατρευόμενους από τους ανθρώπους θεούς ή σεβάσματα (Β΄ Θεσσ. Β΄, 4). Ο Οικουμενισμός, ως γνωστόν, αλλιώς λέγεται θρησκευτική παγκοσμιοποίηση, η οποία αποτελεί μια από τις τρεις (3) μορφές της παγκοσμιοποίησης. Οι άλλες δύο μορφές της είναι η οικονομική παγκοσμιοποίηση και η πολιτική παγκοσμιοποίηση, οι οποίες επιβάλλονται από τη Νέα Τάξη Πραγμάτων.
Όπως οι παλαιοί Γνωστικοί που ήταν οπαδοί του εωσφορικού θρησκευτικού συγκρητισμού (δηλαδή της ανάμειξης πεποιθήσεων διαφόρων θρησκευμάτων ή και φιλοσοφικών συστημάτων) [βλ. Παν. Χρήστου, Ο Γνωστικισμός, Ελληνική Πατρολογία, τομ. Β΄, εκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 10-5-120, Κωνσταντίνου Σκουτέρη, Το σύστημα της Γνώσεως, σελ. 294-323), έτσι και οι σύγχρονοι Γνωστικοί που ακολουθούν την Παναίρεση του Εωσφορικού Συγκρητιστικού Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού, δεν ακολουθούν απλώς κάποια αίρεση η οποία αλλοιώνει επί μέρους στοιχεία της Ορθόδοξης πίστης, αλλά ανατρέπουν σταδιακά όλη την Ορθόδοξη πίστη, μέσω της δαιμονικής αντιστροφής (ή νοθεύσεως) του συνόλου των Ορθόδοξων εννοιών των θεολογικών όρων της Πίστης.
Ότι ο Γνωστικισμός – Gnosis ή Εωσφορικός Θρησκευτικός Συγκρητισμός αποσκοπεί στην ανατροπή όλης της Ορθόδοξης πίστης, μέσω της δαιμονικής αντιστροφής (ή νοθεύσεως) του συνόλου των Ορθόδοξων εννοιών των θεολογικών όρων, είχε ήδη επισημανθεί από τους Αποστόλους. Δύο από τους Αποστόλους κατέστησαν ιδιαίτερα προσεκτικούς τους μαθητές τους ως προς αυτόν. Ο μεν Απόστολος Παύλος γράφει: «Προσέχετε μήπως σας εξαπατήσει κάποιος και λεηλατήσει τον θησαυρό της πίστεώς σας με την ψευδή φιλοσοφία και την κούφια απάτη, η οποία βασίζεται στην ψευδή παράδοση των ανθρώπων, κατά τη μωρή αντίληψη για τα στοιχεία του κόσμου (δηλ. με τον Γνωστικισμό – Gnosis), και όχι σύμφωνα με τη διδασκαλία του Χριστού». Ο δε Απόστολος Ιάκωβος γράφει: «Αυτή η σοφία δεν είναι η θεία Σοφία που κατεβαίνει από τον ουρανό, αλλά είναι σοφία επίγεια, εμπαθής, δαιμονική (ο Γνωστικισμός – Gnosis)» (Ιακ., 3, 15) [Παν. Χρήστου, ο.π., σελ. 112).»
[6] Άγιος Παίσιος για τις προσυνοδικές διασκέψεις της Πανορθοδόξου Συνόδου
«Καταλαβαίνετε τί πάει νὰ γίνη; Θὰ φύγη ἡ παράδοση καὶ θὰ μείνει ἡ παράβαση! Καταλαβαίνετε πόσο σοβαρὸ εἶναι αὐτό;» (Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης», ἔκδοση Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος» Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης 2015)
Και Άγιος Πορφύριος, Την κατάργηση της Ορθοδοξίας και την ύπαρξη του οικουμενισμού, μίας ενωμένης θρησκείας, προφητεύει ο Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης, του οποίου τη μνήμη τιμά σήμερα η Εκκλησία.
