Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ: ΛΑΜΠΡΟΣ ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΔΙΑ ΤΟ ΚΟΛΥΜΒΑΡΙ

5401a25597cd62988c143a728765deaa.jpg



«Ήξεις αφήξεις» αι αποφάσεις! Το Κολυμβάρι οδηγείται αργά αλλά σταθερά εις καταποντισμόν!

Μετά την επιστολήν του Πατριάρχου Κων/πόλεως, η οποία έθετεν εμμέσως το δίλημμα «η στο πλευρό μου η με τους Σλάβους» και ευθέως κατεφέρετο εναντίον ισοτίμων Ιεραρχών, η Εκκλησία της Ελλάδος συν­υπολογίζουσα την πιθανήν πρόκλησιν σχίσματος εις την Ιεραρχίαν οπισθοχώρησε και ανέβαλε την σωστήν απόφασιν. Πολλοί Μητροπολίται εσιώπησαν και ολίγοι δυναμικοί εξέφρασαν μετριοπαθείς θέσεις.



Προ πολλού ήδη ανεμένετο η συζήτησις εις την Ιεραρχίαν δια την Σύναξιν του Κολυμβαρίου. Η συζήτησις είχεν ορισθή δια την Τακτικήν Συν­εδρίασιν της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά τον Οκτώβριον, όμως ανεβλήθη, καθώς ανέκυψεν επιτακτικώς το ζήτημα του μαθήματος των Θρησκευτικών. Ωρίσθη τότε νέα Έκτακτος Συνεδρίασις δια τον μήνα Νοέμβριον, η οποία συνήλθε κατά την 23ην και 24ην του τρέχοντος. Παρά το γεγονός ότι υπήρξε συνάντησις μόλις την 21ην μεταξύ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου και του νέου –μετά την αποπομπήν του κ. Ν. Φίλη- Υπουργού Παιδείας κ. Κ. Γαβρόγλου, εις την Ιεραρχίαν δεν έγινε κάποια αναφορά.




Εξεβίασεν ο Πατριάρχης την Ιεραρχίαν;

Ολίγας ημέρας προ της συγκλήσεως της Ιεραρχίας απέστειλεν ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως επιστολήν προς τον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών, από τον οποίον εζήτει να μη υιοθετήση η Ιεραρχία τας θέσεις του Σεβ. Καλαβρύτων και Σεβ. Πειραιώς, οι οποίοι τας παρελθούσας ημέρας είχον αποστείλει κείμενα δια την μη αποδοχήν του Κολυμβαρίου ως «Αγίας και Μεγάλης Συν­όδου», με τους οποίους προτίθεται ο ίδιος να διακόψη κάθε επικοινωνίαν.

Δεν είναι βεβαίως τόσον η παρότρυνσις του Πατριάρχου που πείθει τους Ιεράρχας, όσον το ότι επικρέμαται πάντοτε ως δαμόκλειος σπάθη επί της Εκκλησίας της Ελλάδος ο φόβος ανακινήσεως του Αυτοκεφάλου και του ζητήματος των Μητροπόλεων της Β. Ελλάδος, δια τα οποία δεν έχει καμίαν εξουσίαν η δικαίωμα, όμως η απειλή και μόνον αυτή αρκεί δια τον όλεθρον.

Ωστόσο η πρωτοβουλία του Πατριάρχου να υποδείξη εις την Ιεραρχίαν την στάσιν της δεν στερείται μόνον ηθικών ερεισμάτων, αλλά πολύ περισσότερον εγγίζει τα όρια της εισπηδήσεως. Η Εκκλησία της Ελλάδος δεν είναι Επαρχία της Κωνσταντινουπόλεως ούτε «Ημιαυτόνομος» Εκ­κλησία, δια να επεμβαίνη εις το προσκήνιον η εις το παρασκήνιον και να κατευθύνη τας αποφάσεις. Απορρίπτει ο Πατριάρχης τον χαρακτηρισμόν ο «Πάπας της Ανατολής», αλλά η συμπεριφορά του άλλα μαρτυρεί… Διατί δεν αποστέλλει και εις τον Μόσχας μίαν ανάλογον επιστολήν, δια να ίδωμεν τι θα απαντήση εκείνος;