Ο Άγιος Πορφύριος έλεγε ότι «η θρησκεία μας, η Ορθοδοξία, δεν έχει σχέση με άλλες. Τώρα, όμως, κάποιοι που δεν πιστέυουν ότι υπάρχει Θεός, έχουν τη γνώμη ότι δεν πρέπει να υπάρχουν πολλές θρησκείες και διχάζουν τους ανθρώπους. Τους φέρνουν σε έχθρα. Όλοι φροντίζουν, μικροί και μεγάλοι, να υπάρχει μια θρησκεία και το προσπαθούν λέγοντας πως όλες είναι ίδιες, άρα ας έχουμε μόνο μία και καλή» (από dogma.gr)
Και π. Αθανάσιος Μυτιληναίος: Εκείνοι που θα παρακαθίσουν στην Πανορθόδοξη Σύνοδο έχουν αλωθεί από τον Οικουμενισμό (..) «Ὁ πειρασμός αὐτός, ἀγαπητοί, πού θά καλύπτει ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη, δέν θά εἶναι παρά ἡ μεγάλη νοθεία τῆς πίστεως στό θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ! Τό ξαναλέω: τῆς πίστεως στό θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ! Καί αὐτό θά τό πετύχει μόνο ὁ Οἰκουμενισμός, μέ τήν ἕνωση ὅλων τῶν θρησκειῶν. Ἀκούσατε; Μέ τήν ἕνωση ὅλων τῶν θρησκειῶν!…Μέ συγχωρεῖτε πού τά λέω δύο καί τρεῖς φορές• συνέχομαι! Ἔτσι λοιπόν ὁ Οἰκουμενισμός κατ᾽ οὐσίαν προσβάλλει τό θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, μέχρι νά τό ἐξαφανίσει. Ἀλλά ἄν θέλει νά ἐξαφανίσει τό θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ –κάτι πού θά κάνει ὁ Ἀντίχριστος– τότε τί εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός; Εἶναι ἀντίχριστος μέθοδος, ἀντίχριστος τρόπος!»
Πηγη:
Δύο ὁμιλίες ἀναφερόμενες στήν Ἀποστολική Σύνοδο τῶν Ἱεροσολύμων, 52 μ.χ., Ἀθανασίου Μυτιληναίου, ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη» Μάιος 2016, Παρακαταθήκη Νοέμβριος-Δεκέμβριο 2016
Και Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης. Ο Οικουμενισμός κυριαρχείται από ακάθαρτα πνεύματα (Περιοδικό Παρακαταθήκη – Μάρτιος – Απρίλιος 2016 – Ἀπό τό βιβλίο «“Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας”. Μία Σύνοδος μέ ἔλλειμμα συνοδικότητας καί Ὀρθόδοξης αὐτοσυνειδησίας», σελίδες 80, διαστ. 17×24 ἑκ., ἔκδοση «Συνάξεως Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν “Φώτης Κόντογλου”», Τρίκαλα, Μάρτιος 2016. Τό βιβλίο αὐτό ἀποτελεῖ τήν ἀπομαγνητοφωνημένη μορφή τῆς τρίωρης ἐκπομπῆς – συνομιλίας τοῦ διευθυντοῦ τοῦ ραδιοφωνικοῦ σταθμοῦ τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας κ. Λυκούργου Μαρκούδη μέ τόν καθηγητή κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη )
[7] Σύνολος ο 15ος Κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου : ΚΑΝΩΝ ΙΕ΄
“Τα ορισθέντα περί Πρεσβυτέρων και Επισκόπων και Μητροπολιτών, πολλώ μάλλον επί Πατριαρχών αρμόζει. Ώστε εί τις Πρεσβύτερος ή Επίσκοπος, ή Μητροπολίτης τολμήσοι αποστήναι της προς τον οικείον Πατριάρχην κοινωνίας, και μη αναφέροι το όνομα αυτού, κατά το ωρισμένον και τεταγμένον, εν τη θεία Μυσταγωγία, αλλά προ εμφανείας συνοδικής και τελείας αυτού κατακρίσεως, σχίσμα ποιήσοι, τούτον ώρισεν η αγία Σύνοδος πάσης ιερατείας παντελώς αλλότριον είναι, εί μόνον ελεγχθείη τούτο παρανομήσας. Και τάυτα μεν εσφραγισταί τε και ώρισται περί των προφάσει τινών εγκλημάτων των οικείων αφισταμένων προέδρων, και σχίσμα ποιούντων, και την ένωσιν της Εκκλησίας διασπώντων. Οι γάρ δι’ αίρεσιν τινά παρά των αγίων Συνόδων, ή Πατε΄ρων, κατεγνωσμένην, της προς τον πρόεδρον κοινωνίας εαυτούς διαστέλλοντες, εκείνου δηλονότι την αίρεσιν δημοσία κηρύττοντος, και γυμνή τη κεφαλή επ’ Εκκλησίας διδάσκοντος, οι τοιούτοι ου μόνον τηκανονική επιτιμήσει ουχ υπόκεινται προς συνοδικής διαγνώσεως εαυτούς της προς τον καλούμενον Επίσκοπον κοινωνίας αποτειχίζοντες, αλλά και της πρεπούσης τιμής τοις ορθοδόξοις αξιωθήσονται. Ου γαρ Επισκόπων, αλλά ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, και ου σχίσματι την ένωσιν της Εκκλησίας κατέτεμον, αλλά σχισμάτων και μερισμών την Εκκλησίαν εσπούδασαν ρύσασθαι.
Ερμηνέια:
Εκείνα οπού οι ανωτέρω Κανόνες εδιώρισαν περί Επισκόπων και Μητροπολιτών, τα αυτά διορίζει, και πολλώ μάλλον, ο παρών Κανών, περί Πατριαρχών, λέγων ότι όςτις Πρεσβύτερος, ή Επίσκοπος, ή Μητροπολίτης ήθελε χωρισθή από την συγκοινωνίας του Πατριάρχου αυτού, και δεν μνημονεύη το όνομα αυτού κατά το σύνηθες (Ο Μητροπολίτης δηλ. μόνος ο γαρ Πρεσβύτερος του Επισκόπου του το όνομα μνημονεύει, ο δε Επίσκοπος του Μητροπολίτου του) προτού να φανερώσουν τα κατά του Πατριάρχου αυτών εις τηνΣύνοδον, και παρά της Συνόδου αυτός να κατακριθή, ούτοι, λέγω,πάντες να καθαίρωνται παντελώς, οι μεν Επίσκοποικαι Μητροπολίται, πάσης Αρχιερατικής ενεργείας, οι δε Πρεσβύτεροι, πάσης Ιερατικής. Πλην ταύτα μέν να γίνωνται, εάν διά εγκλήματα τινά, πορνείαν θετέον, ιεροσυλίαν και άλλα, χωρίζωνται οι Πρεσβύτεροι από τους Επισκόπους των, οι Επίσκοποι από τους Μητροπολίτας των, και οι Μητροπολίται από τους Πατριάρχας των (1), εάν δε οι ρηθέντες πρόεδροι ήναι αιρετικοί, και την αίρεσιν αυτών κηρύττουσι παρρησία (2), και δια τούτο χωρίζονται οι εις αυτούς υποκείμενοι, και προ του να γένη ακόμη συνοδική κρίσις περί της αιρέσεως ταύτης, οι χωριζόμενοι αυτοί, όχι μόνο διά τον χωρισμόν δεν καταδικάζονται, αλλά και τιμής της πρεπούσης, ως ορθόδοξοι, είναι άξιοι, επειδή, όχι σχίσμα επροξένησαν εις την Εκκλησίαν με τον χωρισμόν αυτόν, αλλά μάλλον ηλευθέρωσαν την Εκκλησίαν από το σχίσμα και την αίρεσιν των ψευδεπισκόπων αυτών.”
Και (Από το Κείμενο «Αποτείχιση από την αίρεση – όχι από την Εκκλησία» του π. Θεοδώρου Ζήση Ὁμοτίμου Καθηγητού Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Και (Από το Κείμενο της Συνάξεως Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών «Ανοιχτή Επιστολή – Ομολογία για τη “Σύνοδο” της Κρήτης» , φέρον μεταξύ άλλων τις υπογραφές των «Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνού Ομοτίμου Καθηγητού Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Πρωτοπρ. Θεοδώρος Ζήση Ὁμοτίμου Καθηγητού Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης )
[8] Τι Λένε οι Άγιοι Πατέρες Για την Αποφυγή Κοινωνίας Με Αιρετικούς, Ὁ μολυσμός , διά τῆς κοινωνίας μέ αἱρετικούς ἤ κακοδόξους ἐπισκόπους :
Εἶναι πράγματι ἐντυπωσιακή ἡ αὐστηρότητα πού ἐπιβάλλουν οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀπέναντι ὄχι μόνο στούς αἱρετικούς ἄλλα καί στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας πού ὑϊοθετοῦν κακοδοξίες, γιατὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν διασπᾶται μόνο ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν καὶ διαδίδουν τὰ παρόμοια: «Οὐχ ὑπὸ τῶν αἱρετικῶν διατέτμηται μόνον, ἀλλὰ καὶ ὑπὸ τῶν τὰ αὐτὰ φρονεῖν ἀλλήλοις λεγόντων διασπᾶται».[1] Τὸ παραμικρὸ ζήτημα ποὺ ἀφορᾶ τὸν Θεὸ δὲν εἶναι μικρό, κατά τον Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ.[2]