Όσον δια τας προειδοποιήσεις ότι θα διακόψη κάθε επαφήν με διαφωνούντας Ιεράρχας της Εκκλησίας ερωτώμεν: είχεν επαφάς αι οποίαι δεν διήρχοντο από την Ιεράν Σύνοδον;
Η ταραχή εις το Φανάρι ίσως επίσης να προήλθεν από τας πληροφορίας ότι ήδη η Εκκλησία της Βουλγαρίας απέρριψε το Κολυμβάριον και ότι ο Πατριάρχης κ. Νεόφυτος είχεν αποστείλει προσωπικήν επιστολήν προς τον Μακαριώτατον, δια να τον ενημερώση δια την στάσιν της πλησιοχώρου Εκκλησίας, την οποίαν εκείνος εκράτει προ της εισελεύσεώς του εις την Ιεραρχίαν. Τίποτε όμως από αυτά δεν έχει επιβεβαιωθή από την Αρχιεπισκοπήν.

Η Ιεραρχία τελικώς συνεκλήθη υπό τας προειδοποιήσεις της επιστολής του Πατριάρχου, το δεδομένον ότι ο εισηγητής Σεβ. Σερρών ανήκει εις τους θιασώτας του Πατριάρχου και το γεγονός της απουσίας του Σεβ. Αλεξανδρουπόλεως, ο οποίος τρεις ημέρας ενωρίτερον είχε μεταβή εις το Φανάρι.

Προσφώνησις και εισήγησις

Ήδη με την έναρξιν της συνεδριάσεως κατά την προσφώνησίν του ο Αρχιεπίσκοπος εφέρθη λίαν διπλωματικώς, δια να αποφύγη τας συγκρούσεις. Μεταξύ άλλων είπε:
«Η απλή και μόνο ενθύμηση του σωτήριου Λόγου του Κυρίου μας ότι «ου γαρ εισι δύο η τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμι εν μέσω αυτών» (κατά Ματθαίον 18,20), αρκεί για να αντιληφθεί κανείς την τεράστια πνευματική σημασία που έχει από μόνο του ως γεγονός η σύγκληση και πραγματοποίηση της εν Κρήτη Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, μιας Συνόδου τόσο πολλών Προκαθημένων Ορθοδόξων Εκκλησιών, τόσο πολλών επισκόπων και άλλων πατέρων. Εάν λάβουμε δε υπ’ όψη μας ότι ο πανάρχαιος συνοδικός θεσμός είναι ένας θεσμός με μία εξαίρετη δυναμική, ένας θεσμός άρρηκτα δεμένος με την συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας μας, καθίσταται σαφές ότι μία Σύνοδος μετά την Σύνοδο, έχει να προσφέρει ρεαλιστικό και τεκμηριωμένο πνευματικό και εκκλησιαστικό Λόγο και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει κάποιον διαπιστωτικό, επικυρωτικό η καθαρά διαδικαστικό – τυπικό χαρακτήρα».

Ο Αρχιεπίσκοπος δεν ανεφέρθη εις Αποστολικήν η Οικουμενικήν Σύνοδον, αλλά εις το χωρίον «ου γαρ εισι δύο η τρεις συνηγμένοι…», το οποίον θα ηδύνατο να θεωρηθή και ως υποβιβάζον το Κολυμβάρι ως απλήν συγκέντρωσιν. Όμως δεν είναι αυτό το κύριον σημείον της προσφωνήσεως. Από την προσφώνησιν αυτήν καθίσταται αντιληπτόν ότι η Ιεραρχία ευρίσκεται ενώπιον ενός σκοπέλου που ρεαλιστικώς είναι δύσκολον να υπερβή: αφ’ ενός εις την Σύναξιν του Κολυμβαρίου μετείχαν Ορθόδοξοι Εκκλησίαι, αφ’ ετέρου το εν τρίτον της Ιεραρχίας που ήταν παρόν κατά την προσφώνησιν απετέλεσε την επίσημον αντιπροσωπίαν. Γνωρίζουν τα στρεβλά του Κολυμβαρίου· όμως πως οι μισοί θα καταδικάσουν τους άλλους μισούς χωρίς να προκύψη σχίσμα; Δι’ αυτό ο Αρχιεπίσκοπος κάνει ελιγμόν και ορίζει ότι σκοπός της συγκλήσεως της Ιεραρχίας δεν είναι η διαπίστωσις, δηλ. αν έγιναν όλα καλά η όχι, ούτε η επικύρωσις, δηλ. η αποδοχή η απόρριψις της Ιεροσυνάξεως, αλλά η δημιουργική ασάφεια!