Ὁ Χρυσορρήμων Ἰωάννης μᾶς λέει: «Ὄχι μόνο οἱ ἁμαρτάνοντες, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἐπαινοῦν τοὺς ἁμαρτάνοντες ὑφίστανται τὴν ἴδια ἢ καὶ χειρότερη τιμωρία».[3] «Κάθε κληρικό –λέει ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ θεολόγος– τοῦ ὁποίου ἡ πίστις, οἱ λόγοι καὶ τὰ ἔργα δὲν συμφωνοῦν μὲ τὶς διδασκαλίες τῶν Ἁγίων πατέρων νὰ μὴν τὸν δεχόμαστε στὴν οἰκία μας. Ἀλλὰ νὰ τὸν ἀποστρεφόμεθα καὶ νὰ τὸν μισοῦμε ὡς δαίμονα, ἔστω κι ἄν ἀνασταίνει νεκροὺς καὶ κάνει ἄλλα μύρια θαύματα».[4]
Εἶναι ἄραγε αὐτή ἡ αὐστηρότητα μία αὐθαίρετη σκληρότητα καί «ἰδιοτροπία» τῶν ἁγίων; Φυσικά καί ὄχι! Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας πρῶτος δίδαξε ξεκάθαρα ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ ἀντίδρασή μας ὅταν ἀκοῦμε διδασκαλίες ἀντίθετες ἀπό αὐτές πού παρέδωσε ὁ Ἴδιος καί οἱ μαθητές Του. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δίδαξε ὅτι τὰ δικά Του πρόβατα ὅταν ἀκοῦν τὴν φωνὴ ξένου διδασκάλου φεύγουν. «Ἀλλοτρίῳ δέ [σ.σ. ποιμένα] οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπὸ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν»[5] και αμέσως μετά τὴν Ἀποτείχιση δίδαξαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι: «…Διὸ φευκτέον [νὰ φεύγετε] ἀπὸ τῶν φθοροποιῶν ποιμένων».[6]
Ὄχι λίγες φορές, οἱ ἐπίσημοι ποιμένες δηλητηρίασαν τὸ ποίμνιο -μέσῳ στρεβλῆς διδασκαλίας- ὁδηγώντας το στὴ λατρεία ἄλλων θεῶν. Γιατί «ἡ αἵρεση» ὄχι μόνο «εἶναι πίστη σὲ ξένο Θεό»,[7] ἀλλά «ἔχει ἐνδυθῆ ὁλόκληρον τὸν διάβολο».[8]
Στίς ἡμέρες μας οἱ ἐπίσκοποι ἀπροκάλυπτα ἀποδείχτηκαν ψευδοεπίσκο-ποί γιατί μολύνουν τήν Πίστη, συγκαταβαίνοντας σέ αἱρετικούς. «Ἀλλοίμονο σὲ ὅσους μολύνουν τὴν Ἁγία Πίστη μὲ αἱρέσεις ἢ συγκαταβαίνουν στοὺς αἱρετικούς». [9]
Ὁ ὅσιος Ἀντίοχος ὁ Πανδέκτης ἔλεγε πὼς ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει τὴν ὀρθὴ πίστη πρέπει ὄχι μόνο νὰ τὸν ἀποστρεφόμαστε ἀλλὰ καὶ νὰ τὸν ἀναθεματί-ζουμε, δηλαδὴ νὰ τὸν θεωροῦμε ὅτι βρίσκεται ἐκτὸς Ἐκκλησίας.[10] «Οὔτε γιὰ λίγη ὥρα δὲν δεχόμαστε σχέση μὲ αὐτοὺς ποὺ κουτσαίνουν στὴν πίστη»[11]… «ἀκόμα κι ἂν αὐτοί μᾶς φαίνονται πολὺ γνήσιοι καὶ ἐπίσημοι, ἐμεῖς πρέπει νὰ τοὺς σιχαι-νόμαστε, ὅσοι ἀγαπᾶμε τὸν Κύριο».[12]
Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ἀποφαίνεται: «Καὶ εἰ φίλοι κατὰ Θεὸν, πῶς τῇ κοινωνίᾳ τῶν ἑτεροδόξων κοινωνοῦντες; Οὐ γὰρ φίλοι οἱ τοιοῦτοι ἀληθινοὶ καὶ πιστοί».[13] Ὁ ἴδιος Ἅγιος λέει: «Οἱ μὲν [αἱρετικοὶ] τέλεον περὶ τὴν πίστιν ἐναυάγησαν. οἱ δὲ εἰ καὶ τοῖς λογισμοῖς οὐ κατεποντίσθηκαν, ὅμως τῇ κοινωνίᾳ τῆς αἱρέσεως συνόλλυνται [ἐξ αἰτίας τῆς κοινωνίας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς θὰ χαθοῦν μαζί τους]».[14] Θεωρεῖ «προδοσία τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας» τὸ νὰ παραμένει κάποιος ἐν κοινωνίᾳ μὲ τὸν κακοδοξοῦντα ἐπίσκοπόν του».[15]
Αὐτές οἱ Πατερικές θέσεις ἐνσωματώθηκαν καὶ στὰ Πρακτικὰ τῆς Ζ΄Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Ὅποιος δικαιώνει αἵρεση ἂς εἶναι ἀναθεματισμένος».