Ηκολούθησεν η εκτενεστάτη εισήγησις του Σεβ. Σερρών, η οποία ήτο μία επανάληψις των γεγονότων, περιελάμβανεν εγκώμια εις τον Πατριάρχην και μία ατυχή προσπάθειαν να πείση όλους ότι «Πατέρες» ήσαν και όσοι συμμετείχαν εις το Κολυμβάρι, δια να απορήσουν όλοι ποίος ήτο ο νέος Μέγας Βασίλειος του Κολυμβαρίου…
Σημαντικώτερα είναι όσα δεν ανέφερεν ο Σεβ. Σερρών. Δεν αναφέρεται πουθενά, αν η αντιπροσωπία παρέβη η όχι την εντολήν της Ιεραρχίας παρά μόνον ότι η αντιπροσωπία καθημερινώς συνεζήτουν μεταξύ τους. Παραδέχεται ότι κάποιαι προτάσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν έγιναν αποδεκταί, αλλά διερωτάται αν αυτό επηρεάζη το Κολυμβάρι η την Ιεραρχίαν. Μάλιστα, τας καταγγελίας του Σεβ. Ναυπάκτου περί προπηλακισμού τας παρέρχεται με δύο γενικολόγους φράσεις. Προφανώς η προσεποιήθη άγνοιαν η εξετέλει εντολάς…



Η συζήτησις

Αποκαλυπτικά είναι τα όσα έφερεν εις το φως ο δημοσιογράφος κ. Αν. Λουδάρος εις άρθρον του εις την ιστοσελίδα orthodoxia.info της 23ης Νοεμβρίου 2016:
«Η συζήτηση, που ξεκίνησε μετά την εισήγηση του μητροπολίτη Σερρών κ. Θεολόγου, επικεντρώθηκε στο θέμα της αλλαγής στάσης της Εκκλησίας της Ελλάδος όσον αφορά στην περιβόητη, πλέον, αναφορά σε άλλες «Εκκλησίες» του έκτου κειμένου της Συνόδου της Κρήτης.
Ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος, ενημερώνοντας το Σώμα της Ιεραρχίας, αναφέρθηκε στις έντονες πιέσεις που δέχθηκε η Εκκλησία της Ελλάδος, αναφερόμενος, χωρίς όμως να τον κατονομάσει, στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Χρυσόστομο, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει την στάση της Εκκλησίας της Ελλάδος αρνητική και πως θέτει σε ομηρία την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο. «Δείξαμε σύνεση και υπομονή», είπε ο Αρχιεπίσκοπος, ο οποίος υποστήριξε ότι οι ζυμώσεις που θα γίνουν σε βάθος χρόνου θα επιφέρουν τις απαραίτητες αλλαγές. «Πολλά δογματικά ζητήματα στην εκκλησιαστική ιστορία κράτησαν χρόνια», είπε ο Προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας προς τους Μητροπολίτες, υποστηρίζοντας ότι στην πορεία κάποια θα βελτιωθούν και κάποια θα ανακληθούν. «Οι αποφάσεις αυτές δεν είναι δικαστικές… έχει πορεία, θα γίνουν ζυμώσεις», φέρεται να είπε ο Αρχιεπίσκοπος.

Την άποψη πως τα κείμενα και οι αποφάσεις της Συνόδου της Κρήτης δεν μπορούν να τεθούν υπό αμφισβήτηση, ούτε καν σε συζήτηση, εξέφρασαν οι Μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Άνθιμος και Περιστερίου Χρυσόστομος. Μάλιστα, ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης ζήτησε από τον Αρχιεπίσκοπο να κλείσει την συνεδρίαση μετά το τέλος της εισήγησης του μητροπολίτη Σερρών, αφού ο ίδιος έκρινε ότι δεν υπήρχε λόγος συζήτησης. Ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε και η συζήτηση προχώρησε κανονικά με τον μητροπολίτη Ναύπακτου να αναδεικνύεται σε κυρίαρχο πρόσωπο της συνεδρίασης, μιας και ήταν αυτός που εξέφρασε τις περισσότερες επιφυλάξεις.

Η βασική θέση του μητροπολίτη Ναυπάκτου ήταν πως το κείμενο, στο οποίο γίνεται αναφορά σε άλλες Εκκλησίες δεν ήταν ώριμο. Μάλιστα, επικαλέστηκε τις επιφυλάξεις που εξέφρασαν και οι Εκκλησίες Σερβίας και Ρουμανίας αλλά και αυτές που δεν συμμετείχαν. Κατά τη διάρκεια της παρέμβασης του μητροπολίτη Ναυπάκτου, υπήρξαν έντονες αντιδράσεις εντός της αίθουσας. Ο μητροπολίτης ζήτησε από τον Αρχιεπίσκοπο να τηρήσει τον κανονισμό, ενώ απευθυνόμενος προς τους Μητροπολίτες που του ζητούσαν να αλλάξει τη στάση του, είπε «Αν θέλετε να με εκφοβίσετε, δεν θα το κατορθώσετε». Ο μητροπολίτης Ναυπάκτου υπεραμύνθηκε της στάσης του να μη θέσει εν τέλει την υπογραφή του κάτω από το κείμενο αυτό επιμένοντας πως η φράση περί αποδοχής της ιστορικής ονομασίας των άλλων Εκκλησιών δεν έχει νόημα, αφού όπως υποστήριξε δεν γίνεται να υπάρχει ονομασία χωρίς ύπαρξη. Ο ίδιος τόνισε πως ο τρόπος με τον οποίο έχουν γίνει κάποιες αναφορές στο κείμενο και ιδιαίτερα ο Όρος «ετερόδοξες Εκκλησίες» ομοιάζουν με την καταδικασμένη ομολογία του Λουκάρεως, τονίζοντας πως ο Όρος ετερόδοξοι αφορά σε πλανεμένους, οι οποίοι δεν μπορεί να αποτελούν Εκκλησία. Τόνισε δε πως η αποδοχή από πλευράς Ορθοδόξου Εκκλησίας της ύπαρξης άλλων Εκκλησιών προσομοιάζει με την θεωρία περί αόρατης και ορατής Εκκλησίας, θεωρία την οποία έχουν αναπτύξει οι Προτεστάντες. Ο μητροπολίτης Ιερόθεος ζήτησε να υπάρξει μελέτη επί των κειμένων, ώστε σε μελλοντική Σύνοδο να υπάρξουν σχετικές βελτιώσεις.

Στα επιχειρήματα του μητροπολίτη Ναυπάκτου απάντησαν τόσο ο μητροπολίτης Χαλκίδος Χρυσόστομος όσο και ο Καστορίας Σεραφείμ. Ο μητροπολίτης Χαλκίδος θέλοντας να τονίσει πως η χρήση του όρου «Εκκλησία» δεν αποδίδει και την αντίστοιχη αναγνώριση, μίλησε για την φράση που υπάρχει στην Αγία Γραφή όπου γίνεται αναφορά σε αυτούς που διδάσκουν «έτερο Ευαγγέλιο», τονίζοντας πως η αναφορά σε άλλα «Ευαγγέλια» δεν σημαίνει πως είναι αποδεκτά ως τέτοια. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο μητροπολίτης Καστορίας. Ο μητροπολίτης Σεραφείμ ανέγνωσε αποσπάσματα από κείμενο του καθηγητή Τσελεγγίδη, ενός εκ των μεγαλύτερων αντιρρησιών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης, ο οποίος χρησιμοποιεί τους Όρους Καθολική και προτεσταντική Εκκλησία. Οι Μητροπολίτες τόνισαν πως η χρήση του όρου είναι τεχνική (technicus terminus) και πως δεν σημαίνει αποδοχή. Ωστόσο, ο μητροπολίτης Ναυπάκτου θεωρεί πως δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται τεχνικοί όροι σε συνοδικά κείμενα τέτοιας βαρύτητας».