Ὁ Μ. Ἀθανάσιος γιὰ αὐτὸν ποὺ φρονεῖ ἀσεβῆ δόγματα ἀναφέρει: «Ἀποφύγετε αὐτὸν καὶ ἔτσι θὰ διατηρήσετε τὴν πίστη σας καθαρή».[16] Κατὰ τὸν ἅγιο Νεκτάριο Αἰγίνης: «ἡ κοινωνία μὲ αὐτὸν [τὸν κακόδοξο καὶ αἱρετικό] μολύνει τὴν πίστη μὲ τὶς εὐθύνες ποὺ αὐτὸ συνεπάγεται. Λοιπὸν ἡ ἐξωτερικὴ ἀκοι-νωνησία προστατεύει ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ ἀλλοτριότητα»… «Εἶναι ψευδὲς ἐκεῖνο ὅπου ἐπιφέρουσιν, ὅτι αἱ ὁδοὶ τῆς εὐσεβείας εἶναι πολλαί… ὁδὸς μία καὶ αὐτὴ στενὴ καὶ ὄχι πλατεῖα… εἷς καὶ μόνος Θεὸς καὶ Κύριος».[17]
Ἂν ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὁ «μαθητὴς τῆς ἀγάπης» λέει ὅτι κάποιον ποὺ δὲν ἀποδέχεται τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἀποστόλων οὔτε στὸ σπίτι σας νὰ τὸν βάζετε, οὔτε καλημέρα νὰ τοῦ λέτε, γιατὶ συγκοινωνῆτε μὲ τὰ πονηρά του ἔργα γενόμενοι συνένοχοι, πόσο μᾶλλον νὰ τὸν ἀποδεχόμαστε στὸν ναὸ ὡς λειτουργὸ;[18]
Ἂν ὁ Μ. Βασίλειος τονίζει: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον ἀποστρέφεσθαι», [19] πόσο μᾶλλον τον κακόδοξο κληρικό;
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος μᾶς ἐξηγεῖ: «Ὄχι μόνο ἂν κάποιοι λένε συνολικὰ ἀντίθετα πράγματα ποὺ ἀνατρέπουν τὰ πάντα, ἀλλὰ καὶ τὸ παραμικρὸ ἀντίθετο νὰ διδάξουν νὰ εἶναι ἀναθεματισμένοι».[20] «Ἀπὸ αὐτοὺς πρέπει νὰ πεταγόμαστε μακρυὰ ὅπως πεταγόμαστε ὅταν συναντάμε ἕνα φίδι, καὶ νὰ διακόπτουμε κάθε κοινωνία καὶ νὰ φεύγουμε μὲ ὅλη μας τὴν δύναμη, ἀκόμα κι ἄν μᾶς φαίνονται σεβάσμιοι καὶ πρᾶοι», διδάσκει ὁ Μ. Φώτιος.[21] Τί στὰ ἀλήθεια ἐλπίζουμε νὰ κληρονομήσουμε ἐμεῖς ποὺ οἰκειοθελῶς καὶ προθύμως ἀκολουθοῦμε τοὺς σύγχρονους αἱρετίζοντες Ἐπισκόπους παρά τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ καί τήν κόλαση;
«Εἰ δέ τις προσποιεῖται ὁμολογεῖν μὲν ὀρθὴν πίστιν, φαίνεται δὲ κοινωνῶν ἐκείνοις [ἂν κάποιος προσποιούμενος ὁμολογεῖ τὴν ὀρθὴ πίστι, ἀλλὰ κοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικούς] τὸν τοιοῦτον προτρέψασθε ἀπέχεσθαι τῆς τοιούτης συνηθείας· καὶ ἐὰν μὲν ἐπαγγέλληται, ἔχετε τὸν τοιοῦτον ὡς ἀδελφόν· [καὶ ἐὰν σᾶς ὑποσχεθεῖ ὅτι θὰ διακόψει τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς –καὶ τὸ πράξει– νὰ τὸν ἔχετε ὡς ἀδελφό σας] ἐὰν δὲ φιλονίκως ἐπιμένῃ τὸν τοιοῦτον παραιτῆσθε [ξεκόψτε ἀπὸ αὐτόν]».[22]
Ὁ ἅγιος Ἰὼβ Ἰασίτης ὁ Ὁμολογητὴς ἔλεγε: «Νὰ μὴν τοὺς συνανα-στρεφόμαστε λοιπόν [τοὺς Λατινόφρονες] …Θὰ προσπαθήσουμε μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις νὰ μὴ μολυνθοῦμε μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μαζί τους καὶ νὰ μὴ μετέχουμε στὴν ψώρα, ἢ τὴν ὀλέθρια ἀσθένειά τους. Θὰ προφυλάξουμε ἐπίσης τοὺς ἑαυτούς μας μὲ κάθε τρόπο καὶ θὰ ἀπέχουμε τελείως ἀπὸ τὴν φατρία τους».[23]
Ὁ Ἅγιος Μελέτιος Γαλησιώτης: «Αἱρετικοί εἰσιν οἱ λατίνοι καὶ οἱ συγκοι-νωνοῦντες αὐτοῖς ἀπόλλυνται…».[24]
Ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς προσθέτει: «Ἐφόσον ὁ Καλέκας εἶναι μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο καὶ τόσες φορές ἀποκομμένος ἀπὸ ὁλόκληρο τὸ πλήρωμα τῶν Ὀρθοδόξων, εἶναι κατὰ συνέπεια ἀδύνατο νὰ ἀνήκει στοὺς εὐσεβεῖς, ὅποιος δὲν ἔχει ἀποχωρισθεῖ ἀπὸ αὐτόν. Ἀντιθέτως, ὅποιος γιὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς εἶναι ἀποχωρισμένος ἀπὸ τὸν Καλέκα, τότε ἀνήκει πράγματι στὸν κατάλογο τῶν Χριστιανῶν καὶ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Θεό κατὰ τὴν εὐσεβῆ πίστη».[25] Καί ἐπιπλέον: «Εἶναι ἀδύνατο κάποιος νὰ ἐπικοινωνεῖ ἐκκλησιαστικῶς μὲ τὸν Πατριάρχη (Καλέκα) καὶ νὰ εἶναι Ὀρθόδοξος…, ἐνῷ αὐτὸς ποὺ ἦταν ἀποτειχισμένος εἶναι ἑνωμένος μὲ τὴν εὐσεβῆ πίστη».[26] Πρέπει πάλι νὰ τονίσουμε -γιατὶ ἔχει ὕψιστη σημασία-ὅτι, ὅταν ὁ Γρηγόριος τά δίδασκε αὐτά, ἦταν ἀποτειχισμένος καὶ ὁ Καλέκας δὲν εἶχε ἀκόμη καταδικαστεῖ Συνοδικῶς!
Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης θυμίζει τὴν προσταγὴ τοῦ Μ. Ἀθανασίου: «…μηδεμίαν κοινωνίαν ἔχειν ἡμᾶς πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ μὴν μηδὲ πρὸς τοὺς κοινωνοῦντας μετὰ τῶν ἀσεβῶν».[27] Ὥστε «νόμιμα» καταλήγει στὴν τελική του θέση: «… μήτε κοινωνεῖν αὐτοῖς [τοῖς αἱρετικοῖς], μήτε ἀναφέρειν… ἐπὶ τῆς θείας λειτουργίας· ὅτι μέγισται ἀπειλαὶ κεῖνται παρὰ τῶν ἁγίων ἐκφωνηθεῖσαι τοῖς συγκαταβαίνουσιν αὐτοῖς μέχρι καὶ ἑστιάσεως….[28] Οἱ Ἀποστολικοὶ Κανόνες στηρίζουν ἀπόλυτα αὐτὴ τὴν θέση: «Ἐὰν κάποιος συμπροσευχηθεῖ μὲ ἕναν ἀκοινώνητο ἔστω καὶ μέσα σὲ σπίτι, νὰ εἶναι καὶ αὐτὸς ἀκοινώνητος». [29]
Λέει ὁ ἅγιος Μᾶρκος: «… Νὰ συμβουλεύσεις δὲ τοὺς Ἱερεῖς τοῦ Θεοῦ νὰ ἀποφεύγουν μὲ κάθε τρόπο τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τὸν λατινόφρονα μητροπολίτη τους καὶ οὔτε νὰ συλλειτουργοῦν μαζί του, οὔτε νὰ τὸν μνημονεύουν καθόλου, οὔτε νὰ τὸν θεωροῦν ἀρχιερέα, ἀλλὰ ὡς μισθωτὸ λύκο! …Νὰ ἀποφεύγετε λοιπὸν καὶ ἐσεῖς ἀδελφοί, τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς ἀκοινωνήτους καὶ τὸ μνημόσυνο τῶν ἀμνημονεύτων. Ὁ Λατινόφρων αὐτὸς θὰ καταδικαστεῖ μαζὶ μὲ τοὺς Λατίνους καὶ θὰ θεωρηθεῖ ὡς παραβάτης τῆς πίσ-τεως»[30]… «Φευκτέον αὐτούς, ὡς φεύγει τις ἀπό ὄφεως, ὡς αὐτοὺς ἐκείνους, ἢ κἀ-κείνων πολλῷ δήπου χείρονας, ὡς χριστέμπορους καὶ χριστοκάπηλους… Φεύγετε οὖν αὐτοὺς ἀδελφοί, καὶ τὴν πρὸς αὐτοὺς κοινωνίαν.