Το ανακοινωθέν

Μετά από την εκτενή συζήτησιν η Ιεραρχία εξέδωσεν ανακοινωθέν, μέρος του οποίου παραθέτομεν:
«Αναγνωσθέντος του Καταλόγου των συμμετεχόντων Ιεραρχών, διεπιστώθη η απουσία των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Αλεξανδρουπόλεως κ. Ανθίμου και Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλου, οι οποίοι απουσιάσαν αιτιολογημένα.
Ακολούθως, συνεκροτήθη η Επιτροπή Τύπου από τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο, Σύρου κ. Δωρόθεο και Πατρών κ. Χρυσόστομο…
Ακολούθως, σύμφωνα με την Ημερησία Διάταξη, ανέγνωσε την Εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγος, με θέμα: «Ενημέρωσις περί των διεξαχθεισών εργασιών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας»… Κατόπιν εισηγήθηκε τις ακόλουθες προτάσεις προς ποιμαντική αξιοποίηση των Κειμένων-Αποφάσεων της εν Κρήτη Αγίας και Μεγάλης Συν­όδου:
«1. Παραπομπή, αποφάσει της Δ.Ι.Σ., στις αρμόδιες Συν­οδικές Επιτροπές των αφορουσών σε αυτές σχετικών Αποφάσεων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου προς νηφάλιον μελέτην, αγιοπατερικήν εμβάθυνσιν και ερμηνείαν, ανάλυσιν και αξιοποίησιν (λ.χ. Συνοδικές Επιτροπές Δογματικών και Νομοκανονικών Θεμάτων, Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων, Ποιμαντικού Έργου, Θείας Λατρείας, Τύπου κ.τ.λ.). Καθηκόντως, οι εισηγήσεις των ανωτέρω Συνοδικών οργάνων θα υποβληθούν ακολούθως στην Δ.Ι.Σ. η στην Ι.Σ.Ι. για τα περαιτέρω.

  1. Συνεργασία μετά των Θεολογικών Σχολών της ημεδαπής σε θέματα θεολογικής μελέτης των κειμένων και αξιοποιήσεως των αποτελεσμάτων της Αγίας και Μεγάλης Συν­όδου.
  2. Ενημέρωση σε επίπεδο Ιερών Μητροπόλεων πρωτίστως του εφημεριακού κλήρου, των μοναστικών αδελφοτήτων και των αμέσων συνεργατών μας, γενικώς περί της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και των Αποφάσεων αυτής, και ειδικώς περί των σχετικών Αποφάσεων – Θέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, προς οικοδομήν και αποφυγήν παρερμηνειών. (Προσεκτική μελέτη και αξιοποίησις του σχετικού υλικού. Κείμενα, Εγκύκλιος – Μήνυμα, επιστημονικές μελέτες και αναλύσεις).
  3. Πληροφόρηση, ως ποιμαντικώς οφείλομεν, του πληρώματος της Εκκλησίας της Ελλάδος δι’ εκδόσεως ευσυνόπτου και σε κατανοητήν γλώσσαν Εγκυκλίου, ως έπραξεν ήδη η Εκκλησία της Κύπρου, προς οικοδομήν και υπεύθυνον ενημέρωσιν. (Έκδοσις, μερίμνη της Δ.Ι.Σ., του ενημερωτικού φυλλαδίου «Προς τον λαό»).
  4. Ανάπτυξη στους κύκλους συμμελέτης, κατηχητικές ομάδες, συνάξεις και ομιλίες των κατά τόπους Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, του σκεπτικού, του έργου και των αποτελεσμάτων της Μεγάλης Συνόδου.
  5. Παρουσίαση εκπομπών από του Ρ/Σ της Εκκλησίας αναφορικώς προς την ιστορίαν, τους σκοπούς και τα αποτελέσματα για το Εκκλησιαστικόν Σώμα, της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Προς τούτο θα ηδύναντο να αξιοποιηθούν Ιεράρχες, καθηγητές των Θεολογικών Σχολών, νηφάλιες και συγκροτημένες φωνές.
  6. Εμπλουτισμό της σχετικής επισήμου ιστοσελίδος της Εκκλησίας της Ελλάδος με τα ψηφισθέντα κείμενα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, μελέτες και σοβαρές αναλύσεις.
  7. Ανάθεση στην Συνοδική Επιτροπή επί των Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων σχηματισμού πλήρους και εμπεριστατωμένου αρχείου με παν ο,τι αφορά στην Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον».
  8. Τέλος, η Αγιωτάτη Εκκλησία μας θα ηδύνατο, μερίμνη και προνοία της Δ.Ι.Σ., να αναθέσει σε αρμοδίαν η και σε ειδικήν Συνοδικήν Επιτροπήν την σε βάθος μελέτην και θεολογικήν αποτίμησιν των εκκλησιολογικώς και θεολογικώς τεκμηριωμένων κειμένων που έχουν ήδη γραφεί και εμπεριέχουν είτε θετικές η και επιφυλακτικές θέσεις για τις Αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Οφείλομεν, ως υπεύθυνοι και φιλόστοργοι Ποιμένες, μετά μεγίστης προσοχής και ποιμαντικής ευαισθησίας να ακούωμεν όλες τις σοβαρές και εποικοδομητικές θέσεις. Το καταστάλαγμα αυτής της μελέτης, που θεωρώ ότι εκφράζει δυνατά ένα Συν­οδικόν ήθος και ποιότητα, μπορεί να βοηθήσει, καταλλήλως αξιοποιούμενον, ουσιαστικώς και την Αγιωτάτην Εκκλησίαν μας και την Πανορθόδοξον γενικώς».
Περαίνοντας την Εισήγησή του ο Σεβ. Μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Τελικώς, πολυσέβαστοι Πατέρες, η όποια αξιολογική, με εκκλησιολογικούς, αγιοπνευματικούς και ποιμαντικούς πάντοτε Όρους, προσέγγισις της εν Κολυμπαρίω Κρήτης συν­ελθούσης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, επαφίεται στην νηφαλίως και αδεκάστως ενεργούσαν ιστορίαν και κυρίως στην εγρηγορούσαν και ένθεον συνείδησιν του εκκλησιαστικού Σώματος».