Οἱ γὰρ τοιοῦτοι ψευδαπόστολοι, ἐργᾶται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εἰς ἀποστόλους Χριστοῦ».[31] Εἶναι σημαντικὸ νὰ τονίσουμε ὅτι ὁ Ἅγιος δὲν ἐγείρει ζητήματα ὅπως ἡ ἀναγκαιότητα Συνοδικῆς ἔγκρισης, ὁ κίνδυνος σχίσματος ἢ τάχα τῆς ἀποκοπῆς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἢ ζήτημα ἐφαρμογῆς οἰκονομίας, ἢ χάρη τῆς εἰρήνης ἢ χάρη τῆς συνέχισης τοῦ κηρύγματος.
Μετὰ τὴν ὑπογραφὴ τῆς ψευδο-ένωσης στὴ Φερράρα-Φλωρεντία ὁ ἅγ. Μᾶρκος εἶπε: «Εἶμαι πεπεισμένος ὅτι ὅσον ἀπομακρύνομαι ἀπὸ τούτου [τοῦ Πατριάρχη] καὶ ἀπὸ τοὺς τοιούτους [τοὺς Λατινόφρονες] τόσον προσεγγίζω πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τοὺς Ἁγίους, καὶ ὅσον περισσότερον χωρίζομαι ἀπὸ αὐτοὺς τόσον περισσότερον ἑνοῦμαι μὲ τὴν ἀλήθειαν».[32] Λέει ὁ Ἅγιος: «Ὅσοι προσποιοῦνται ὅτι ὁμολογοῦν τὴν ὑγιῆ πίστη, κοινωνοῦν [μνημονεύουν] δὲ μὲ τοὺς ἑτερόφρονες, ἂν μετὰ ἀπὸ τὴν σύστασή σας δὲν ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ αὐτούς, ὄχι μόνο νὰ τοὺς ἔχετε ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ οὔτε ἀδελφοὺς νὰ τοὺς ὀνομάζετε».[33]
Καὶ γιά τόν ὅσιο Νεόφυτο τόν Ἔγκλειστο «ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς Παπικοὺς ἐντάσσει τὸν κοινωνοῦντα στὰ ἀναθέματα τῶν Συνόδων καὶ στὸν πυθμένα τοῦ ἅδη.
Κλείνοντας θά ἀναφέρουμε τὰ λόγια τοῦ Πατριάρχου ἁγίου Γερμανοῦ Πατριάρχου Κ/πόλεως πρὸς τοὺς Κυπρίους λαϊκοὺς γιὰ τὴν ἀποτείχιση ἀπὸ τοὺς κληρικούς των, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὑποταχτεῖ στοὺς Λατίνους κατακτητὲς τὸν 12ο καὶ 13ο αἰῶνα. «…Ὅσοι τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐστὲ τέκνα γνήσια, φεύγειν ὅλῳ ποδὶ ἀπὸ τῶν ὑποπεσόντων ἱερέων τῇ λατινικῇ ὑποταγῇ, καὶ μηδὲ εἰς ἐκκλησίαν τούτοις συνάγεσθαι, μηδὲ εὐλο-γίαν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν λαμβάνειν τὴν τυχοῦσαν· κρεῖσσον γάρ ἐστιν ἐν τοῖς οἴκοις ὑμῶν τῷ θεῷ προσεύχεσθαι κατὰ μόνας, ἢ ἐπ’ ἐκκλησίαις συνάγεσθαι μετὰ τῶν λατινοφρόνων· εἰ δ’ οὖν, τὴν αὐτὴν αὐτοῖς ὑφέξετε κόλασιν». [34]
«Τοῖς κοινωνοῦσιν ἐν γνώσει [τοῖς αἱρετικοῖς] ἀνάθεμα».