Ακολούθησε ευρύτατος διάλογος επί της Εισηγήσεως, κατά τον οποίο έλαβαν τον λόγο πολλοί Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς».
Την επομένην ημέραν συνεχίσθη η συζήτησις και συμφώνως προς το Δελτίον Τύπου ομοφώνως ενεκρίθησαν προς υλοποίησιν αι ανωτέρω προτάσεις. Ως παρατηρεί οιοσδήποτε αι ανωτέρω προτάσεις αποτελούν δύο κατηγορίας: όσαι αφορούν εις την ενημέρωσιν και πληροφόρησιν του λαού και όσαι αφορούν εις την παραπομπήν των αποφάσεων εις διαφόρους επιτροπάς και θεσμούς, όπου και θα γίνη η ουσιαστική αξιολόγησις. Η κατακλείς του κειμένου είναι χαρακτηριστική, διότι η Ιεραρχία καλεί το ευσεβές πλήρωμα να αποτελέση τον τελικόν κριτήν, εάν δηλαδή θα αφομοιωθούν η θα παραμείνουν νεκραί, όπως ακριβώς εγεννήθησαν από τας μίτρας του Κολυμβαρίου.


Προσεχώς μνημόσυνον…
Οι τυπικά Ορθόδοξοι δεν έχουν δώσει ουδεμίαν σημασίαν εις το Κολυμβάρι, είναι δι’ αυτούς ανύπαρκτον. Οι συνειδητά Ορθόδοξοι το έχουν ήδη απορρίψει συλλήβδην. Επομένως η Ιεραρχία εξεφώνησε τον επικήδειον καθώς ένα ρητόν λέγει «Εάν θες να μη λυθή ποτέ ένα ζήτημα, παράπεμψέ το εις μίαν επιτροπήν» η ως μας είπεν ένας Αγιορείτης «μη ασχολείστε, σε μερικά χρόνια κανείς δεν θα τη θυμάται, θα έχη σβήσει από προσώπου γης»! Απλώς θα χρειασθούν ακόμη μερικά μνημόσυνα!…

http://orthodoxostypos.gr/λαμπροσ-επικηδειοσ-τησ-ιεραρχιασ-δια/



ΠΗΓΗ