[1] Μ. Βασιλείου, Ἐπιστολὴ πρὸς Μέγα Ἀθανάσιο, P.G. 32, 425.
[2] «Οὐ μικρὸν ἐν τοῖς περὶ Θεοῦ τὸ παραμικρόν», Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Λόγος ἀποδεικτικὸς Α΄ Περὶ τῆς Ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πρόλογος, Ἐκδ. Κυρομάνος, τ. Α΄, σ. 24.
[3] Ἰ. Χρυσοστόμου, Ἐκλογαὶ καὶ Ἀπανθίσματα, Λόγος ΚΔ΄, 40, ἐκδ. Ματθαίου Λαγγῆ.
[4] Ἁγ. Συμεὼν τοῦ Νέου θεολόγου, Λόγος 6ος.
[5] Ἰωάν. Ι, 5.
[6] Διαταγ. Ἀποστ. 2, 19
[7] Μ. Ἀθανάσιος, Ε.Π.Ε. 9, κεφ. 80,27.
[8] Ὅ.ἀ. κεφ.66,1
[9] Ἁγ. Ἐφραὶμ τοῦ Σῦρου, Λόγος Εἰς τὴν δευτέραν παρουσίαν τοῦ Χριστοῦ.
[10] P.G. 89,1848Β.
[11] «Οὐδ’ ἂν πρὸς ὥραν αὐτῶν ἐπεδεξάμεθα τὴν συνάφειαν, εἰ σκάζοντας (χωλαίνοντας) περὶ τὴν Πίστιν εὕρομεν» καὶ «Οἵτινες τὴν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς ἑτερόφροσι, τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲ ἀδελφοὺς ὀνομάζειν».
[12] Μ. Βασιλείου, Κεφάλαια τῶν Ὅρων κατ’ Ἐπιτομήν, ἐρώτ. ριδ΄.
[13] P.G. 99,1081A.
[14] P.G.99, 1164A.
[15] P.G. 99, 1365
[16] P.G. 26,1188DC.
[17] Ἁγίου Νεκταρίου Αἰγίνης, Περὶ τῶν σχέσεων μὲ αἱρετικούς, ἐκδ. Παναγόπουλου.
[18] Β΄Ἰω.1,11.
[19] P.G. 31, 649.
[20] Ἰω. Χρυσοστόμου, Ἑρμηνεία εἰς τὴν Πρὸς Γαλάτας.
[21] Ε.Π.Ε. 12, 400,31.
[22] Μ. Ἀθανασίου, Τοῖς τὸν μονήρι βίον ἀσκοῦσι…
[23] Δημητρακοπούλου Ἀνδρ., Ἱστορία τοῦ σχίσματος…, σελ. 61.
[24] V.Laurent-j.Darrouzes, Dossier Grecde l; union de Lion, σελ.554,558,559
[25] Ε.Π.Ε. 3, 692, Ἀναίρεσις ἐξηγήσεως τόμου Καλέκα.
[26] Ὅ.ἀ.
[27] TLG,Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 466, line15-28.
[28] TLG,Theodorus Studites Scr.Eccl.,Theol.,Epistulae, Epistle 39,line51-80. P.G. 99, 1048C-D.
[29] Κανὼν Ι’ Ἀποστόλων, Πηδάλιον, Ἀθήνα 1886, σ. 13.
[30] TLG,Theodorus Studites Scr.Eccl.,Theol.,Epistulae, Epistle 39,line51-80. P.G. 99, 1048C-D.
[31] Τοῖς Ἁπανταχοῦ τῆς γῆς Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς, §6, ἐν Ἰω. Καρμίρη, Τὰ δογματικὰ καὶ συμβολικὰ μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου καὶ Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἀθήναις 1960, τομ. Α΄, σ. 427
[32] π. Διονυσίου Τάτση, «Μετὰ παρρησίας καὶ ἀκατακρίτως», σ. 98.
[33] «Οἵτινες τὴν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς ἑτερόφροσι, τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲ ἀδελφοὺς ὀνομάζειν», Ν. Βασιλειάδη, Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς καὶ ἡ Ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν, Ἔκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι, 1972, σ. 95.
[34] Ἰωσὴφ Βρυεννίου, Τὰ Εὑρεθέντα, τόμ. Β΄, σελ. 26.
tharsomen